επαρχία της Πρωσίας From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Ανατολική Πρωσία (γερμανικά: Ostpreussen/Ostpreußen, πολωνικά: Prusy Wschodnie, λιθουανικά: Rytų Prūsija, λατινικά: Borussia orientalis, ρωσικά: Восточная Пруссия, Βοστότσναγια Προύσια) ήταν επαρχία της Πρωσίας από την ίδρυση του Γερμανικού Ράιχ και αποτελούσε από το 1871 ως το 1945 το βορειανατολικότερο διαμέρισμα της Γερμανίας. Το 1945 υπάχθηκε προσωρινά στην Πολωνία και υπό τη διοίκηση της Πολωνίας (2/3 της Ανατολικής Πρωσίας) και της Ρωσίας (περιφέρεια Καλίνινγκραντ στη Ρωσική ΣΟΣΔ της Σοβιετικής Ένωσης), για να μονιμοποιηθεί το 1990.
Θυρεός |
Σημαία | |
Τοποθεσία στο Γερμανικό Ράιχ | ||
πριν από τον Α'Π.Π. (1871–1918)*: μετά τον Α'ΠΠ (1922–1939)*: *η ανατολική Πρωσία σε χρώμα σκούρο κόκκινο | ||
Πολίτευμα | επαρχία της Πρωσσίας | |
Διάρκεια | 1773–1829 1878–1945 | |
Έκταση | 36.993,9 km² | |
Πληθυσμός | 2.025.741 (1905) | |
Προέλευση | Δουκάτο της Πρωσίας | |
Χάρτης | ||
Μέρη της Ανατολικής Πρωσίας ανήκαν στο δουκάτο της Πρωσίας, το οποίο ήταν εξαρτώμενο από την Πολωνολιθουανική Κοινοπολιτεία μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα, όταν η Πολωνολιθουανική Κοινοπολιτεία διαμελίστηκε μεταξύ Πρωσίας (μετέπειτα Γερμανίας), Αυστρίας και Ρωσίας. Έτσι το δουκάτο της Πρωσίας[1] προσαρτήθηκε στην Πρωσία και το δουκάτο της Πρωσίας συνδέθηκε με την υπόλοιπη (αυτοκρατορική) Πρωσσία. Το 1773 το δουκάτο αναδιοργανώθηκε σε επαρχία και πρωτεύουσα έγινε το Κένιξμπεργκ. Από το 1829 έως το 1878 το Κένιξμπεργκ ήταν πρωτεύουσα της επαρχίας της Πρωσίας, η οποία προέκυψε μετά από ενοποίηση των επαρχιών της Δυτικής και Ανατολικής Πρωσίας.
Από το 1878 έως το 1920 η επαρχία καταλάμβανε μια περιοχή που εκτεινόταν από τη βορειοανατολική Πολωνία μέχρι την Κλάιπεντα της Λιθουανίας, με έδρα το Κένιξμπεργκ (σημερινό Καλίνινγκραντ στη Ρωσία). Το 1920 αποσπάστηκε η Κλάιπεντα (Μέμελ στα γερμανικά) και ορισμένες περιοχές στα νότια, ενώ απομονώθηκε από την υπόλοιπη Γερμανία. Επίσης, το 1920, έλαβε χώρα ένα δημοψήφισμα για την παραμονή στη Γερμανία ή την ένταξη στη Πολωνία για τις περιοχές ψηφοφορίας Αλενστάιν και Μαρινβέρντε στη νότια ανατολική Πρωσία. Οι περιοχές αυτές είχαν σημαντικούς πληθυσμούς Πολωνών και Μασούριων (εθνότητα που συγγενεύει με τους Πολωνούς), ωστόσο η συντριπτική πλειοψηφία των Γερμανών, Πολωνών και Μασούριων ήταν υπέρ της παραμονής στη Γερμανία. Η πολύ μεγάλη υποστήριξη των Πολωνών και Μασούριων για την παραμονή στη Γερμανία οφείλεται στον φόβο ότι η περιοχή τους θα πέσει στα χέρια της Σοβιετικής Ένωσης (η οποία πλησίαζε προς τη Βαρσοβία) αν ψήφιζαν υπέρ της ένταξης στο νεότευκτο πολωνικό κράτος[2].
Το 1933 ο Αδόλφος Χίτλερ και το κόμμα του ανέβηκε στην εξουσία, έχοντας μεταξύ των στόχων του την προσάρτηση περιοχών με γερμανική πλειοψηφία. Στις 20 Μαρτίου 1939 η Γερμανία έστειλε τελεσίγραφο στη Λιθουανία απαιτώντας την επιστροφή του Μέμελ και των περιχώρων του στη Γερμανία. Στις 23 Μαρτίου 1939 η Λιθουανία αποδέχθηκε το τελεσίγραφο και το Μέμελ και η επικράτεια του Μέμελ ενσωματώθηκαν στην επαρχία της Ανατολικής Πρωσίας. Το 1939 η πλειοψηφία του πληθυσμού των 2.490.000 κατοίκων αποτελούνταν από Γερμανούς (85%). Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στην επαρχία ζούσαν 300.000-350.000 Πολωνοί[3] κατά τη μεσοπολεμική εποχή. Επίσης ζούσαν και μικρότεροι αριθμοί Κουρσενιέκι (ομιλούσαν τα λετονικά), Λιθουανών και Εβραίων.
Στα τέλη του 1944 και τις αρχές του 1945 η ανατολική Πρωσία εκκενώθηκε οργανωμένα από τις τοπικές αρχές, ωστόσο αρκετοί Γερμανοί παρέμειναν (σχεδόν όλοι όσοι παρέμειναν απελάθηκαν από την Πολωνία και τη Σοβιετική Ένωση). Στο τέλος του Β΄ ΠΠ, η Ανατολική Πρωσία διαιρέθηκε μεταξύ του βοϊβοδάτου Όλστιν και της περιφέρειας Καλίνινγκραντ της Ρωσικής ΣΟΣΔ της Σοβιετικής Ένωσης. Για την εξής διαμόρφωση του μεταπολεμικού συνόρου ευθύνεται και η απαίτηση του Ιωσήφ Στάλιν[4] για την παράδοση λιμανιού ελεύθερο όλο το χρόνο από πάγο, καθώς αρχικά προβλεπόταν η παραμονή του Στετίνου στη Γερμανία και η προσάρτηση του Καίνιξμπεργκ στην Πολωνία. Λίγες χιλιάδες Γερμανών παραμένουν στα εδάφη της ανατολικής Πρωσίας, αριθμός που έχει μειωθεί κατά πολύ μετά το 1970. Σύμφωνα με την πολωνική απογραφή του 2002, στο βοϊβοδάτο Βαρμίας-Μασουρίας (το οποίο κατέχει το μεγαλύτερο μέρος των περιοχών της Ανατολικής Πρωσίας που πέρασαν στη Πολωνία) κατοικούσαν 4.311 Γερμανοί[5]. Σύμφωνα με τη ρωσική απογραφή του 2010, στην περιφέρεια Καλίνινγκραντ ζούσαν 7.348 Γερμανοί[6][7].
Μετά την πτώση του κομμουνισμού το 1991, μερικές Γερμανικές ομάδες έχουν προσπαθήσει να βοηθήσουν τους Γερμανούς του Βόλγα από την ανατολική ευρωπαϊκή Ρωσία να μεταναστεύσουν στην περιφέρεια Καλίνινγκραντ. Η προσπάθεια είχε μικρή επιτυχία, καθώς οι περισσότεροι Γερμανοί του Βόλγα προτίμησαν να μεταναστεύσουν στη Γερμανία, όπου μπορούσαν να γίνουν Γερμανοί πολίτες μέσω του δικαιώματος επιστροφής. Παρόλο που οι απελάσεις των Γερμανών από το έδαφος της περιφέρειας Καλίνινγκραντ (1945-1949) έγιναν με βίαιο και επιθετικό τρόπο, οι σημερινοί ρώσοι κάτοικοι της περιοχής βλέπουν τους Γερμανούς με πολύ μικρότερη εχθρότητα. Μάλιστα έχουν υπάρξει και συζητήσεις για τη μετονομασία του Καλίνινγκραντ σε Καίνιξμπεργκ (το πρώην γερμανικό όνομα).
Οι περισσότεροι Γερμανοί της Ανατολικής Πρωσίας, Μασούριοι, Κουρσενιέκι (γνωστοί και ως Κουρσιενίκι) και Λιετουβινίνκαϊ (Λιθουανοί) ήταν λουθηρανοί, ενώ οι κάτοικοι της Ερμλάνδης (Βαρμία) ήταν κυρίως Ρωμαιοκαθολικοί επειδή η Ερμλάνδη (σημερινή Βαρμία) δεν ανήκε στο δουκάτο της Πρωσίας. Η Εβραϊκή Επισκοπή της Ανατολικής Πρωσίας μειώθηκε από περίπου 9.000 μέλη το 1933 σε 3.000 το 1939, καθώς οι περισσότεροι έφυγαν για να αποφύγουν τις ναζιστικές διώξεις.[8] Όσοι παρέμειναν απελάθηκαν εκτελέστηκαν στο Ολοκαύτωμα.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.