Ιωάννης Ουνυάδης
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Ιωάννης Ουνυάδης (ουγγρικά: Hunyadi János, ρουμανικά: Ioan de Hunedoara, περ. 1406 - 11 Αυγούστου 1456) υπήρξε ηγετική στρατιωτική και πολιτική μορφή της Ουγγαρίας στην Κεντρική και Νοτιοανατολική Ευρώπη κατά τον 15ο αιώνα που διατέλεσε αντιβασιλιάς του βασιλείου της Ουγγαρίας για πάνω από 10 χρόνια. Σύμφωνα με τις περισσότερες πηγές της εποχής του ήταν γιος οικογένειας ευγενών Ρουμανικής καταγωγής. Απέκτησε τη στρατιωτική του κατάρτιση στις νότιες παραμεθόριες περιοχές του Βασιλείου της Ουγγαρίας που ήταν εκτεθειμένες σε Οθωμανικές επιθέσεις. Όταν διορίσθηκε βοεβόδας της Τρανσυλβανίας και επικεφαλής πολλών νότιων επαρχιών, ανέλαβε την ευθύνη για την υπεράσπιση των συνόρων το 1441.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Ο Ουνυάδης υιοθέτησε τη Χουσιτική μέθοδο της χρήσης κάρων για στρατιωτικούς σκοπούς. Απασχολούσε επαγγελματίες στρατιώτες, αλλά κινητοποιούσε επίσης τους ντόπιους αγρότες εναντίον εισβολέων. Αυτές οι καινοτομίες συνέβαλαν στις πρώιμες επιτυχίες του ενάντια στα Οθωμανικά στρατεύματα, που λεηλατούσαν τις νότιες παραμεθόριες επαρχίες στις αρχές της δεκαετίας του 1440. Αν και νικήθηκε στη Μάχη της Βάρνας το 1444 και στη δεύτερη μάχη του Κοσσυφοπεδίου το 1448, η επιτυχημένη του «Μακρά εκστρατεία» στον Αίμο το 1443-44 και η υπεράσπιση του Βελιγραδίου/Nándorfehérvár το 1456 κατά των στρατευμάτων που οδηγούσε προσωπικά ο Σουλτάνος καθιέρωσε τη φήμη του ως μεγάλου στρατηγού. Οι καμπάνες των Καθολικών και των παλαιότερων Προτεσταντικών εκκλησιών χτυπούν καθημερινά το μεσημέρι για να τιμήσουν τη μνήμη της νίκης του Βελιγραδίου, αν και ο πάπας το είχε διατάξει εκ των προτέρων, μια εβδομάδα πριν από την πολιορκία, προκειμένου να ενθαρρύνει τους στρατιώτες που αγωνίζονταν για τη Χριστιανοσύνη.
Ο Ιωάννης Ουνυάδης ήταν επίσης επιφανής πολιτικός. Συμμετείχε ενεργά στον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των οπαδών του Βλάντισλαβ Α΄ και του ανήλικου Λαδίσλαου Ε΄, των δύο διεκδικητών του θρόνου της Ουγγαρίας στις αρχές της δεκαετίας του 1440, υπέρ του πρώτου. Ως δημοφιλή μεταξύ των κατώτερων ευγενών, η Δίαιτα της Ουγγαρίας τον διόρισε, το 1445, ως ένας από τους επτά «Άρχοντες» που ήταν υπεύθυνοι για τη διοίκηση των κρατικών υποθέσεων μέχρι την ενηλικίωση του Λαδίσλαου Ε΄ (τότε ομόφωνα αποδεκτού ως βασιλιά). Η επόμενη Δίαιτα προχώρησε ακόμη περισσότερο, εκλέγοντας τον Ουνυάδη ως μοναδικό αντιβασιλέα με τον τίτλο του κυβερνήτη. Όταν παραιτήθηκε από αυτό το αξίωμα το 1452, ο βασιλιάς του απένειμε τον πρώτο κληρονομικό τίτλο (ισόβιος κόμης του Μπέστερτσε / Μπίστριτσα) στο Βασίλειο της Ουγγαρίας. Τη στιγμή εκείνη είχε γίνει ένας από τους πλουσιότερους γαιοκτήμονες στο βασίλειο και διατήρησε την επιρροή του στη Δίαιτα μέχρι τον θάνατό του.
Αυτός ο Athleta Christi, όπως τον αποκαλούσε ο Πάπας Πίος Β΄, πέθανε τρεις εβδομάδες μετά τον θρίαμβό του στο Nándorfehérvár / Βελιγράδι, θύμα επιδημίας που είχε ξεσπάσει στο στρατόπεδο των σταυροφόρων. Ωστόσο οι νίκες του επί των Τούρκων τους εμπόδισαν να εισβάλουν στο Βασίλειο της Ουγγαρίας για περισσότερα από 60 χρόνια. Η φήμη του ήταν αποφασιστικός παράγοντας για την εκλογή του γιου του, Ματθαίου Κορβίνου, ως βασιλιά από τη Δίαιτα του 1457. Ο Ουνυάδης είνα δημοφιλής ιστορική μορφή μεταξύ των Ούγγρων, των Ρουμάνων, των Σέρβων, των Βουλγάρων και άλλων εθνών της περιοχής.