Μπολέσλαφ Γ΄ ο Στραβόστομος
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Μπολέσλαφ Γ΄ ο Στραβόστομος (πολωνικά: Bolesław III Krzywousty) (20 Αυγούστου 1086[4][5] – 28 Οκτωβρίου 1138) ήταν ο δούκας της Ελάσσονος Πολωνίας, της Σιλεσίας και του Σαντόμιες μεταξύ 1102 και 1107 και ολόκληρης της Πολωνίας μεταξύ 1107 και 1138. Ήταν το μοναχοπαίδι του Δούκα Βλαντίσλαφ Α΄ Χέρμαν και της πρώτης του συζύγου, Ιουδήθ της Βοημίας.
Μπολέσλαφ Γ΄ ο Στραβόστομος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Bolesław III Krzywousty (Πολωνικά) |
Γέννηση | 20 Αυγούστου 1086[1] Κρακοβία |
Θάνατος | 28 Οκτωβρίου 1138[1] Σοχάτσεφ |
Τόπος ταφής | Καθεδρικός Ναός του Πουότσκ |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Πολωνίας (1025-1385) |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Πολωνικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Ζμπυσλάβα του Κιέβου (από 1103)[2] Σαλώμη του Μπεργκ (από 1115)[2] |
Τέκνα | Βλάντισλαφ Β΄ ο Εξόριστος Ρίκισσα της Πολωνίας, βασίλισσα της Σουηδίας Μπολέσλαφ Δ΄ ο Σγουρός[3] Μιέσκο Γ΄ ο Γηραιός Ντομπρόνιεγκα Λουντγκάρντα της Πολωνίας[3] Ιουδήθ της Πολωνίας Ερρίκος του Σαντόμιες[3] Αγνή της Πολωνίας Καζιμίρ Β΄ ο Δίκαιος Λέζεκ Μπολεσλάφοβιτς d:Q114720727 |
Γονείς | Βλάντισλαφ Α΄ Χέρμαν και Ιουδήθ της Βοημίας |
Αδέλφια | Αγνή Α΄, Ηγουμένη του Κέντλινμπεργκ Ζμπίγκνιεφ της Πολωνίας |
Οικογένεια | Οίκος των Πιάστ |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Duke of Poland |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα |
Ο Μπολέσλαφ άρχισε να κυβερνά την τελευταία δεκαετία του 11ου αιώνα, όταν η κεντρική κυβέρνηση στην Πολωνία αποδυναμώθηκε σημαντικά. Ο Βλαντίσλαφ Α΄ Χέρμαν έπεσε υπό την πολιτική εξάρτηση του Κόμη Σιέτσιεχ, ο οποίος έγινε ο de facto κυρίαρχος της χώρας. Με την υποστήριξη του πατέρα τους, ο Μπολέσλαφ και ο ετεροθαλής αδερφός του, Ζμπίγκνιεφ, έδιωξαν τελικά τον Σιέτσιεχ από τη χώρα το 1101, μετά από πολλά χρόνια μάχης. Μετά τον θάνατο του Βλαντίσλαφ Α΄ Χέρμαν το 1102, δημιουργήθηκαν δύο ανεξάρτητα κράτη, τα οποία κυβερνούσαν οι Μπολέσλαφ και Ζμπίγκνιεφ.
Ο Μπολέσλαφ προσπάθησε να κερδίσει την Πομερανία, κάτι που προκάλεσε ένοπλη σύγκρουση μεταξύ των αδελφών και ανάγκασε τον Ζμπίγκνιεφ να εγκαταλείψει τη χώρα και να ζητήσει στρατιωτική βοήθεια από τον Βασιλιά Ερρίκο Ε΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο Μπολέσλαφ τιμώρησε τον Ζμπίγκνιεφ τυφλώνοντάς τον. Αυτή η ενέργεια προκάλεσε οργή στους υποστηρικτές του Ζμπίγκνιεφ, με αποτέλεσμα μια πολιτική κρίση στην Πολωνία. Ο Μπολέσλαφ κέρδισε για άλλη μια φορά την εύνοια των υπηκόων του με δημόσια μετάνοια και έκανε προσκύνημα στο μοναστήρι του προστάτη του, Άγιο Ζιλ, στην Ουγγαρία.
Ο Μπολέσλαφ, όπως και ο Μπολέσλαφ Β΄ ο Γενναιόδωρος, στήριξε την εξωτερική πολιτική του στη διατήρηση καλών σχέσεων με τη γειτονική Ουγγαρία και το Ρως του Κιέβου, με τις οποίες δημιούργησε ισχυρούς δεσμούς μέσω γάμου και στρατιωτικής συνεργασίας για να σπάσει την πολιτική εξάρτηση της Πολωνίας από τη Γερμανία και τον υποτελή του Ερρίκου, τον βασιλιά της Βοημίας, που σε στιγμές αδυναμίας της πολωνικής πολιτικής αναγκάστηκε να αποτίσει φόρο τιμής στη Σιλεσία. Αυτές οι συμμαχίες επέτρεψαν στον Μπολέσλαφ να υπερασπιστεί αποτελεσματικά τη χώρα από την εισβολή το 1109. Αρκετά χρόνια αργότερα, ο Μπολέσλαφ εκμεταλλεύτηκε επιδέξια τις δυναστικές διαμάχες στη Βοημία για να εξασφαλίσει την ειρήνη στα νοτιοδυτικά σύνορα.
Ο Μπολέσλαφ αφιέρωσε το δεύτερο μισό της κυριαρχίας του στην κατάκτηση της Πομερανίας. Το 1113 κατέκτησε τα βόρεια οχυρά κατά μήκος του ποταμού Νότετς, τα οποία ενίσχυσαν τα σύνορα με τους Πομεράνιους. Τα επόμενα χρόνια, έκανε περαιτέρω βήματα προς την κατάκτηση της Πομερανίας. Η επίλυση της σύγκρουσης με την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία επέτρεψε στον Μπολέσλαφ να υποτάξει τη Δυτική Πομερανία και να ενσωματώσει την Ανατολική Πομερανία. Οι αποστολές, που πραγματοποιήθηκαν σε τρία στάδια, τελείωσαν τη δεκαετία του 1120 με στρατιωτικές και πολιτικές επιτυχίες. Η ενσωμάτωση των πρόσφατα προσαρτημένων εδαφών επέτρεψε στον Μπολέσλαφ να χτίσει εκκλησίες και να ξεκινήσει τη διαδικασία εκχριστιανισμού της Πομερανίας. Ο επίσκοπος Όθωνας της Βαμβέργης επιβεβαίωσε τον εκχριστιανισμό της Πομερανίας από το 1123 και μετά.
Στη δεκαετία του 1130, ο Μπολέσλαφ συμμετείχε στη δυναστική διαμάχη στην Ουγγαρία. Μετά από μια απρόσμενη ήττα, αναγκάστηκε να συνάψει συμφωνία με τη Γερμανία. Το Συνέδριο του Μέρσεμπουργκ του 1135 ασχολήθηκε με τα ζητήματα της Πομερανίας, της κυριαρχίας της Σιλεσίας (πιθανώς και της πολωνικής) και της υπεροχής της Αρχιεπισκοπής του Μαγδεμβούργου έναντι της Πολωνικής Εκκλησίας.
Ο Μπολέσλαφ παντρεύτηκε δύο φορές. Ο πρώτος του γάμος, με την Πριγκίπισσα Ζμπυσλάβα του Κιέβου, του έδωσε μια αφορμή για να παρέμβει στρατιωτικά στις εσωτερικές υποθέσεις του Ρως του Κιέβου. Μετά το θάνατό της, ο Μπολέσλαφ παντρεύτηκε μια Γερμανίδα ευγενή, τη Σαλώμη του Μπεργκ, η οποία κατά κάποιο τρόπο ήταν η αιτία αλλαγών στην πολωνική εξωτερική πολιτική: στο δεύτερο μισό της διακυβέρνησής του, ο πρίγκιπας προσπάθησε να αποκαταστήσει τις διπλωματικές σχέσεις με τον δυτικό γείτονά του.[6] Η τελευταία, και ίσως η πιο βαρυσήμαντη πράξη του, ήταν η διαθήκη του, γνωστή ως «Διαθήκη του Μπολέσλαφ Γ΄ του Στραβόστομου», στην οποία μοίρασε τη χώρα στους γιους του, οδηγώντας σε σχεδόν 200 χρόνια φεουδαρχικού κατακερματισμού του Πολωνικού Βασιλείου.
Ο Μπολέσλαφ Γ΄ ο Στραβόστομος έχει αναγνωριστεί από την ιστοριογραφία ως σύμβολο των πολωνικών πολιτικών φιλοδοξιών μέχρι και τον 19ο αιώνα.[7] Υποστήριξε επίσης την ανεξαρτησία της πολωνικής Αρχιεπισκοπής του Γκνιέζνο, παρά την προσωρινή αποτυχία τη δεκαετία του 1130. Αν και σημείωσε αναμφισβήτητες επιτυχίες, διέπραξε σοβαρά πολιτικά λάθη, κυρίως εναντίον του Ζμπίγκνιεφ της Πολωνίας, του ετεροθαλούς αδελφού του. Το έγκλημα εναντίον του Ζμπίγκνιεφ και η μετάνοιά του για αυτό δείχνουν τη μεγάλη φιλοδοξία του Μπολέσλαφ, καθώς και την ικανότητά του να βρει πολιτικό συμβιβασμό.[8]