Όπιο
From Wikipedia, the free encyclopedia
Όπιο, κοινώς αφιόνι (επιστ. ορολογία: Lachryma papaveris) ονομάζεται ο αποξηραμένος γαλακτώδης χυμός που προέρχεται από ένα είδος παπαρούνας που ονομάζεται μήκων η υπνοφόρος (Papaver somniferum).[1] Το όπιο περιέχει περίπου 25% αλκαλοειδή, ενώ μεταξύ αυτών έχει περιεκτικότητα περίπου 10~12% σε μορφίνη, από την οποία εξαρτάται η φαρμακολογική επενέργεια του.[2][3] Η χημική επεξεργασία της μορφίνης παράγει την ηρωίνη που διακινείται στο παράνομο εμπόριο ναρκωτικών. Περιέχει επίσης κωδεΐνη και άλλα μη ναρκωτικά αλκαλοειδή όπως παπαβερίνη, θηβαΐνη και νοσκαπίνη.[1][4]
Τα οπιούχα (μορφίνη, κωδεΐνη και θηβαΐνη) ασκούν τα κύρια αποτελέσματά τους στον εγκέφαλο και στο νωτιαίο μυελό. Η κύρια δράση τους είναι η ανακούφιση ή η καταστολή του πόνου. Ανακουφίζουν επίσης από το άγχος, προκαλούν χαλάρωση, υπνηλία και καταστολή, και μπορούν να μεταδώσουν μια κατάσταση ευφορίας ή άλλης ενισχυμένης διάθεσης. Τα οπιούχα έχουν επίσης σημαντικά φυσιολογικά αποτελέσματα: επιβραδύνουν την αναπνοή και τον καρδιακό παλμό, καταστέλλουν το αντανακλαστικό του βήχα και χαλαρώνουν τους λείους μύες της γαστρεντερικής οδού. Σκευάσματα από όπιο (αφέψημα, σκόνη, εκχύλισμα) χρησιμοποιούνται ως αντιδιαρροϊκά και παυσίπονα φάρμακα.[3]
Το όπιο και τα παράγωγά του αποτελούν ναρκωτικές ουσίες που προκαλούν σωματική και ψυχολογική εξάρτηση.[5][4] Με τη χρόνια χρήση, το σώμα αναπτύσσει μια ανοχή στα οπιούχα, έτσι ώστε να απαιτούνται προοδευτικά μεγαλύτερες δόσεις για να επιτευχθεί το ίδιο αποτέλεσμα. Η ηρωίνη και η μορφίνη είναι πιο εθιστικά ναρκωτικά από το όπιο ή την κωδεΐνη. Η οξεία υπερδοσολογία οπίου προκαλεί αναπνευστική καταστολή που μπορεί να είναι θανατηφόρα.[3]
Η νόμιμη παραγωγή οπίου επιτρέπεται βάσει της ενιαίας σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα ναρκωτικά του 1961 και άλλων διεθνών συνθηκών ναρκωτικών, υπό την επιφύλαξη αυστηρής εποπτείας από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου μεμονωμένων χωρών.[6][7]