Καινή Διαθήκη
From Wikipedia, the free encyclopedia
Καινή Διαθήκη ονομάζεται το δεύτερο μέρος της Ιερής γραμματείας ή Ιερών Κειμένων των Χριστιανών. Η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη αποτελούν την Αγία Γραφή των Χριστιανών· μάλιστα στην Καινή Διαθήκη περιλαμβάνονται περίπου 153 παραθέματα από την Παλαιά Διαθήκη[1]. Η Καινή Διαθήκη γράφτηκε από πολλούς συντάκτες μέσα σε μια χρονική περίοδο 50 περίπου ετών (Η Παλαιά και η Καινή σε περίπου 11 αιώνες[2]). Οι Χριστιανοί συγκέντρωσαν σταδιακά τα κείμενα αυτά σε ένα σώμα, μετά την Σταύρωση και την Ανάσταση του Κυρίου Ιησού Χριστού, ώστε να ενισχυθεί το έργο της διάδοσης του μηνύματός του στον κόσμο. Επίσης, με το έργο αυτό θέλησαν να μεταδώσουν στις επόμενες γενιές χωρίς αλλοιώσεις, τις πληροφορίες για όσα είδαν και άκουσαν. Η πλειονότητα των βιβλίων της Καινής Διαθήκης γράφτηκαν εξ αρχής στα αρχαία ελληνικά.
Τίτλος | Καινή Διαθήκη |
---|---|
Γλώσσα | Biblical Greek |
Ημερομηνία δημιουργίας | 1ος αιώνας |
Χαρακτήρες | Ιησούς Χριστός |
Dewey Decimal | 225 |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα (π • σ • ε ) |
Από «Χριστιανικές (Ελληνικές) Γραφές» αντί της παραδοσιακής χριστιανικής ονοματοδοσίας «Παλαιά Διαθήκη» και «Καινή Διαθήκη» αντίστοιχα.[3]