Έλλειψη νερού
όταν η ζήτηση νερού υπερβαίνει τους διαθέσιμους πόρους / From Wikipedia, the free encyclopedia
Η έλλειψη νερού ή λειψυδρία είναι η ανεπάρκεια σε πόρους του γλυκού νερού για την κάλυψη των ανθρώπινων και περιβαλλοντικών απαιτήσεων μιας δεδομένης περιοχής. Η λειψυδρία συνδέεται άρρηκτα με τα ανθρώπινα δικαιώματα και η επαρκής πρόσβαση σε ασφαλές πόσιμο νερό αποτελεί προτεραιότητα για την παγκόσμια ανάπτυξη. Ωστόσο, δεδομένων των προκλήσεων της αύξησης του πληθυσμού, της αδικαιολόγητης χρήσης του νερού, της αυξανόμενης ρύπανσης και των αλλαγών στις καιρικές συνθήκες λόγω της υπερθέρμανσης του πλανήτη, πολλές χώρες και μεγάλες πόλεις παγκοσμίως, τόσο πλούσιες όσο και φτωχές, αντιμετωπίζουν αυξανόμενη λειψυδρία τον 21ο αιώνα.[1][2]
Στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ το 2019 αναφέρθηκε ότι η έλλειψη νερού είναι ένας από τους μεγαλύτερους παγκόσμιους κινδύνους όσον αφορά στον πιθανό αντίκτυπο την επόμενη δεκαετία.[3] Επί του παρόντος, τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού (4 δισεκατομμύρια άτομα) ζουν σε συνθήκες σοβαρής λειψυδρίας τουλάχιστον 1 μήνα το έτος.[4][5] Μισό δισεκατομμύριο άνθρωποι στον κόσμο αντιμετωπίζουν σοβαρή λειψυδρία όλο το χρόνο.[4] Οι μισές από τις μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου αντιμετωπίζουν έλλειψη νερού.[5]
Η ουσία της παγκόσμιας λειψυδρίας είναι η γεωγραφική και η χρονική αναντιστοιχία μεταξύ της ζήτησης και της διαθεσιμότητας του γλυκού νερού.[6][7] Ο αυξανόμενος παγκόσμιος πληθυσμός, η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, η αλλαγή των τρόπων κατανάλωσης και η επέκταση της καλλιεργήσιμης γης είναι οι κύριες κινητήριες δυνάμεις για την αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση για νερό.[8][9] Η κλιματική αλλαγή, όπως η αλλαγή των καιρικών συνθηκών (συμπεριλαμβανομένων ξηρασίας ή πλημμυρών), η αποψίλωση των δασών, η αυξημένη ρύπανση, τα αέρια του θερμοκηπίου και η κατάχρηση του νερού μπορούν να προκαλέσουν ανεπάρκεια στην παροχή του νερού.[10]
Σε παγκόσμιο επίπεδο και σε ετήσια βάση, διατίθεται αρκετό γλυκό νερό για την κάλυψη αυτής της ζήτησης, αλλά οι χωρικές και χρονικές διακυμάνσεις της ζήτησης και της διαθεσιμότητας νερού είναι μεγάλες, οδηγώντας σε (φυσική) λειψυδρία σε πολλά μέρη του κόσμου κατά τη διάρκεια συγκεκριμένων περιόδων του έτους.[4] Η έλλειψη ποικίλλει με την πάροδο του χρόνου ως αποτέλεσμα της φυσικής υδρολογικής μεταβλητότητας, αλλά ποικίλλει ακόμη περισσότερο ως συνάρτηση των επικρατέστερων οικονομικών πολιτικών, του σχεδιασμού και των προσεγγίσεων διαχείρισης. Η έλλειψη αναμένεται να ενταθεί με τις περισσότερες μορφές οικονομικής ανάπτυξης, αλλά, εάν εντοπιστεί σωστά, πολλές από τις αιτίες της μπορούν να προβλεφθούν, να αποφευχθούν ή να μετριαστούν.[11]
Η Διεθνής Επιτροπή Πόρων των Ηνωμένων Εθνών δηλώνει ότι οι κυβερνήσεις τείνουν να επενδύουν σε μεγάλο βαθμό σε αναποτελεσματικές λύσεις: μεγάλα έργα όπως φράγματα, κανάλια, υδραγωγεία, αγωγοί και δεξαμενές νερού, τα οποία γενικά δεν είναι ούτε περιβαλλοντικά ούτε οικονομικά βιώσιμα. Ο πιο οικονομικά αποδοτικός τρόπος αποσύνδεσης της χρήσης νερού από την οικονομική ανάπτυξη, είναι οι κυβερνήσεις να δημιουργήσουν ολιστικά σχέδια διαχείρισης νερού που να λαμβάνουν υπόψη ολόκληρο τον κύκλο νερού: από την πηγή έως τη διανομή, συνετή χρήση, επεξεργασία, ανακύκλωση, επαναχρησιμοποίηση και επιστροφή στο περιβάλλον.[12]