Αλέξιος Γ΄ Μέγας Κομνηνός
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Αλέξιος Γ΄ Μέγας Κομνηνός ( 5 Οκτωβρίου 1338 - 20 Μαρτίου 1390) ήταν αυτοκράτορας της Τραπεζούντας από το Δεκέμβριο του 1349 έως το θάνατό του. Γεννήθηκε το 1338 και το βαφτιστικό του όνομα ήταν Ιωάννης.[1] Το άλλαξε σε Αλέξιος ίσως προς τιμήν του παππού του Αλέξιου Β' Μεγάλου Κομνηνού ή προς τιμήν του μεγαλύτερου αποθανόντος αδελφού του. Ήταν ο δεύτερος γιος του αυτοκράτορα Βασιλείου Μέγα Κομνηνού (22 Σεπτεμβρίου 1332 - 6 Απριλίου 1340) και της ερωμένης του - και κατοπινής δεύτερης συζύγου - του Ειρήνης,[2] κόρης ενός Τραπεζούντιου αριστοκράτη.
Αλέξιος Γ' Μέγας Κομνηνός | |
---|---|
Χρυσόβουλο που απεικονίζει τον Αλέξιο Γ' με τη γυναίκα του Θεοδώρα Καντακουζηνή | |
Περίοδος | 22 Δεκεμβρίου 1349 - 20 Μαρτίου 1390 |
Στέψη | 21 Ιανουαρίου 1350 Ναός Αγίου Ευγενίου, Τραπεζούντα |
Προκάτοχος | Μιχαήλ Μέγας Κομνηνός |
Διάδοχος | Μανουήλ Γ΄ Μέγας Κομνηνός |
Γέννηση | 5 Οκτωβρίου 1338 Κωνσταντινούπολη |
Θάνατος | 20 Μαρτίου 1390 (52 ετών) Τραπεζούντα |
Σύζυγος | Θεοδώρα Καντακουζηνή |
Επίγονοι | Βασίλειος Μανουήλ Γ΄ Μέγας Κομνηνός Ευδοκία Μαρία Άννα Ανδρόνικος Ιωάννης και άλλη μία κόρη |
Οίκος | Δυναστεία Κομνηνών |
Πατέρας | Βασίλειος Μέγας Κομνηνός |
Μητέρα | Ειρήνη της Τραπεζούντας |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα (π • σ • ε ) |
Ο Αλέξιος Γ' παντρεύτηκε τη Θεοδώρα Καντακουζηνή, ανιψιά του βυζαντινού αυτοκράτορα Ιωάννη Στ' Καντακουζηνού, στις 28 Σεπτεμβρίου 1351, στην εκκλησία του Αγίου Ευγένιου, πολιούχου της Τραπεζούντας.[3] Στέφθηκε στις 21 Ιανουαρίου 1351, αφού επέστρεψε στην Τραπεζούντα, μετά από μακρά περίοδο εξορίας στην Κωνσταντινούπολη.[4]
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, ο Αλέξιος Γ΄ αντιμετώπισε εσωτερικές συγκρούσεις και εμφύλιους πολέμους μεταξύ των αριστοκρατικών οικογενειών της Τραπεζούντας, οι οποίες ταλαιπωρούσαν την αυτοκρατορία από τη βασιλεία της Ειρήνης Παλαιολογίνας (6 Αυγούστου 1340 - 17 Ιουλίου 1341). Δεν μπόρεσε να επιβληθεί ολοκληρωτικά στις αριστοκρατικές οικογένειες που βρίσκονταν σε σύγκρουση και έτσι επέλεξε να προσεγγίζει μια φατρία κάθε φορά, ανάλογα με τις περιστάσεις, ενώ συνέχισε να συλλαμβάνει μέλη αντιπάλων ομάδων.[5] Επίσης αντιμετώπισε με ανάμεικτη επιτυχία τις εξωτερικές απειλές εναντίον του κράτους, οι οποίες προέρχονταν από τα γειτονικά Τουρκομανικά νομαδικά φύλα και εμιράτα, όσο και από τον ανταγωνισμό μεταξύ των Βενετών και Γενουατών εμπόρων, οι οποίοι μετέφεραν τις διαμάχες τους στην περιοχή του Πόντου.[6]
Η μακρόχρονη βασιλεία του ήταν περίοδος ακμής για την αυτοκρατορία του Πόντου και ο ίδιος θεωρείται ένας από τους πιο αξιόλογους ηγεμόνες της. Ο Αλέξιος Γ΄ αναδείχθηκε σε σπουδαίο προστάτη των γραμμάτων και των τεχνών, με αποτέλεσμα η πρωτεύουσα του να εξελιχθεί σε σπουδαιότατο κέντρο επιστημών, τεχνών και εμπορίου.[7] Ευεργέτησε και ίδρυσε μοναστήρια τόσο μέσα στην αυτοκρατορία όσο και στο Άγιο Όρος, ενώ αναστήλωσε τα τείχη της Τραπεζούντας και ανήγειρε φρούρια μέσα στην επικράτεια του.[8] Υπέγραφε τα χρυσόβουλά του ως «Ἀλέξιος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ πιστός βασιλεὺς καὶ αὐτοκράτωρ πάσης Ἀνατολῆς, Ἰβήρων καὶ Περατείας ὁ Μέγας Κομνηνός». Πέθανε στις 20 Μαρτίου 1390.[9]