Διαλεκτική
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η λέξη διαλεκτική προέρχεται από την ελληνική λέξη διαλέγομαι, που σημαίνει διεξάγω συζήτηση. Στην αρχαιότητα με τη διαλεκτική εννοούσαν την τέχνη να φτάνει κανείς στην αλήθεια μέσω της σύγκρουσης αντιθέτων απόψεων, όπως στο σύνολο σχεδόν των Πλατωνικών έργων.[1] Ο όρος επικράτησε διεθνώς ως Dialectic. Στην Αγγλία παλαιότερα ο όρος αυτός ήταν συνώνυμος της Λογικής όπως και εφαρμοζόταν στην τυπική συλλογιστική των εκάστοτε ρητόρων[εκκρεμεί παραπομπή].
Πολύ ωραία εννόησες τη σκέψη μου· λάβε λοιπόν για τα τέσσερα αυτά μέρη, του ορατού και του νοητού, που είπαμε, και τέσσερις ενέργειες της ψυχής· τη νόηση μεν για το ανώτατο, τη διάνοια για το δεύτερο, για το τρίτο την πίστη και για το τελευταίο την εικασία· απόδοσε δε σε καθένα από τους τέσσερις αυτούς τρόπους της γνώσεως με περισσότερη ή ολιγότερη σαφήνεια κατά την αναλογία που και τα αντικείμενα αυτά μετέχουν με περισσότερη ή ολιγότερη αλήθεια
⸺
ἱκανῶς μὲν οὔ-δοκεῖς γάρ μοι συχνὸν ἔργον λέγειν-ὅτι μέντοι βούλει διορίζειν σαφέστερον εἶναι τὸ ὑπὸ τῆς τοῦ διαλέγεσθαι ἐπιστήμης τοῦ ὄντος τε καὶ νοητοῦ θεωρούμενον ἢ τὸ ὑπὸ τῶν τεχνῶν καλουμένων, αἷς αἱ ὑποθέσεις ἀρχαὶ καὶ διανοίᾳ μὲν ἀναγκάζονται ἀλλὰ μὴ αἰσθήσεσιν αὐτὰ θεᾶσθαι οἱ θεώμενοι, διὰ δὲ τὸ μὴ ἐπ᾽ ἀρχὴν ἀνελθόντες σκοπεῖν ἀλλ᾽ ἐξ ὑποθέσεων, νοῦν οὐκ ἴσχειν περὶ αὐτὰ δοκοῦσί σοι, καίτοι νοητῶν ὄντων μετὰ ἀρχῆς. διάνοιαν δὲ καλεῖν μοι δοκεῖς τὴν τῶν γεωμετρικῶν τε καὶ τὴν τῶν τοιούτων ἕξιν ἀλλ᾽ οὐ νοῦν, ὡς μεταξύ τι δόξης τε καὶ νοῦ τὴν διάνοιαν οὖσαν. ἱκανώτατα, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἀπεδέξω. καί μοι ἐπὶ τοῖς τέτταρσι τμήμασι τέτταρα ταῦτα παθήματα ἐν τῇ ψυχῇ γιγνόμενα λαβέ, νόησιν μὲν ἐπὶ τῷ ἀνωτάτω, διάνοιαν δὲ ἐπὶ τῷ δευτέρῳ, τῷ τρίτῳ δὲ πίστιν ἀπόδος καὶ τῷ τελευταίῳ εἰκασίαν, καὶ τάξον αὐτὰ ἀνὰ λόγον, ὥσπερ ἐφ᾽ οἷς ἐστιν ἀληθείας μετέχει, οὕτω ταῦτα σαφηνείας ἡγησάμενος μετέχειν.Πλάτων, Πολιτεία, κεφ. ΣΤ 511c-511d