Εκκοσμίκευση
From Wikipedia, the free encyclopedia
Εκκοσμίκευση ονομάζεται η διαδικασία μετατροπής μιας κοινωνίας στηριγμένης σε μεγάλο βαθμό σε συγκεκριμένες θρησκευτικές αξίες και κανόνες σε μια κοινωνία άθρησκη, βασιζόμενη σε κοσμικές αξίες και θεσμούς. Η εν λόγω θέση υποστηρίζει πως, καθώς μετασχηματίζονται οι κοινωνίες μέσω του εκσυγχρονισμού και του εξορθολογισμού τους, η θρησκεία χάνει την αυθεντία της σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής και διακυβέρνησης.[1] Κατά μία έννοια η εκκοσμίκευση μπορεί να θεωρηθεί ως η εφαρμογή του κοσμικισμού στην πράξη. Ο όρος εκκοσμίκευση χρησιμοποιείται επίσης στο πλαίσιο της άρσης των μοναστικών περιορισμών στα μέλη του κλήρου.[2]
Η εκκοσμίκευση αναφέρεται στην ιστορική διαδικασία στην οποία η θρησκεία χάνει την κοινωνική και πολιτιστική της σημασία. Ως αποτέλεσμα της εκκοσμίκευσης ο ρόλος της θρησκείας στις σύγχρονες κοινωνίες περιορίζεται. Στις κοσμικές κοινωνίες η πίστη στερείται πολιτιστικής εξουσίας και οι θρησκευτικές οργανώσεις έχουν μικρή κοινωνική δύναμη.
Η εκκοσμίκευση έχει πολλά επίπεδα σημασίας, τόσο ως θεωρία όσο και ως ιστορική διαδικασία. Κοινωνικοί θεωρητικοί, όπως ο Καρλ Μαρξ, ο Σίγκμουντ Φρόυντ, ο Μαξ Βέμπερ και ο Εμίλ Ντιρκέμ, θεώρησαν ότι ο εκσυγχρονισμός της κοινωνίας θα περιελάμβανε μείωση των επιπέδων θρησκευτικότητας. Η μελέτη αυτής της διαδικασίας επιδιώκει να καθορίσει τον τρόπο με τον οποίο, ή το βαθμό στον οποίο οι θρησκευτικές πίστες, πρακτικές και θεσμοί χάνουν κοινωνική σημασία. Μερικοί θεωρητικοί υποστηρίζουν ότι η εκκοσμίκευση του σύγχρονου πολιτισμού απορρέει εν μέρει από την αδυναμία μας να προσαρμόσουμε τις ευρείες ηθικές και πνευματικές ανάγκες της ανθρωπότητας στην ολοένα και πιο γρήγορη πρόοδο των φυσικών επιστημών.[3]
Ο όρος έχει επίσης πρόσθετες έννοιες, κυρίως ιστορικές και θρησκευτικές. Εφαρμοσμένος στην εκκλησιαστική ιδιοκτησία, ιστορικά αναφέρεται στην κατάσχεση μοναστικών εκτάσεων και κτιρίων, όπως η Διάλυση των Μοναστηρίων στην Αγγλία του Ερρίκου Η΄ και οι μεταγενέστερες πράξεις κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης καθώς και οι διάφορες αντι-κληρικές πολιτικές ευρωπαϊκών κυβερνήσεων κατά τη διάρκεια του 18ου και του 19ου αιώνα που είχαν ως αποτέλεσμα την απέλαση και καταστολή των θρησκευτικών κοινοτήτων που τις κατείχαν. Το Kulturkampf του 19ου αιώνα στη Γερμανία και παρόμοια γεγονότα σε πολλές άλλες χώρες ήταν επίσης εκφράσεις της εκκοσμίκευσης.[4]
Στη δεκαετία του 1960 σημειώθηκε μια δραματική μεταστροφή προς την εκκοσμίκευση στη Δυτική Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική (ειδικά το Κεμπέκ), την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία. Αυτή η μεταμόρφωση ήταν αλληλένδετη με σημαντικούς κοινωνικούς παράγοντες: την οικονομική ευημερία, τη νεολαία που επαναστατεί ενάντια στους κανόνες και τις συμβάσεις της κοινωνίας, την απελευθέρωση των γυναικών, τη ριζοσπαστική θεολογία και τη ριζοσπαστική πολιτική.[5]