Aρχαίος Έλληνας φιλόσοφος From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Επίκουρος του Νεοκλέους ο Γαργήττιος (Σάμος, 341 π.Χ. – Αθήνα, 270 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή, τον Κήπο του Επίκουρου, η οποία θεωρείται από τις πιο γνωστές σχολές της ελληνικής φιλοσοφίας.
Ήταν Αθηναίος πολίτης, γιος του Νεοκλή και της Χαιρεστράτης. Ο πατέρας του, Αθηναίος πολίτης από τον δήμο Γαργηττού με καταγωγή από το παλιό επιφανές Αθηναϊκό γένος των Φιλαϊδών, συμμετείχε στον αποικισμό της Σάμου, όπου ο Επίκουρος ανατράφηκε («Επίκουρος Νεοκλέους και Χαιρεστράτης, Αθηναίος, των δήμων Γαργήττιος, γένους του των Φιλαϊδών... κληρουχησάντων Αθηναίων την Σάμον εκείθι τραφήναι» - Διογένης Λαέρτιος 10,1). Ο Επίκουρος άρχισε να έρχεται από νωρίς σε έντονη επαφή με τη φιλοσοφία του Ναυσιφάνη από τη γειτονική πόλη Τέω, γεγονός που τον απομάκρυνε από κάθε πλατωνική δοξασία και τον έστρεψε στις θεωρίες του Δημόκριτου. Σε ηλικία 18 ετών μετέβη στην Αθήνα για την στρατιωτική και πολιτική του θητεία μαζί με τον κωμικό Μένανδρο. Για τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια της ζωής του δεν έχουν διασωθεί αρκετές πληροφορίες. Αργότερα, δημιούργησε τον δικό του Φιλοσοφικό Κύκλο στη Μυτιλήνη και μετά στη Λάμψακο. Επέστρεψε στην Αθήνα το 307/6 π.Χ. σε ηλικία 34 ετών και αγόρασε μια έκταση στην Αθήνα ανάμεσα στο Δίπυλον και την Ακαδημία [1], όπου στέγασε τη φιλοσοφική του σχολή - τον Κήπο του Επίκουρου.[2] Δίδαξε για 35 χρόνια ακολουθώντας ήσυχη και λιτή ζωή. Περιστοιχιζόταν από άνδρες, γυναίκες, εταίρες και δούλους, που μετείχαν ισάξια στον επικούρειο Κήπο. Ο Επίκουρος πέθανε το 270 π.Χ., σε ηλικία 71 χρόνων.[3]
Κατά την Ελληνιστική εποχή, την περίοδο δηλαδή που αρχίζει με τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου (323 π.Χ.) και τελειώνει συμβατικά με τη ναυμαχία του Ακτίου, το 31 π.Χ., κυρίαρχη θέση στην αρχαία φιλοσοφία κατέχουν οι σχολές των Στωικών και των Επικούρειων, παράλληλα βέβαια με εκείνες των Πλατωνικών, Αριστοτελικών, Σκεπτικιστών, Κυνικών κ.ά.
Η φιλοσοφία του Επίκουρου συγκροτείται στο σχήμα Κανονικό - Φυσικό - Ηθικό.
Το Κανονικό ορίζεται ως η μέθοδος που οδηγεί στην αντίληψη και εξήγηση του περιβάλλοντος κόσμου και του ίδιου του ανθρώπου. Στηρίζεται στις αισθήσεις, στις προλήψεις, στα πάθη (την ηδονή και τον πόνο) και τις φανταστικές επιβολές της διάνοιας. Αυτά αποτελούν για τους επικούρειους τα μοναδικά και αξιόπιστα κριτήρια της Αλήθειας.
"Εν τοίνυν τῷ Κανόνι λέγων ἐστὶν ὁ Ἐπίκουρος κριτήρια τῆς ἀληθείας εἶναι τὰς αἰσθήσεις καὶ προλήψεις καὶ τὰ πάθη, οἱ δ' Ἐπικούρειοι καὶ τὰς φανταστικὰς ἐπιβολὰς τῆς διανοίας". (Διογένης Λαέρτιος- Βίος Επίκουρου)
Με τα κριτήρια της Αλήθειας ο άνθρωπος μπορεί να αντιληφθεί και να εξηγήσει με τον λογισμό τα περί της Φύσεως πράγματα. Με τον Κανόνα ο Επίκουρος ανέπτυξε το Φυσικό μέρος της φιλοσοφίας του. Εξήγησε, λοιπόν, τη λειτουργία και τα αίτια της ύλης, των φυσικών φαινομένων, της γης, του ουρανού, των αστέρων, αλλά και του χώρου, του χρόνου, και βέβαια των όντων.
Η επικούρεια φυσική φιλοσοφία χαρακτηρίζεται από τα παρακάτω:
α. Ατομικότητα: η ύπαρξη των ατόμων πρωτοαναφέρεται στη Δημοκρίτεια φιλοσοφία. Ο Επίκουρος θεωρούσε, όμως, ότι τα άτομα έχουν βάρος και εισήγαγε την παρέγκλιση από την ευθεία πορεία τους, που επιτρέπει τη σύγκρουσή τους και συνεπώς τη δημιουργία των κόσμων. Η ύλη είναι σύζευξη ατόμων και κενού.
β. Παρέγκλισις: είναι η τυχαία κίνηση των ατόμων του Επίκουρου από τροχιά σε τροχιά, που δημιουργεί και την ποικιλότητα στη φύση.
γ. Τυχαιότητα: η επικούρεια φιλοσοφία άφηνε ανοιχτό το φαινόμενο της τυχαιότητας, σε αντίθεση με τα αιτιοκρατικά και τελεολογικά αιτήματα των Πλατωνιστών και Αριστοτελικών και τη χρήση της «αναγκαιότητος» του Δημόκριτου.
δ. Υλισμός: θεωρεί υλική ακόμη και την ψυχή.
Η διατύπωση της Ηθικής Φιλοσοφίας του Επίκουρου στηρίζεται στον Κανόνα και τη Φυσική. Όπως λέει ο ίδιος στην Κύρια Δόξα XII.(12):
"Οὐκ ἦν τὸ φοβούμενον λύειν ὑπὲρ τῶν κυριωτάτων μὴ κατειδότα τίς ἡ τοῦ σύμπαντος φύσις, ἀλλ' ὑποπτευόμενόν τι τῶν κατὰ τοὺς μύθους· ὥστε οὐκ ἦν ἄνευ φυσιολογίας ἀκεραίους τὰς ἡδονὰς ἀπολαμβάνειν". (Δεν είναι δυνατόν να διαλύει κανείς τους φόβους για τα πιο σημαντικά φαινόμενα, όταν δεν γνωρίζει ποια είναι η φύση του σύμπαντος αλλά ερμηνεύει τις υποψίες του για κάτι σύμφωνα με τους μύθους. Επομένως, δίχως τη μελέτη της φύσης δεν είναι δυνατόν να απολαμβάνει κανείς ακέραιες τις ηδονές)
Ο Επίκουρος και η θεωρία του στρέφονται σε έναν ηθικολογικό χαρακτήρα της φιλοσοφίας.[4] Στόχος του ήταν η αναζήτηση των αιτιών της ανθρώπινης δυστυχίας και των εσφαλμένων δοξασιών που την προκαλούν, όπως για παράδειγμα η δεισιδαιμονία, ώστε να υπάρξει η αντιπρόταση για την προοπτική μιας ευχάριστης ζωής (ΖΗΝ ΗΔΕΩΣ), που για την επίτευξή της ο Επίκουρος προσέφερε ξεκάθαρες φιλοσοφικές συμβουλές. Το ζην ηδέως επιτυγχάνεται με την απουσία του πόνου και φόβου και με τη βίωση μιας ζωής αυτάρκους, περιβαλλόμενης από φίλους.
Ο Επίκουρος δίδαξε ότι η ηδονή (ή αλλιώς ευχαρίστηση) και ο πόνος είναι το μέτρο για το τι πρέπει να προτιμούμε και τι να αποφεύγουμε. Μια ηδονή, για τον Επίκουρο, είναι ηθικώς θεμιτή και πρέπει να την επιδιώκουμε, εφόσον αποτελεί μέσο διασφάλισης της κορυφαίας ηδονικής κατάστασης, που δεν είναι άλλη από την ψυχική μας ηρεμία. Ακόμα και ο πόνος, εάν ορισμένες φορές μας βοηθάει στην κατάκτηση της ψυχικής μας ηρεμίας, αποκτά θετική σημασία. Στο πλαίσιο της μετριοπαθούς μορφής του ηδονισμού, το κριτήριο επιλογής μεταξύ των ηδονών δεν είναι πλέον ποσοτικό, δηλαδή η έντασή τους, αλλά ποιοτικό. Ο Επίκουρος διακρίνει τις καταστηματικές από τις κατά κίνησιν ηδονές, θεωρώντας τις πρώτες ανώτερες από τις δεύτερες. Οι κατά κίνησιν ηδονές είναι δυναμικές ηδονές, με την έννοια ότι, όταν καρποφορούν, κάποιος εκπληρώνει μια επιθυμία του που όσο δεν την ικανοποιούσε ένιωθε δυσφορία. Η ικανοποίηση της πείνας, λοιπόν, κατά το χρονικό διάστημα που συντελείται, είναι μια κατά κίνησιν ηδονή. Η κατάσταση της ηρεμίας που ακολουθεί όταν ο άνθρωπος πλέον έχει χορτάσει, κατά τον Επίκουρο, είναι μια καταστηματική μορφή ηδονής. Αν όμως παρασυρθεί, φάει κατά τρόπο ανεξέλεγκτο και βαρυστομαχιάσει, θα έχει εκπληρώσει μια κατά κίνησιν ηδονή του, αλλά μη έχοντας αποκτήσει την καταστηματική ηδονή της ηρεμίας και της γαλήνης θα είναι δυστυχισμένος.[5]
Βασικές αρχές της διδασκαλίας του είναι οι εξής:
- με τον θάνατο έρχεται το τέλος όχι μόνο του σώματος, αλλά και της ψυχής
- οι θεοί (οι οποίοι βέβαια υπάρχουν) δεν επιβραβεύουν ή τιμωρούν τους ανθρώπους και γενικώς δεν ασχολούνται καθόλου με αυτούς, προσβλέποντες στην «ἀταραξίαν»[6][7][8](βλ. Ἱππόλυτος «Κατὰ πασῶν αἱρέσεων I.22,3)
- το σύμπαν είναι άπειρο και αιώνιο
- τα γενόμενα στον κόσμο συμβαίνουν τελικά με βάση τις κινήσεις και τις αλληλεπιδράσεις των ατόμων που διακινούνται στον κενό χώρο.
Γνωστή είναι η τετραφάρμακος, δηλαδή οι τέσσερις «αρχές» που πρόβαλλε ο Επίκουρος:
Ἄφοβον ὁ θεός,
ἀνύποπτον ὁ θάνατος·
καὶ τἀγαθὸν μὲν εὔκτητον,
τὸ δὲ δεινὸν εὐεκκαρτέρητον.Φιλόδημος, Πρὸς σοφιστάς, IV 10-14
και σε νεοελληνική απόδoση:
Ο θεός δεν είναι για φόβο (διότι η θεϊκή δύναμη δεν απειλεί εκ φύσεως),
ο θάνατος δεν προκαλεί ανησυχία (διότι δεν υπάρχει μετά θάνατον ζωή)•
και το καλό (ό,τι πραγματικά χρειαζόμαστε) εύκολα αποκτιέται,
το δε κακό αντέχεται (ό,τι μας κάνει να υποφέρουμε, εύκολα μπορούμε να το υπομείνουμε).
Όλοι οι μαθητές και φίλοι του Επίκουρου αποτελούσαν σύλλογο με αρχηγό τον Επίκουρο, όμοιο μ΄ εκείνον των Πυθαγορείων. Συνδέονταν με στενή φιλία μεταξύ τους, χωρίς όμως να έχουν κοινοκτημοσύνη, την οποία ο Επίκουρος δεν θεωρούσε αναγκαία, διότι κατά τη γνώμη του δήλωνε απιστία μάλλον παρά πίστη μεταξύ φίλων. Σε αυτόν τον σύλλογο δεν συμμετείχαν μόνο άνδρες, αλλά και γυναίκες, όπως η Θεμίστα, η σύζυγος του Λεοντέα, που ήταν ερωμένη του Μητροδώρου, πράγμα που τότε δεν ερχόταν σε αντίθεση με την ηθική αντίληψη της ελληνικής κοινωνίας. Αυτή, όμως, η χαρούμενη σχέση του Επίκουρου και των φίλων του με εταίρες, η διδασκαλία του περί ηδονής, που παρανοήθηκε ή διαστρεβλώθηκε επίτηδες από μερικούς, καθώς και η καταφρόνηση που έδειχνε ο Επίκουρος και οι μαθητές του για τους σύγχρονους αλλά και για τους προγενέστερους φιλοσόφους, έδωσαν αφορμή, ιδιαίτερα στους στωικούς, να διαβάλουν τόσο τον ίδιο όσο και τη φιλοσοφία του με τον χειρότερο τρόπο.[9]
Την ηθική των Επικουρείων κατηγόρησε αργότερα και ο Πλούταρχος στα συγγράμματά του Προς Κολώτην και Ότι ουδέ ζην έστιν ηδέως κατ΄ Επίκουρον.
Ο βιογράφος του Επίκουρου, Διογένης Λαέρτιος, για να αποδείξει την ακεραιότητα και την αρετή του παραθέτει τις εξής αποδείξεις [Ι 9 κ.ε.]:[10]
Ο Επίκουρος και οι οπαδοί του παρουσιάστηκαν από τους χριστιανούς λόγιους ως κήρυκες και υποδείγματα ακολασίας και με τη σημασία αυτή διατηρήθηκε ο όρος επικουρισμός κατά τον Μεσαίωνα. Όμως, κατά τον 17ο αι. ο Γάλλος φιλόσοφος και θεολόγος Πιερ Γκασέντ προσέγγισε με άλλη ματιά τον επικουρισμό, προσπαθώντας να συνδυάσει τη φυσιοκρατική θεωρία των Επικουρείων με τη θεοκρατική διδασκαλία του χριστιανισμού. Η αντίθεση μεταξύ επικουρισμού και στωικισμού στο θέμα της θείας πρόνοιας, καθώς ο Επίκουρος αρνήθηκε κάθε θεία παρέμβαση στον κόσμο και κάθε τελολογική ερμηνεία, έδωσε αφορμή για την ανάπτυξη οξείας αντιδικίας εκείνη την εποχή. Ωστόσο, στους νεότερους χρόνους, η προσεκτική μελέτη των κειμένων και η επιστημονική αξιολόγηση αναζήτησαν και απέδωσαν στον επικουρισμό την πραγματική του θέση στην ιστορία της φιλοσοφίας[12].
«Οὐκ ἔστιν ἡδέως ζῆν ἄνευ τοῦ φρονίμως καὶ καλῶς καὶ δικαίως οὐδὲ φρονίμως καὶ καλῶς καὶ δικαίως ἄνευ τοῦ ἡδέως· ὅτῳ δὲ τοῦτο μὴ ὑπάρχει͵ οὐκ ἔστι τοῦτον ἡδέως ζῆν». |
—Επίκουρος, Κύριαι δόξαι εδ.5 |
Από την επικούρεια φιλοσοφική σχολή στην Αθήνα, τον Κήπο, διαδόθηκαν οι αρχές της επικούρειας φιλοσοφίας σε όλο τον ελληνικό και αργότερα ρωμαϊκό κόσμο. Ο Επίκουρος, ήταν από τους πολυγραφότερους φιλοσόφους της Ιστορίας. Είχε συγγράψει έργα τα οποία αναπτύσσονταν σε 300 κυλίνδρους. Τα κυριότερα από αυτά σύμφωνα με τον Διογένη τον Λαέρτιο, ήταν τα εξής:
Με το τέλος του ελληνορωμαϊκού κόσμου και την απαρχή του Μεσαίωνα, τα περισσότερα επικούρεια έργα αφανίστηκαν λόγω του περιεχομένου τους. Από το έργο του Επίκουρου σήμερα σώζονται μέσω του βιογράφου Διογένη του Λαέρτιου (3ος αι. μ.Χ.) τρεις επιστολές (Προς Ηρόδοτο - Περί Φύσεως, Προς Πυθοκλή - Περί Ουρανίων Σωμάτων, Προς Μενοικέα - Περί Ηθικής) και Οι Κύριες Δόξες, τα οποία αποτελούν την επιτομή του φιλοσοφικού του συστήματος, καθώς και η διαθήκη του. Το 1414 ο Πόντζιο Μπρατζιολίνι ανακάλυψε σ’ ένα γερμανικό μοναστήρι το ποίημα De Rerum Natura (Για την Φύση των Πραγμάτων) του επικούρειου Ρωμαίου Λουκρήτιου (94-55 π.Χ.). Το ποίημα αναπτύσσεται σε έξι βιβλία και εμπεριέχει την επικούρεια θεώρηση περί Φύσεως. Το 1884 ανακαλύφθηκε από δύο Γάλλους αρχαιολόγους στην Ιωνία η μεγάλη επιγραφή του επικούρειου Διογένη Οινοανδέα, το μεγαλειώδες φιλοσοφικό μνημείο της ανθρωπότητας. Το 1888 βρέθηκε στο Βατικανό μια συλλογή με επικούρειες «δόξες» που ονομάστηκε Επίκουρου Προσφώνησις.
Απόψεις της επικούρειας φιλοσοφίας εντοπίζονται στα έργα άλλων συγγραφέων, όπως ο Αθηναίος, ο Κικέρων, ο Σέξτος Εμπειρικός, και άλλοι. Νέα κείμενα έρχονται στο φως ακόμη και σήμερα, από τους απανθρακωμένους παπύρους που βρέθηκαν σε μια έπαυλη του Ηρακλείου (Ερκουλάνεουμ) πόλης της Ιταλίας που είχε καταστραφεί από την ηφαιστειακή έκρηξη του Βεζούβιου. Στο πρόσφατο παρελθόν, τα επικούρεια έργα που έχουν σωθεί, εκδόθηκαν και στα νέα ελληνικά.
Στο De Rerum Natura (Για τη φύση των πραγμάτων), ένα ποιητικό έργο γραμμένο πριν από σχεδόν δύο χιλιάδες χρόνια, ο Ρωμαίος Λουκρήτιος λέει για τον Επίκουρο:
Παρά τις κατά καιρούς αστήρικτες κατηγορίες για αθεΐα,[13] η ευσέβεια του φιλοσόφου υπήρξε παροιμιώδης. Ο Διογένης Λαέρτιος αναφέρει στο έργο του ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ (10ο ΒΙΒΛΙΟ) για τον Επίκουρο ότι: ΤΗΣ ΜΕΝ ΓΑΡ ΠΡΟΣ ΘΕΟΥΣ ΟΣΙΟΤΗΤΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΠΑΤΡΙΔΑ ΦΙΛΙΑΣ ΑΛΕΚΤΟΣ Η ΔΙΑΘΕΣΙΣ. Στην επιστολή προς Μενοικέα, ο ίδιος ο Επίκουρος αναφέρει σχετικά με τους θεούς: ΘΕΟΙ ΜΕΝ ΓΑΡ ΕΙΣΙΝ. ΕΝΑΡΓΗΣ ΓΑΡ ΑΥΤΩΝ ΕΣΤΙΝ Η ΓΝΩΣΙΣ, δηλαδή ότι «οι θεοί βέβαια υπάρχουν διότι η γνώση που έχουμε γι´αυτούς είναι εναργής (ξεκάθαρη, ολοφάνερη, διαχρονική και καθολική).»
Κατά τη διάρκεια του διαφωτισμού, υπήρξαν προσωπικότητες που ακολούθησαν τις αρχές του Επίκουρου και τις διέδωσαν ανά τον κόσμο. Μια μεγάλη μορφή της παγκόσμιας ιστορίας, ο Τόμας Τζέφερσον (13 Απριλίου 1743 - 4 Ιουλίου 1826), ο τρίτος Πρόεδρος των Η.Π.Α. (1801-1809) και κύριος συγγραφέας της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας, είχε γράψει σε επιστολή προς το φίλο του, Γουίλιαμ Σορτ, (γραμμένη στο Μοντιτσέλο της Βιρτζίνια στις 19 Οκτωβρίου 1819), τα εξής:
«Όπως λες για τον εαυτό σου, έτσι κι εγώ είμαι Επικούρειος. Θεωρώ ότι η αυθεντική (όχι η πλαστή) διδασκαλία του Επίκουρου περιέχει καθετί λογικό από την πρακτική φιλοσοφία που μας άφησαν η Ελλάδα και η Ρώμη.»[14]
Σήμερα τόσο στην Ελλάδα αλλά και παγκοσμίως, το φιλοσοφικό αυτό ρεύμα έχει υποστηρικτές που συνεχίζουν την παράδοση των επικούρειων της αρχαιότητας στον σύγχρονο κόσμο μας, ακολουθώντας την τελευταία φράση του Επίκουρου:
«ΧΑΙΡΕΤΕ ΚΑΙ ΜΕΜΝΗΣΘΕ ΤΑ ΔΟΓΜΑΤΑ».
Στη σύγχρονη Ελλάδα διοργανώνεται στο Πολιτιστικό Κέντρο Γέρακα Αττικής ένα ετήσιο πανελλήνιο συμπόσιο Επικούρειας φιλοσοφίας τον Φεβρουάριο προς τιμή του Επίκουρου στο χώρο καταγωγής του, τον αρχαίο Γαργηττό. Διοργανώνεται από τους φίλους της Επικούρειας φιλοσοφίας «Κήπος Αθηνών» και «Κήπος Θεσσαλονίκης» υπό την αιγίδα του Δήμου Παλλήνης (www.epicuros.gr).
Η φιλοσοφία του Επίκουρου αποτέλεσε τη βάση της ατομιστικής αντίληψης για το σύμπαν και της υλιστικής μεταφυσικής. Κατά τον 19ο αιώνα, η φιλοσοφία του Επίκουρου εντυπωσίασε τον Κάρολο Μαρξ, ο οποίος το 1841 έγραψε διατριβή υπό τον τίτλο: «Διαφορά μεταξύ της φυσικής φιλοσοφίας του Δημόκριτου και του Επίκουρου», την οποία υπέβαλε στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ιένας στη Γερμανία, και με αυτήν έλαβε τον τίτλο του διδάκτορα.
Εκτός από τον Μαρξ και ο Λένιν ασπάσθηκε την περί ειδώλων γνωσιολογική αντίληψη του Επίκουρου.
Στην εξάπλωση της επικούρειας διδασκαλίας συντέλεσε και ο μειλίχιος χαρακτήρας του Επίκουρου, αλλά κυρίως το πρακτικό πνεύμα της ηθικής του διδασκαλίας, σύμφωνα με το οποίο η φιλοσοφία δεν ήταν αυτοσκοπός, αλλά μέσο και βοήθημα στην επίτευξη του σκοπού του ανθρώπινου βίου, που ήταν η ευδαιμονία. Γι ΄αυτό το λόγο ο Επίκουρος δεν έδινε σχεδόν καμιά σημασία στις εκτεταμένες θεωρητικές, γραμματικές, ιστορικές και μαθηματικές έρευνες, εφόσον δεν εξυπηρετούσαν το να ζει ο άνθρωπος ευτυχισμένος. Από την άλλη όμως, επειδή θεωρούσε ότι η κακοδαιμονία των ανθρώπων προέρχεται από την αμάθεια, τη δεισιδαιμονία, τις προλήψεις, τους φόβους και τις ελπίδες που γεννούν όλα αυτά στους ανθρώπους και επειδή θεωρούσε πως αιτία όλων αυτών είναι η άγνοια των φυσικών νόμων, πίστευε ότι το μόνο μέσο θεραπείας είναι η ορθή γνώση των νόμων που διέπουν τη φύση και τον άνθρωπο.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.