Επαμφοτερίζουσα χημική ένωση
From Wikipedia, the free encyclopedia
Στη χημεία, επαμφοτερίζουσα ουσία[1] είναι εκείνη που μπορεί να συμπεριφερθεί είτε ως οξύ είτε ως βάση.
Τα οξείδια και τα υδροξείδια πολλών μετάλλων (όπως ο ψευδάργυρος, ο κασσίτερος, ο μόλυβδος, το αργίλιο και το βηρύλλιο) και των περισσότερων μεταλλοειδών έχουν επαμφοτερίζοντα χαρακτήρα.
Ως επαμφοτερίζοντα σώματα χαρακτηρίζονται επίσης και οι αμφολύτες (όπως π.χ. τα αμινοξέα) αλλά και τα αμφιπρωτικά μόρια (αυτά δηλαδή που μπορούν να αυτοϊονιστούν, όπως π.χ., το νερό και η αμμωνία), που μπορούν δηλαδή να δράσουν είτε ως δότες είτε ως δέκτες πρωτονίων.
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Σύμφωνα με την άποψη του Arrhenius για τα οξέα και τις βάσεις, τα επαμφοτερίζοντα σώματα σε υδατικό διάλυμα παρέχουν τόσο κατιόντα υδρογόνου (Η+) όσο και ανιόντα υδροξυλίου (ΟΗ-).
Σύμφωνα με τις απόψεις των Brønsted και Lowry, ως επαμφοτερίζουσες θεωρούνται οι ουσίες που συμπεριφέρονται τόσο σαν πρωτονιοδότες (οξέα) όσο και σαν πρωτονιοδέκτες (βάσεις) γι' αυτό και λέγονται και αμφιπρωτικές. Κατά την άποψη του Lewis επαμφοτερίζοντα είναι τα σώματα που μπορούν να συμπεριφερθούν είτε ως ηλεκτρονιοδέκτες (οξέα) είτε σαν ηλεκτρονιοδότες (βάσεις).