Το πέναλτι (αγγλικά: penalty kick, ελληνικά: επανορθωτικό λάκτισμα)[1] είναι μια μέθοδος επανέναρξης του παιχνιδιού στο ποδόσφαιρο, κατά την οποία ένας παίκτης επιτρέπεται να λακτίσει την μπάλα προς το αντίπαλο τέρμα με μόνο αντίπαλο τον τερματοφύλακα της άλλης ομάδας. Η λέξη προέρχεται από τον αγγλικό όρο penalty που σημαίνει «ποινή», ενώ στην Ελλάδα συχνά αναφέρεται μεταφορικά ως «η εσχάτη των ποινών», επειδή έχει το υψηλότερο ποσοστό επίτευξης γκολ ανάμεσα σε όλες τις «στημένες φάσεις». Το πέναλτι κατακυρώνεται σε βάρος μιας ομάδας που διαπράττει οποιαδήποτε από τις παραβάσεις για τις οποίες κατακυρώνεται ένα άμεσο ελεύθερο λάκτισμα (όπως φάουλ ή πιάσιμο της μπάλας με το χέρι), ενώ η μπάλα βρίσκεται μέσα στη δική της περιοχή του πέναλτι (μεγάλη περιοχή) και ενώ «παίζεται». Το πέναλτι ακυρώνεται και επαναλαμβάνεται αν ο τερματοφύλακας δεν έχει και τα δύο του πόδια εκτός γραμμής η αν κάποιος παίκτης κάνει κίνηση προς την μπάλα πριν γίνει η εκτέλεση.

Για άλλες χρήσεις, δείτε: πέναλτι.
Λάκτισμα πέναλτι

Εκτέλεση

Για την εκτέλεση του πέναλτι, η μπάλα τοποθετείται 11 μέτρα (12 γιάρδες) από την γραμμή τέρματος σε ειδική λευκή βούλα που υπάρχει στη μεγάλη περιοχή. Ο παίκτης που εκτελεί το πέναλτι έχει προσδιοριστεί σωστά στο διαιτητή, ενώ ο αμυνόμενος τερματοφύλακας παραμένει στη δική του γραμμή τέρματος, με μέτωπο προς τον εκτελεστή, μεταξύ των κάθετων δοκαριών, μέχρι να λακτισθεί η μπάλα. Οι υπόλοιποι παίκτες βρίσκονται μέσα στον αγωνιστικό χώρο, αλλά έξω από τη μεγάλη περιοχή της εστίας, σε απόσταση τουλάχιστον 11 μέτρα από το σημείο του πέναλτι, η οποία ορίζεται από ειδικά οριοθετημένο ημικύκλιο. Ο διαιτητής δεν δίνει σήμα για να εκτελεστεί το πέναλτι, μέχρι οι παίκτες να πάρουν τις θέσεις τους, σύμφωνα με τον κανόνα.

Ο τερματοφύλακας επιτρέπεται να κινηθεί πριν ο σουτέρ κλωτσήσει την μπάλα, αλλά πρέπει να παραμείνει στη γραμμή του τέρματος μεταξύ των δοκών, στραμμένος προς τον παίκτη που εκτελεί το πέναλτι (απαγορεύεται να στραφεί προς άλλη κατεύθυνση), χωρίς να αγγίξει τα πλαϊνά δοκάρια, το οριζόντιο δοκάρι ή τα δίχτυα του τέρματος. Τη στιγμή που λαμβάνει χώρα το λάκτισμα, ο τερματοφύλακας πρέπει να έχει τουλάχιστον ένα μέρος του ενός ποδιού που αγγίζει ή ευθυγραμμίζεται με τη γραμμή τέρματος. Ο βοηθός διαιτητή που είναι υπεύθυνος για τη γραμμή του τέρματος όπου εκτελείται το πέναλτι, τοποθετείται στη διασταύρωση της περιοχής του πέναλτι και της γραμμής τέρματος και βοηθά τον διαιτητή στην αναζήτηση παραβάσεων ή / και αν σημειώθηκε γκολ.

Ο διαιτητής σφυρίζει για να δείξει ότι το πέναλτι μπορεί να εκτελεστεί. Ο εκτελεστής του πέναλτι δεν μπορεί να κλωτσήσει την μπάλα πριν από το σφύριγμα και, επίσης, μετά το σφύριγμα, μπορεί να κάνει προσποιούμενες (παραπλανητικές ή αποσπασματικές κινήσεις) κατά τη διάρκεια της πορείας προς την μπάλα, αλλά δεν μπορεί να το κάνει μόλις ολοκληρωθεί η προετοιμασία. Το λάκτισμα και το τελευταίο βήμα που κάνει ο εκτελεστής του πέναλτι πρέπει να είναι σε κίνηση και απαγορεύεται να σταματήσει την τελευταία στιγμή, καθώς αυτό θεωρείται αντιαθλητική εξαπάτηση. Η μπάλα πρέπει να είναι ακίνητη πριν από το λάκτισμα και πρέπει να χτυπηθεί μόνο προς τα εμπρός. Η μπάλα είναι στο παιχνίδι μόλις κινηθεί προς τα εμπρός μετά το λάκτισμα, και από εκείνη τη στιγμή θεωρείται διεκδικούμενη και, κατά συνέπεια, άλλοι παίκτες μπορούν να εισέλθουν στην περιοχή του πέναλτι και στο τόξο του πέναλτι. Αντιθέτως, αν εισέλθουν άλλοι παίκτες νωρίτερα και σημειωθεί γκολ, τότε ακυρώνεται και το χτύπημα επαναλαμβάνεται.

Επίσης, αν η μπάλα σκάσει κατά το λάκτισμα ή στον αέρα το χτύπημα επαναλαμβάνεται. Παρομοίως, αν η μπάλα αγγίξει έναν εξωτερικό παράγοντα (δηλαδή, ένα αντικείμενο ξένο προς τον αγωνιστικό χώρο) καθώς κινείται προς τα εμπρός από το λάκτισμα, το λάκτισμα επαναλαμβάνεται.

Ο παίκτης που εκτελεί το πέναλτι λακτίζει την μπάλα μόνο προς τα εμπρός (αν την κλωτσήσει προς τα πίσω, ο διαιτητής δίνει έμμεσο ελεύθερο λάκτισμα στην άλλη ομάδα) και δεν επιτρέπεται να αγγίξει την μπάλα δεύτερη φορά, πριν την αγγίξει άλλος παίκτης οποιασδήποτε ομάδας ή να βγει εκτός παιχνιδιού. Αυτό σημαίνει ότι ο εκτελεστής του πέναλτι μπορεί να πάρει το επόμενο σουτ αν το πέναλτι έχει αποκρουστεί από τον τερματοφύλακα, αλλά δεν μπορεί αν η μπάλα αναπηδήσει πίσω σε αυτόν από το πλαϊνό δοκάρι ή το οριζόντιο δοκάρι. Αν ο σουτέρ αγγίξει την μπάλα για δεύτερη συνεχόμενη φορά, δίνεται έμμεσο ελεύθερο λάκτισμα για την άλλη ομάδα στο σημείο όπου άγγιξε την μπάλα.

Αν δοθεί πέναλτι στο τέλος των καθυστερήσεων του ημιχρόνου ή του αγώνα, η διάρκεια του αγώνα υποχρεωτικά θα παραταθεί μέχρι να εκτελεστεί το πέναλτι.

Η διαδικασία των πέναλτι

Εφαρμόζεται μετά την παράταση του αγώνα εάν δεν υπάρχει νικητής ή αν έτσι ορίζεται από τον κανονισμό διεξαγωγής κάποιας διοργάνωσης. Το σύστημα αυτό καθιερώθηκε διεθνώς από την FIFA το 1970, ξεκινώντας από το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου του 1970 και σε όλες τις μετέπειτα διοργανώσεις, διεθνείς και εγχώριες. Μέχρι τότε, αν το αποτέλεσμα συνέχιζε να παραμένει ισόπαλο έπειτα από παράταση, γινόταν επαναληπτικός αγώνας 2 ή 3 ημέρες μετά (όπως στο Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου) ή σε κάποιες διοργανώσεις στρίψιμο νομίσματος.

Οι δύο ομάδες εκτελούν από πέντε πέναλτι, εναλλάξ, προσπαθώντας να βάλουν περισσότερα τέρματα από την αντίπαλη ομάδα. Εάν μετά την εκτέλεση των πέντε πέναλτι οι δύο ομάδες έχουν σημειώσει τον ίδιο αριθμό τερμάτων, οι ομάδες συνεχίζουν να χτυπούν από ένα πέναλτι με την ίδια σειρά, μέχρι μια ομάδα να έχει μεγαλύτερο αριθμό γκολ από την άλλη με τον ίδιο αριθμό πέναλτι.

Μόνο οι παίκτες που υπήρχαν στον αγωνιστικό χώρο δικαιούνται το λάκτισμα πέναλτι. Οι παίκτες έχουν δικαίωμα να εκτελέσουν μόνο ένα πέναλτι (συμπεριλαμβανομένου και του τερματοφύλακα) πριν κάποιος εκτελέσει δεύτερο πέναλτι.

Όλοι οι παίκτες εκτός των τερματοφυλάκων και του εκτελεστή, πρέπει να παραμένουν μέσα στον κύκλο του κέντρου (σέντρα). Ο τερματοφύλακας συμπαίκτης του εκτελεστή πρέπει να παραμένει στο σημείο που η γραμμή τέρματος συναντά τη γραμμή της περιοχής του πέναλτι.

Μια ακόμα θεμελιώδης διαφορά από το λάκτισμα πέναλτι που δίνεται ως ποινή, είναι ότι στη διαδικασία των πέναλτι ο σουτέρ δεν έχει δεύτερη ευκαιρία, και ακόμα και αν το πέναλτι αποκρουστεί από τον τερματοφύλακα, αλλά μετά η μπάλα τύχει να αναπηδήσει πίσω στον εκτελεστή του πέναλτι, ο παίκτης δεν μπορεί να «ξαναπαίξει» την μπάλα. Κοινώς, αν δεν σκοράρει με την πρώτη, το πέναλτι χάνεται απευθείας.

Επιδόσεις ρεκόρ

Συνήθως η διαδικασία των πέναλτι δεν παρατείνεται πέραν των πέντε εκτελέσεων ανά ομάδα, ενώ δεν είναι σπάνιοι οι αγώνες που απαιτείται η εκτέλεση επτά ή οκτώ πέναλτι για να αναδειχθεί νικητής. Όμως, στην ποδοσφαιρική ιστορία υπήρξαν μερικά ματς, στα οποία για να βγει νικητής απαιτήθηκε να χτυπήσουν πέναλτι όλοι οι παίκτες και στη συνέχεια να χτυπήσουν και για δεύτερη φορά, φτάνοντας στις 15 ή 16 εκτελέσεις ανά ομάδα, δηλαδή συνολικά περισσότερες από 30. Το παγκόσμιο ρεκόρ είναι 56 (2x28) πέναλτι και συνέβη στο Ισραήλ στις 20 Μαΐου 2024 σε αγώνα κυπέλλου, με τελικό σκορ Ντινόμα - Σιμσόν Τελ Αβίβ 23-22,[2] ενώ στην Ελλάδα χρειάστηκαν 36 (2x18) πέναλτι σε αγώνα Κυπέλλου Ελλάδος ανδρών το 1985-86. Επίσης, στον τελικό Κυπέλλου Ελλάδος ανδρών στις 2-5-2009 χρειάστηκαν 34 (2x17) πέναλτι.

  • Διεθνή ρεκόρ
    • 48 πέναλτι: Κύπελλο Ναμίμπια (2005), με τελικό σκορ 17-16
    • 40 πέναλτι: Μεγάλη Βρετανία
    • 34 πέναλτι Europa league 2024 Άγιαξ-ΠΑΟ[3]
    • 32 πέναλτι: Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα Ελπίδων (2007): Ολλανδία-Αγγλία

Παραπομπές

Βιβλιογραφία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Wikiwand in your browser!

Seamless Wikipedia browsing. On steroids.

Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.

Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.