όπερα του Τζουζέπε Βέρντι From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Ερνάνης (ιταλικά: Ernani) είναι όπερα σε 4 πράξεις του Ιταλού συνθέτη Τζουζέπε Βέρντι. Είναι γραμμένη πάνω σε ιταλικό λιμπρέτο του Φραντσέσκο Μαρία Πιάβε βασισμένο σε ένα γαλλικό θεατρικό έργο του 1830, το Ερνάνης (ή Η τιμή της Καστίλλης) του Βίκτωρα Ουγκώ. Η παγκόσμια πρεμιέρα της όπερας έγινε στο Θέατρο Λα Φενίτσε της Βενετίας, το οποίο είχε παραγγείλει τη σύνθεσή της, στις 9 Μαρτίου 1844. Το 1904 ο Ερνάνης έγινε η πρώτη όπερα στην ιστορία που ηχογραφήθηκε πλήρης.
Ο Βέρντι χρειάσθηκε αρκετό χρόνο για να ανακαλύψει το κατάλληλο θέμα, καθώς συνεργαζόταν με τον άπειρο ακόμα Πιάβε στην επεξεργασία του ενός έργου του Ουγκώ μετά το άλλο, ώσπου να παραχθεί ένα αποδεκτό λιμπρέτο.
Μετά την επιτυχία του Ναμπούκο και των Λομβαρδών στην Α΄ Σταυροφορία, ο Βέρντι προσεγγίσθηκε από πολλές λυρικές σκηνές που ήθελαν να του παραγγείλουν μία όπερα για λογαριασμό τους. Αντί να συνθέσει μία ακόμα για τη Σκάλα του Μιλάνου, στράφηκε σε μία παραγγελία για δύο όπερες για την περίοδο 1843-1844 (μία από τις οποίες θα ήταν τελικά οι Λομβαρδοί) από τον προέδρο του Λα Φενίτσε της Βενετίας, μαρκησίου Νάννι Μοτσενίγκο.
Ωστόσο, ο Βέρντι θα επέμενε στους όρους του: Η αμοιβή του να του καταβαλλόταν μετά την πρώτη παράσταση, και όχι την τρίτη όπως πρότεινε ο Μοτσενίγκο, καθώς θυμόταν τι είχε συμβεί στο Μια μέρα βασιλιάς που είχε πραγματοποιήσει μόνο μία παράσταση. Επίσης, να επιλέξει το δικό του θέμα και λιμπρετίστα.
Αρκετά ήταν τα θέματα που εξέτασε ο Βέρντι, όπως π.χ. το θέμα της «έμμετρης ιστορίας» Ο κουρσάρος του Λόρδου Βύρωνα, αλλά ο κατάλληλος βαρύτονος δεν ήταν διαθέσιμος. Για θέμα σχετικό με την ενετική οικογένεια Φόσκαρι, βρήκε ότι ήταν απαγορευμένο από τη λογοκρισία προκειμένου να αποφευχθεί η ενόχληση κάποιου από τους απογόνους της, που τότε ακόμα ζούσαν στη Βενετία. Αμφότερα πάντως τα θέματα θα γίνονταν μεταγενέστερα όπερες του Βέρντι (Ο πειρατής και Οι δύο Φόσκαρι).
Τότε έλαβε ξαφνικά ένα χειρόγραφο από τον άγνωστό του Φραντσέσκο Μαρία Πιάβε, φίλο του γραμματέα της «Λα Φενίτσε» Μπρέννα, που πρότεινε μία όπερα, τον Κρόμβελλ, βασισμένο στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Βίκτωρα Ουγκώ, το οποίο είχε αρχίσει να γράφει σε στίχους. Ο Μοτσενίγο βεβαίωσε τον συνθέτη για τη θεατρική αίσθηση του Πιάβε και έτσι συμφωνήθηκε να προχωρήσουν. Μέχρι την έγκρισή της από το συμβούλιο της «Φενίτσε» είχε μετονομασθεί σε A. Κάμερον, μία ιστορία τοποθετήμενη πριν τη στέψη του βασιλιά Καρόλου Β΄ της Αγγλίας. Ο Βέρντι ξεκαθάρισε στον Πιάβε τι ήθελε ως θεατρική εμπειρία: «...Ας έχουμε όσο το δυνατό λιγότερες λέξεις [.....] Θυμηθείτε πως η συντομία δεν είναι ποτέ ελάττωμα [....] Αλλά επιμένω στη συντομία επειδή αυτό θέλει το κοινό...»[4].
Η ιδέα για τον Ερνάνη
Το λιμπρέτο του Κρόμβελλ έφθανε από τον Πιάβε τμηματικά και ο Βέρντι το έβαλε στην άκρη μέχρι να έχει στη διάθεσή του το πλήρες κείμενο. Ωστόσο, όταν ο συνθέτης και ο πρόεδρος της «Λα Φενίτσε» συναντήθηκαν στη Βενετία στα τέλη Αυγούστου, ο Βέρντι εξέφρασε κάποια δυσαρέσκεια για το λιμπρέτο. Τότε, η αδιάφορη αναφορά από τον Μοτσενίγκο στο επιτυχημένο δράμα του Ουγκώ Ερνάνι ως ιδέα για ένα λιμπρέτο αιχμαλώτισε τη φαντασία του Βέρντι, όπως φαίνεται σε μία επιστολή που έγραψε στον Μοτσενίγκο στις αρχές Σεπτεμβρίου, όπου εξέφραζε ανησυχίες για τον Κάμερον, αλλά σημείωνε ότι υπαίτιο ήταν «το θέμα και όχι ο ποιητής»[5]. Συνέχιζε ως εξής:
Στο σημείο αυτό συνεχίζει με υποδείξεις προς τον λιμπρετίστα. Για τον Βέρντι, το θέλγητρο του έργου του Ουγκώ ήταν «ο αγώνας ανάμεσα στον έρωτα και στην τιμή».
Από το θεατρικό έργο στην όπερα
Ωστόσο, ο Πιάβε δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένος από αυτή την εξέλιξη των πραγμάτων και αισθανόταν ότι μία όπερα βασισμένη στον Ερνάνι δεν θα μπορούσε να ανεβεί στη σκηνή. Για παράδειγμα, η πρώτη εμφάνιση του βασιλιά στο έργο ήταν μέσα από ένα ντουλάπι, όπου κρυβόταν μετά την άφιξή του και πριν συναντήσει την Ελβίρα. Κρυφακούει έτσι τον διάλογο μεταξύ της Ελβίρας και του Ερνάνι προτού τελικά αποκαλυφθεί. Αλλά το συμβούλιο της «Φενίτσε» ενέκρινε την ιδέα και ο λιμπρετίστας αποζημιώθηκε, ενώ θα κρατούσε και τον Κάμερον για περίπτωση «ατυχήματος». Η όπερα, όπως εξελίχθηκε σε συμπυκνωμένη μορφή, και με τον αρχικό τίτλο Ντον Ρουί Γκόμεζ ντε Σίλβα, πλησίασε στο «να αντανακλά τον μοναδικό χαρακτήρα του μητρικού δράματος», καθώς ο Βέρντι ήθελε να παραμείνει όσο εγγύτερα ήταν δυνατό στο αρχικό δράμα.
Παρότι ο Βέρντι είχε συμφωνήσει να προσπαθήσει να βάλει ρόλο για την κοντράλτο Καρολίνα Βιέττι όταν η όπερα ήταν ο Κάμερον, εναντιώθηκε στην ιδέα να κάνει τον πρώτο ρόλο στον Ερνάνη κοντράλτο. Με την έγκριση του λιμπρέτο από τη λογοκρισία της αστυνομίας της Βενετίας, ο Βέρντι ήταν σε θέση να μείνει ακλόνητος και τελικά να πάρει αυτό που ήθελε: μία υψίφωνο, ένα τενόρο, ένα βαρύτονο και ένα βαθύφωνο. Πάντως, οι δυσκολίες του Βέρντι με τους τραγουδιστές δεν είχαν τελειώσει.
Η χειμερινή περίοδος άνοιξε με τους Λομβαρδούς τον Δεκέμβριο του 1843: ήταν σκέτη καταστροφή, με απαίσια απόδοση του τενόρου Ντομένικο Κόντι. Δύο άλλες όπερες είχαν μία εξίσου κακή αποδοχή από το κοινό. Ο Βέρντι, έχοντας ακούσει για έναν άλλο τενόρο, τον Βιτάλι, ως πιθανό αντικαταστάτη, έθεσε ένα τελεσίγραφο: είτε να ελευθερωθεί από το συμβόλαιό του, είτε να μπει ο Κάρλο Γκουάσκο στον ρόλο του Ερνάνη. Με την πρεμιέρα προγραμματισμένη για τον Μάρτιο, δύο τελικά εμπόδια ξεπεράστηκαν: ο βαθύφωνος Ρόζι είχε εξαφανισθεί από τα σχέδια ως ντε Σίλβα, αλλά αντικαταστάθηκε από τον Μέινι, που αποσύρθηκε με τη σειρά του επειδή βρήκε τον ρόλο πολύ χαμηλό. Τότε ο Βέρντι ανέθεσε τον ρόλο σε ένα μέλος της χορωδίας, τον βαθύφωνο Αντόνιο Σέλβα, που ξεκίνησε έτσι μία διακεκριμένη σταδιοδρομία. Και, παρά τα παράπονα της υψιφώνου Sophie Löwe, τελικά ήταν στην τελική τριάδα.
Ο Budden σημειώνει τα ακόλουθα για την ειδική σχέση ανάμεσα σε αυτή την όπερα και το έργο του Ουγκώ:
...Από την πρώτη σκηνή το πνεύμα του Ουγκώ είναι παρόν. Ο Βέρντι ήταν μέρος του νεανικού κοινού στο οποίο κυρίως απευθυνόταν το θεατρικό έργο. Η ενέργεια των ιαμβικών εξάμετρων στίχων του Ουγκώ αντανακλάται στο πνεύμα της μουσικής του Βέρντι, που έχει πολύ περισσότερη δύναμη από οτιδήποτε είχε γράψει μέχρι τότε. Ο Βίκτωρ Ουγκό, θα έλεγε κανείς, ήταν καλός για τον Βέρντι: Είναι σημαντικό ότι αμφότερες οι όπερες που βάσισε σε θεατρικά έργα του Ουγκώ (η άλλη είναι ο Ριγκολέττο) υπήρξαν σταθμοί στη σταδιοδρομία του.
Ο συνθέτης, σε ένα γράμμα του προς τον Μπρέννα, συνοψίζει τη δική του αίσθηση για το θέατρο, για το τι πιάνει και το τι όχι. Γράφτηκε την εποχή που ο Πιάβε ήταν δυσαρεστημένος για τη μεταβολή από το αρχικό του λιμπρέτο σε αυτό του Ερνάνι, και ο Βέρντι ζητά από τον Μπρέννα να μεταδώσει τις σκέψεις του στον Πιάβε:
«Οσοδήποτε μικρή εμπειρία και αν έχω, πηγαίνω στο [λυρικό] θέατρο όλο τον χρόνο και δίνω τη μέγιστη προσοχή σε αυτό που βλέπω και ακούω. Βρέθηκα στη θέση να έχω βάλει το χέρι μου σε τόσα πολλά έργα που δεν θα είχαν αποτύχει αν τα κομμάτια τους είχαν σχεδιασθεί καλύτερα, αν το αποτέλεσμα είχε υπολογισθεί καλύτερα, αν οι μουσικές φόρμες ήταν καθαρότερες, κλπ.. Με μία λέξη, αν είτε ο συνθέτης, είτε ο ποιητής ήταν πιο έμπειροι.»
Εκείνο που κάνει ο Βέρντι είναι ότι παίρνει τον έλεγχο όλων των πλευρών του έργου, μαζί και της συμπτύξεως του μακρόσυρτου θεατρικού έργου στις 4 πράξεις της όπερας. (Οι τρεις πρώτες πράξεις του δράματος του Ουγκώ έγιναν η πρώτη πράξη της όπερας.) Το να επιτρέψει στον λιμπρετίστα να γράψει τους στίχους του όπως θέλει, «αυτό θα είχε διαιωνίσει σε μία περιορισμένη μορφή τον διχασμό λέξεων-μουσικής από τον οποίο ήθελε ακριβώς να ξεφύγει ο Βέρντι. Η επιθυμία του συνθέτη να αναλάβει κάθε πλευρά της όπερας υποδηλώνει ότι είχε τη δύναμη να αποφασίζει ποιο βάρος να δώσει στο κείμενο και στη μουσική, αντιστοίχως, ανάλογα με τη στιγμή της δράσης.
Ρόλος | Φωνή | Διανομή στην πρεμιέρα, 9 Μαρτίου 1844[6] (Μαέστρος: - Γκαετάνο Μάρες) |
---|---|---|
Ερνάνης, «ο ληστής» | τενόρος | Carlo Guasco |
Ντον Κάρλο, μετέπειτα Αυτοκράτορας Κάρολος Κουίντος | βαρύτονος | Antonio Superchi |
Ντον Ρουί Γκόμεζ ντε Σίλβα | βαθύφωνος | Antonio Selva |
Ελβίρα, ανεψιά και αρραβωνιαστικιά του | υψίφωνος | Sophie Löwe |
Τζιοβάννα, η παραμάνα της | υψίφωνος | Laura Saini |
Ντον Ρικάρντο, ιπποκόμος του Ντον Κάρλο | τενόρος | Giovanni Lanner |
Ιάγος, ιπποκόμος του Ντον Ρουί | βαθύφωνος | Andrea Bellini |
Χορωδία: Αντάρτες, ληστές, ακόλουθοι, ιππότες, υπηρέτες, ευγενείς, κυρίες |
Τα βουνά της Αραγωνίας Οι ληστές ζητούν να μάθουν την αιτία για τη θλίψη του Ερνάνη. (Χορωδία: Eviva! Beviam! Beviam! / «Στην υγειά σου πίνουμε» και Ernani pensoso! / «Ερνάνη, τόσο θλιμμένος;»). Ο Ερνάνης αποκρίνεται (ρετσιτατίβο: «Ευχαριστώ, αγαπητοί φίλοι» - καβατίνα: Come rugiada al cespite / «Καθώς το άνθος γυρίζει προς τον ήλιο») ότι αγαπά την Ελβίρα, η οποία πρόκειται να παντρευτεί παρά τη θέλησή της τον γέρο Γκόμεζ ντε Σίλβα (Ο tu che l'alma adora). Ζητά από τους ληστές να την απαγάγουν.
Το δωμάτιο της Ελβίρας
Η Ελβίρα ανησυχεί για τον επικείμενο γάμο της («Τώρα βυθίζεται ο ήλιος και ο Σίλβα δεν επιστρέφει» - καβατίνα: Ernani, Ernani involami / «Ερνάνη, Ερνάνη, σώσε με») καθώς υπηρέτες παραδίδουν γαμήλια δώρα του Σίλβα προς αυτή. Η Ελβίρα επιβεβαιώνει τον έρωτά της για τον Ερνάνη (Tutto sprezzo che d'Ernani / «Περιφρονώ το καθετί που δεν μιλά στην καρδιά μου για τον Ερνάνη»). Ο βασιλιάς Κάρλο(ς) εισέρχεται μεταμφιεσμένος ως χωρικός, αλλά η Ελβίρα τον αναγνωρίζει και απορρίπτει τον έρωτά του. Ο βασιλιάς αποφασίζει να χρησιμοποιήσει βία και εκείνη αρπάζει ένα μαχαίρι, αλλά ξαφνικά εμφανίζεται ο Ερνάνης και τον σταματά (τριωδία: «Φίλος έρχεται γρήγορα σε βοήθειά σου»). Ο Κάρλος αναγνωρίζει τον Ερνάνη ως τον ηγέτη των ληστών. Ο Ερνάνης αποκρίνεται πως ο Κάρλος του έχει ληστέψει τη γη του και τον έχει αναγκάσει σε μία ζωή ληστείας. Καθώς προκαλεί τον Κάρλος σε μονομαχία, ο Σίλβα εμφανίζεται και βλέπει τον Ερνάνη (καβατίνα του Σίλβα: «Δυστυχισμένε άνδρα! Νόμισες πως αυτή η γυναίκα... ήταν δική σου»).
Ο Ερνάνης ζητά να μονομαχήσει και με τους δύο όταν πλησιάζει ο Ντον Ρικάρντο και αναγνωρίζει τον βασιλιά. Ο Ερνάνης ψιθυρίζει στην Ελβίρα να ετοιμαστεί να διαφύγει.
Αίθουσα στο μέγαρο του Σίλβα
Ο Ερνάνης μπαίνει μεταμφιεσμένος ως προσκυνητής. Ζητά καταφύγιο, το οποίο του παρέχει ο Σίλβα, και μετά μαθαίνει από τον Σίλβα ότι πρόκειται να τελέσει τους γάμους του με την Ελβίρα, η οποία πιστεύει πως ο Ερνάνης είναι νεκρός. Ο Ερνάνης αποκαλύπτει την πραγματική του ταυτότητα στην Ελβίρα και εκείνη τον πληροφορεί ότι σχεδίαζε να αυτοκτονήσει μέσα στον ναό (διωδία: Ah, morir potessi adesso / «Ω, αν μπορούσα να πεθάνω τώρα»). Ο Σίλβα μπαίνει εκείνη τη στιγμή, ανακαλύπτει το ζεύγος, αλλά συμφωνεί να προστατεύσει τον Ερνάνη από τον βασιλιά, πράγμα για το οποίο ο Ερνάνης θα του χρωστά αιώνιο χρέος. (τριωδία: No, vendetta piu tremenda / «`Οχι, θέλω να κρατήσω μια τρομερότερη εκδίκηση»). Ο Κάρλος φθάνει και ζητά να μάθει γιατί ο πύργος είναι έρημος. Ο Σίλβα αρνείται να παραδώσει τον Ερνάνη (άρια του Κάρλος: Lo vedremo, veglio audace / «Θα δούμε, τολμηρέ γέρο») και οι άνδρες του Ντον Κάρλος δεν μπορούν να ανακαλύψουν πού κρύβεται. Ο Σίλβα κρατά τον λόγο του, ακόμα και όταν ο βασιλιάς παίρνει την Ελβίρα ως όμηρο. Ο Σίλβα ελευθερώνει τον Ερνάνη και μετά τον προκαλεί σε μονομαχία! Ο Ερνάνης αρνείται να μονομαχήσει, αλλά ενώνεται με τον Σίλβα στα σχέδιά του να ελευθερώσει την Ελβίρα από τον βασιλιά. Ο Ερνάνης ορκίζεται να εμφανισθεί όταν τον καλέσει με το βούκινο ο Σίλβα, οπουδήποτε και αν βρίσκεται εκείνη την ώρα (Odi il voto ο grande Iddio / «Ω Θεέ, άκου τον όρκο»),
Ο τάφος του Καρλομάγνου στο `Ααχεν
Ο Κάρλος επισκέπτεται τον τάφο του Αυτοκράτορα Καρλομάγνου (Κάρλος ο Μέγας), του οποίου ο διάδοχος, ο νέος Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του γερμανικού έθνους, εκλέγεται από αντιπροσώπους των διάφορων χωρών. Ο Κάρλος αποφασίζει να αλλάξει ζωή αν εκλεγεί σε αυτό το αξίωμα (καβατίνα: Oh, de'verd'anni miei/ «Ω, τα όνειρα και οι αυταπάτες της νιότης μου»). Κρυμμένος πίσω από το ταφικό μνημείο, κρυφακούει μία συνάντηση συνωμοτών, μεταξύ των οποίων ο Σίλβα και ο Ερνάνης. Ο Ερνάνης ορκίζεται να δολοφονήσει τον Κάρλος. Η συνωμοσία ανατρέπεται όταν οι ακόλουθοι του Κάρλος μπαίνουν και αιφνιδιάζουν τους συνωμότες. Ο βασιλιάς διατάζει την εκτέλεση όλων των προδοτών ευγενών. Ο Ερνάνης κάνει ένα βήμα μπροστά, ανακοινώνοντας ότι πρέπει και εκείνος να πεθάνει: δεν είναι ένας απλός ληστής, αλλά ο Δον Χουάν της Αραγωνίας, του οποίου τα εδάφη έχουν κατασχεθεί. Η Ελβίρα ικετεύει για έλεος για τον αγαπημένο της, οπότε ο Κάρλος, σε μία ξαφνική αλλαγή διαθέσεως, τους συγχωρεί και θέτει το χέρι της Ελβίρας μέσα σε εκείνο του Ερνάνη.
Το κάστρο του Ερνάνη
Η Ελβίρα και ο Ερνάνης έχουν μόλις παντρευτεί, όταν, προς ταραχή και φόβο του, ο Ερνάνης ακούει ένα βούκινο. Ο Σίλβα φθάνει και σιωπηλά βάζει στο χέρι του Ερνάνη ένα εγχειρίδιο (μαχαίρι). Ο Ερνάνης ζητεί λίγο χρόνο για «ρουφήξει από το κύπελλο του έρωτα» (Ascolta, ascolta un detto ancor/ «`Ακου, μόνο μία λέξη...») αλλά, κατηγορηθείς από τον Σίλβα ως δειλός, ο Ερνάνης κρατά τον όρκο του και μαχαιρώνει τον εαυτό του στην καρδιά (τριωδία με τον Σίλβα: E' vano, ο donna, il piangere, e vano / «Ο θρήνος σου είναι μάταιος, γυναίκα»). Ο Ερνάνης πεθαίνει στα χέρια της Ελβίρας, λέγοντάς της να ζήσει.
Η μουσική του Ερνάνη είναι γραμμένη για ένα πίκολο, 1 φλάουτο, 2 όμποε, 2 κλαρίνα, 1 μπάσο κλαρίνο, 2 φαγκότα, 4 κόρνα, 2 τρομπέτες, 3 τρομπόνια, 1 τσιμπάσο, μία άρπα, τυμπάνια, μπάσο τύμπανο και κύμβαλα, ταμπούρο, ορχήστρα επί σκηνής (με μπάσο τύμπανο), 1 κόρνο και 6 τρομπέτες στα παρασκήνια, και έγχορδα της συμφωνικής ορχήστρας.
Σημειώνοντας ότι η δραματική δομή αυτής της όπερας «έφερε μία νέα θεώρηση των παγιωμένων μορφών της ιταλικής όπερας, ιδιαίτερα μια επέκταση και εμπλουτισμό της σόλο άριας και της διωδίας μαζί με μία πιο ευέλικτη προσέγγιση στις μουσικές ακολουθίες που δένουν μαζί λυρικά κομμάτια», ο Ρότζερ Πάρκερ συνεχίζει δηλώνοντας ότι τη μεγαλύτερη σημασία είχε «η συνεκτική αίσθηση του Βέρντι για τη μείζονα ρητορική του δράματος, ο αυξανόμενος έλεγχός του πάνω στη δυναμική ολόκληρων πράξεων αντί ολόκληρων σκηνών. Από αυτή την άποψη, η Γ΄ Πράξη του Ερνάνη θέτει ένα επιβλητικό πρότυπο συνοχής, που σπάνια βρήκε το ισάξιό του μέχρι τις όπερες της δεκαετίας του 1850.»[8]
Ωστόσο, είναι ο συγγραφέας Γκαμπριέλε Μπαλντίνι αυτός που, το 1980, επισημαίνει ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της δραματικής και μουσικής δομής του Ερνάνη, τη σύλληψη των ανδρικών φωνητικών αρχετύπων. Ο Μπαλντίνι γράφει για τις μουσικές συγκρούσεις που εσωκλείει το δράμα ως αποτέσμα της χρήσεως ορισμένων τύπων φωνής:
Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία, η βαθύτερη φωνή [ο βαθύφωνος, ντε Σίλβα] είναι η «πιο απόμακρη, και έτσι η σχέση του είναι η ψυχρότερη και πιο απόμακρη»[9]. Ο βαρύτονος [ο βασιλιάς ντον Κάρλο] «κατορθώνει να πλησιάσει λίγο περισσότερο, παρότι έμμεσα και με αμφιλεγόμενο τρόπο»[9], ενώ ο Μπαλντίνι σημειώνει ότι είναι η υψηλότερη ανδρική φωνή [ο τενόρος Ερνάνης] αυτή που «φθάνει σε μία σχέση που, αν δεν είναι πλήρης [....], είναι τουλάχιστον αμοιβαία επί μακρό χρονικό διάστημα»[9].
Τελικώς, ενώ ο Μπαλντίνι συμφωνεί με τον Πάρκερ ότι η Γ΄ Πράξη είναι η ισχυρότερη («κατά τη γνώμη μου σημειώνει την πρώτη φορά που ο Βέρντι έκλεισε μέσα σε ένα μάλλον εκτεταμένο μουσικό χώρο, περίπου 25 λεπτά, μία τέλεια δομική μονάδα»[10]), απηχεί και τις απόψεις των Budden και De Van όταν επισημαίνει τη σημασία του ανοίγοντος θέματος του κόρνου, που επανέρχεται σε όλη την όπερα και καταλήγει με την τελική κλήση του βούκινου.
Η πρώτη πλήρης ηχογράφηση όπερας στην Ιστορία ήταν η ηχογράφηση του Ερνάνη το 1904 σε 40 δίσκους μονής πλευράς από τη His Master's Voice στην Αγγλία[11]. Ανάμεσα στις μεταγενέστερες ηχογραφήσεις είναι και οι παρακάτω:
Χρονιά | Διανομή (Ερνάνης, Ελβίρα, Ντον Κάρλο, Σίλβα) |
Μαέστρος, Θέατρο και ορχήστρα |
Δίσκος[12] |
---|---|---|---|
1930 | Αντόνιο Μελάντρι, Iva Pacetti, Gino Vanelli, Corrado Zambelli | Lorenzo Molajoli, Ορχήστρα και χορωδία της Σκάλας του Μιλάνου | 78 rpm: Columbia GQX 10069-10073 LP: Cat: 4407 |
1957 | Mario del Monaco, Anita Cerquetti, Ettore Bastianini Boris Christoff | Δημήτρης Μητρόπουλος, Ορχήστρα και χορωδία του Maggio Musicale Fiorentino (ηχογράφηση στο Teatro Communale της Φλωρεντίας, 14 Ιουνίου)[13] | Audio CD: Hr 4400 Cat: HR 4400/01 |
1968 | Bruno Prevedi, Μονσεράτ Καμπαγιέ, Peter Glossop, Boris Christoff | Gianandrea Gavazzeni, Συμφωνική & χορωδία της RAI, Μιλάνο (Ηχογράφηση στις 26/11/1968 που μεταδόθηκε στις 25/3/1969) | Audio CD: Opera d'Oro Cat: OPD 7051 Grand Tier |
1969 | Πλάθιντο Ντομίνγκο Raina Kabaivanska Carlo Meliciani Nicolai Ghiaurov | Antonino Votto, Ορχήστρα και χορωδία της Σκάλας του Μιλάνου | Audio CD: Opera D'Oro Cat: ODO 1468 |
1983 | Λουτσιάνο Παβαρότι Leona Mitchell Sherrill Milnes Ruggero Raimondi | James Levine, Ορχήστρα και χορωδία της Μητροπολιτικής Όπερας (Ζωντανή ηχογράφηση στις 12 και 17 Δεκεμβρίου) |
DVD: Pioneer Classics Cat: PC-99-102-D |
1983 | Πλάθιδο Δομίνγκο Mirella Freni Renato Bruson Nicolai Ghiaurov | Ρικάρντο Μούτι, Ορχήστρα και χορωδία της Σκάλας του Μιλάνου (Παραγωγός Luca Ronconi) (Ηχογράφηση παραστάσεως στη Σκάλα του Μιλάνου, 4 Ιανουαρίου)[14] | DVD: Kultur Video Cat: D72913 |
2005 | Marco Berti Susan Neves Carlo Guelfi Giacomo Prestia | Antonello Allemandi, Βασιλικό Θέατρο της Πάρμα (Παραγωγός Pier' Alli) (Ηχητική εγγραφή και εικόνα από παράσταση τον Μάιο) | DVD: Dynamic 33496 University of Chicago Critical Edition |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.