Θεολογία
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η θεολογία (σύνθετη από τις λέξεις θεός και λόγος) είναι η επιστήμη που μελετά τη θρησκευτική πίστη, πρακτική και εμπειρία αλλά και τη μερική κατανόηση των άκτιστων ενεργειών του Θεού. Ειδικότερα χαρακτηρίζεται ως η λογική και συστηματική μελέτη του Θεού και της σχέσης του με τον κόσμο και η μελέτη που διαπραγματεύεται την ύπαρξη, τη φύση και τις ιδιότητες του Θεού, τις αρχές και την εξουσία του, τα δόγματα που ορίζουν την ορθότητα της πίστης και τα λατρευτικά καθήκοντα προς τον Θεό. Επιπλέον μπορεί ως όρος να εκφράζει μια θεολογική θεωρία ή σύστημα ή μία ειδική κατηγορία θεολογικού δόγματος. Ακόμη θεολογία, από τις εκκλησίες της Ανατολής χαρακτηρίζεται η ιδιαίτερη κατάσταση του ανθρώπου, ο οποίος δεχόμενος την αγιαστική χάρη (φώτιση) του Αγίου Πνεύματος, εκφράζει με τη μαρτυρία του τον λόγο, την επιθυμία ή τη γνώση των ενεργειών (τη δυνατή δηλαδή από τον άνθρωπο κατανόηση) του Θεού.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Θεολόγος μπορεί να χαρακτηριστεί ακαδημαϊκά ο επιστήμονας - ειδικός στη θεολογία και τη μελέτη των θρησκειών και των θρησκευτικών διδασκαλιών, ο κάτοχος πτυχίου θεολογικής σχολής ή ο μελετητής κλάδων της θεολογίας. Εκκλησιολογικά, θεολόγος αποκαλείται αυτός που μεταφέρει τον λόγο του Θεού στον κόσμο, όπως για παράδειγμα η Εκκλησία έχει αποδώσει τον τίτλο του Θεολόγου στον Ευαγγελιστή Ιωάννη και στον Γρηγόριο Ναζιανζηνό τον Θεολόγο ο οποίος ορίζει με χαρακτηριστικό τρόπο τις προϋποθέσεις που πρέπει να έχει κάποιος για να θεολογεί [1] τοποθετώντας ως προϋπόθεση της θεολογίας, τη θεογνωσία.[2]