Ιζηματολογία
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Ιζηματολογία είναι κλάδος της Γεωλογίας που μελετά τις ιδιότητες των ιζηματογενών κόκκων (άμμος, πηλός, άργιλος) και τις διεργασίες που καταλήγουν στον σχηματισμό τους (διάβρωση και αποσάθρωση), μεταφορά, εναπόθεση και διαγένεση.[1] Επίσης ασχολείται με την ταξινόμηση των ιζημάτων, των ιζηματογενών δομών και την αναγνώριση των κύριων αποθετικών περιβαλλόντων ιζηματογένεσης.
Οι ιζηματολόγοι χρησιμοποιούν τις γνώσεις που έχουν αποκτήσει από τις σύγχρονες διεργασίες για να ερμηνεύσουν την γεωλογική ιστορία μέσω παρατηρήσεων ιζημάτων, ιζηματογενών πετρωμάτων και ιζηματογενών δομών.
Τα ιζηματογενή πετρώματα καλύπτουν το 75% της επιφάνειας της Γης,[2] έχουν καταγράψει μεγάλο μέρος της ιστορίας της Γης και φιλοξενούν τα απολιθώματα. Η ιζηματολογία συνδέεται στενά με τη στρωματογραφία, τη μελέτη των φυσικών και χρονικών σχέσεων μεταξύ στρώσεων ή στρωμάτων πετρωμάτων.
Σύμφωνα με την αρχή του ομοιομορφισμού, οι διεργασίες που επηρεάζουν τη γη σήμερα είναι ίδιες με αυτές του παρελθόντος, είναι η βάση για τον προσδιορισμό του πώς σχηματίστηκαν τα ιζηματογενή χαρακτηριστικά του πετρώματος. Συγκρίνοντας σύγχρονες δομές με δομές παλαιότερης γεωλογικής εποχής. Για παράδειγμα, συγκρίνοντας τους σύγχρονους αμμόλοφους με τους αμμόλοφους που σώζονται σε ψαμμίτες Πλειστοκαίνου, οι γεωλόγοι αντιλαμβάνονται το πως ήταν το περιβάλλον εκείνη την εποχή.