κείμενο που χρησιμοποιείται ως πηγή στην τεκμηρίωση, επίσης το αρχικό κείμενο σε μια μετάφραση From Wikipedia, the free encyclopedia
Το κείμενο πηγή[1][2] είναι κείμενο (ενίοτε προφορικό), από το οποίο προέρχονται πληροφορίες ή ιδέες. Στη μετάφραση, το κείμενο πηγή είναι το πρωτότυπο κείμενο που πρέπει να μεταφραστεί σε άλλη γλώσσα.
Στην ιστοριογραφία, γίνεται συνήθως μεταξύ τριών ειδών κειμένων πηγών:
Οι πρωτογενείς πηγές είναι από πρώτο χέρι γραπτές ιστορικές μαρτυρίες και γίνονται από κάποιον που ήταν παρών κατά τη στιγμή του συμβάντος. Έχουν περιγραφεί ως εκείνες οι πηγές που βρίσκεται πλησιέστερα προς την προέλευση των πληροφοριών ή την υπό μελέτη ιδέα[1][3] Οι συγκεκριμένοι τύποι πηγών θεωρείται ότι παρέχουν στους ερευνητές «άμεση, αδιαμεσολάβητη πληροφορία σχετικά με το αντικείμενο της μελέτης τους»[4]. Οι πρωτογενείς πηγές συνήθως καταγράφονται από κάποιον που συμμετείχε, υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας ή έζησε κάποιο γεγονός. Θεωρούνται συνήθως, εκτός αποδεδειγμένων περιπτώσεων προκατάληψης, έγκυρα και θεμελιώδη έγγραφα που αφορούν στο υπό εξέταση θέμα. Στις πρωτογενείς πηγές περιλαμβάνονται δημοσιευμένες αφηγήσεις, δημοσιευμένα πρωτότυπα έργα ή δημοσιευμένες πρωτότυπες έρευνες. Μπορούν να επίσης να περιέχουν πρωτότυπη έρευνα ή νέες πληροφορίες που δεν έχουν προηγουμένως δημοσιευθεί αλλού[5]. Διακρίνονται από τις δευτερογενείς πηγές, οι οποίες συνιστούν συχνά σχολιασμό πρωτογενών πηγών[6]. [Χρησιμεύουν ως αρχική πηγή πληροφόρησης ή νέων ιδεών για συγκεκριμένο θέμα. Το πρωτογενείς και δευτερογενείς, ωστόσο, είναι σχετικοί όροι, καθώς οποιαδήποτε δεδομένη πηγή μπορεί να χαρακτηριστεί πρωτογενής ή δευτερογενής, ανάλογα με το πώς χρησιμοποιείται[7]. Τα φυσικά αντικείμενα είναι δυνατόν να επέχουν θέση πρωτογενούς πηγής.
Οι δευτερογενείς πηγές είναι γραπτές ιστορικές μαρτυρίες βασισμένες σε στοιχεία πρωτογενών πηγών. Αυτές είναι πηγές, οι οποίες συνήθως είναι αφηγήσεις, τα έργα, ή έρευνα που αναλύει, αφομοιώνει, αξιολογεί, ερμηνεύει ή/και συνθέτει πρωτογενείς πηγές. Είναι συμπληρωματικές για την εξέταση κάποιου θέματος. Τα έγγραφα ή συγγραφείς συνοψίζουν άλλο, συνήθως πρωτογενές υλικό. Χρησιμοποιούνται από ακαδημαϊκούς ερευνητές, δημοσιογράφους και άλλους ερευνητές, καθώς και στα έγγραφα και τα βιβλία που παράγουν. Περιλαμβάνουν δημοσιευμένες αφηγήσεις, δημοσιευμένες εργασίες ή δημοσιευμένη έρευνα. Για παράδειγμα, ένα ιστορικό βιβλίο που αντλεί στοιχεία από κάποιο ημερολόγιο και αρχεία εφημερίδων.
Οι τριτογενείς πηγές είναι συνθέσεις, που βασίζονται σε πρωτογενείς και δευτερογενείς πηγές[1][8][3]. Πρόκειται για πηγές οι οποίες, κατά μέσο όρο, δεν εμπίπτουν στα ανωτέρω δύο επίπεδα. Είναι το αποτέλεσμα γενικής έρευνας για συγκεκριμένο υπό εξέταση θέμα. Οι τριτογενείς πηγές αναλύουν, αξιολογούν κριτικά, ερμηνεύουν και/ή συνθέτουν δευτερογενείς πηγές. Είναι μόνο συμπληρωματικά έγγραφα σχετικά με το υπό εξέταση θέμα. Συχνά ο στόχος τους είναι να παρουσιάσουν γνωστές πληροφορίες σε μια βολική μορφή χωρίς καμία αξίωση για πρωτοτυπία. Κοινά παραδείγματα είναι οι εγκυκλοπαίδειες και τα σχολικά εγχειρίδια.
Η διάκριση μεταξύ πρωτογενούς και δευτερογενούς είναι θεμελιώδης στην ιστοριογραφία, ενώ η διάκριση μεταξύ των δευτερογενών και των τριτογενών πηγών είναι λιγότερο θεμελιώδης και σχετίζεται με την επιστημονική ερευνητική εργασία περισσότερο παρά με το το δημοσιευμένο περιεχόμενο αφεαυτού.
Παρακάτω καταγράφονται τύποι πηγών που γενικά αλλά όχι απόλυτα, εμπίπτουν σε συγκεκριμένο επίπεδο. Τα γράμματα μετά το είδος της πηγής περιγράφουν εν γένει τον τύπο της. Το π αντιπροσωπεύει τις πρωτογενείς πηγές, το δ τις δευτερογενείς και το τ τις τριτογενείς. (Το ? για τις μη καθορισμένες)
|
|
|
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.