Κοκό Σανέλ
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Γκαμπριέλ Μπονέρ «Κοκό» Σανέλ (Gabrielle Bonheur "Coco" Chanel, 19 Αυγούστου 1883 - 10 Ιανουαρίου 1971), γνωστή ως Κοκό Σανέλ, ήταν Γαλλίδα σχεδιάστρια μόδας, μία από τις διασημότερες σχεδιάστριες μόδας του 20ού αιώνα.
Κοκό Σανέλ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Coco Chanel (Γαλλικά) |
Γέννηση | 19 Αυγούστου 1883[1][2][3] Σωμύρ |
Θάνατος | 10 Ιανουαρίου 1971[1][2][3] Hôtel Ritz Paris[4] |
Τόπος ταφής | Κοιμητήριο του Μπουά-ντε-Βω |
Ψευδώνυμο | Coco Chanel |
Παρατσούκλι | Mademoiselle, Coco και Gabrielle Bonheur |
Χώρα πολιτογράφησης | Γαλλία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γαλλικά[5][6] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | σχεδιάστρια μόδας σχεδιάστρια κλωστοϋφαντουργίας business executive modiste grand couturier ενδυματολόγος[7] |
Εργοδότης | Chanel |
Οικογένεια | |
Σύντροφος | Étienne Balsan Hans Günther von Dincklage Boy Capel[8] Ντμίτρι Πάβλοβιτς της Ρωσίας |
Γονείς | Albert Chanel[9] και Jeanne Devolle |
Συγγενείς | André Palasse (ανιψιός και foster child)[10][11] |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Neiman Marcus Fashion Award (1957) |
Ιστότοπος | |
chanel | |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα |
Κηλίδα στην κληρονομιά της παραμένει ο αντισημιτισμός της και η στενή της συνεργασία με τους Ναζί. Κατά τη Γερμανική Κατοχή της Γαλλίας κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Chanel κατηγορήθηκε για τη συνεργασία της με τους Ναζί.[12][13] Έπειτα από τον Πόλεμο η Σανέλ ανακρίθηκε για την φιλοναζιστική δράση της, ωστόσο δεν παραπέμφθηκε σε δίκη λόγω της παρέμβασης του Βρετανού Πρωθυπουργού, Winston Churchill.[14] Μεταπολεμικά, έπειτα από πολυετή εξορία στην Ελβετία, επέστρεψε στο Παρίσι για να συνεχίσει την ενασχόλησή της με την μόδα.
Το 1909 άνοιξε το πρώτο της κατάστημα στο Παρίσι, με γυναικεία καπέλα. Ίδρυσε τον ομώνυμο οίκο μόδας που παραμένει στην επικαιρότητα μέχρι σήμερα.
Μόνο το όνομά της είναι αρκετό για να οριστεί ένα ζευγάρι παπούτσια, ένα ταγέρ, μία ατζέντα, ένα άρωμα, ένα κόσμημα, μία ολόκληρη εμφάνιση. Προσδίδει πρεστίζ, ποιότητα, άμεμπτο γούστο και αλάνθαστο στυλ. Είναι μια υπογραφή αρτιότητας. Η Κοκό Σανέλ είχε ελάχιστη υπομονή και πολύ ταλέντο. Δεν θα μπορούσε να καταφέρει τίποτα λιγότερο. Η Κοκό Σανέλ ήταν πρωτοποριακή σχεδιάστρια μόδας. Η μοντέρνα και νεωτεριστική φιλοσοφία της, οι εμπνευσμένες γυναικείες μόδες -από τις αντρικές- και η αναζήτηση της πολυτελούς απλότητας, την έκαναν αναμφισβήτητα τη σημαντικότερη φιγούρα στην ιστορία της μόδας του 20ού αιώνα. Η επιρροή της στην υψηλή ραπτική ήταν τόση, (μέχρι το θάνατό της, στα 87 της, η Γαλλίδα σχεδιάστρια κατόρθωσε να καθιερωθεί ως ο σημαντικότερος και ίσως ο μοναδικός ρυθμιστής της μόδας του 20ού αιώνα), που ήταν το μόνο πρόσωπο στον τομέα της που αναφερόταν στο περιοδικό TIME ανάμεσα στους 100 ανθρώπους με τη μεγαλύτερη επιρροή στον 20ό αιώνα.
Μια γυναίκα μπροστά από την εποχή της, στην πραγματικότητα, ίσως η πρώτη γυναίκα στο κίνημα απελευθέρωσης των γυναικών. Η φήμη της Σανέλ και το ύφος της, παρέμειναν περισσότερο από τη ζωή της. Η Σανέλ, βέβαια, δεν θα προσδιόριζε ποτέ τον εαυτό της ως φεμινίστρια, στην πραγματικότητα περισσότερο μιλούσε για θηλυκότητα παρά για φεμινισμό, παρ' όλα αυτά η δουλειά της είναι αδιαμφισβήτητα μέρος της απελευθέρωσης των γυναικών. Στάθηκε σωσίβια λέμβος για τις γυναίκες, όχι μία, αλλά δύο φορές, κατά τη διάρκεια δυο ξεκάθαρα διαφορετικών περιόδων, που χώριζαν πολλές δεκαετίες: τη δεκαετία του 1920 και τη δεκαετία του 1950. Όχι μόνο έκανε αποδεκτά νέα στυλ και υφάσματα, αλλά έκανε μόδα την ανάγκη και την απροκάλυπτη ανυπακοή. Επειδή δεν άντεχε οικονομικά τα μοδάτα ρούχα της περιόδου, τα απέρριψε και έφτιαξε δικά της, χρησιμοποιώντας σπορ σακάκια και γραβάτες, που μόνο οι άντρες φορούσαν στην καθημερινότητά τους.
Δεν είναι τυχαίο ότι συσχετίστηκε με το μοντἐρνο κίνημα συμπεριλαμβανομένων των Σεργκέι Ντιάγκιλεφ, Πάμπλο Πικάσο, Ικγόρ Στραβίνσκι και Ζαν Κοκτώ. Όπως αυτοί οι καλλιτέχνες, έτσι και η ίδια ήταν αποφασισμένη να σπάσει τους παλαιούς κώδικες και να βρει ένα τρόπο να εκφραστεί. Ο Κοκτώ κάποτε είπε γι’ αυτήν ότι «ήταν κάτι σαν θαύμα, δούλεψε στον κόσμο της μόδας με κανόνες οι οποίοι είχαν αξία μόνο για τους ζωγράφους, τους ποιητές και τους μουσικούς».
Οι καινοτομίες της είναι βασικά κομμάτια της γκαρνταρόμπας πολλών γενναίων γυναικών: τα ζέρσεϊ ταγέρ και φορέματα, τα ντραπέ τουρμπάνια, τα πουκάμισα, οι πλισέ φούστες, τα γυναικεία πουλόβερ, οι μπλούζες χωρίς γιακά, τα τουίντ (πλεχτά) ταγέρ, τα blazer, οι δίχρωμες (μπεζ με μαύρη μύτη) γόβες χωρίς φτέρνα, τα strapless φορέματα, οι καμπαρντίνες. κατάφερε να επανεφεύρει τον εαυτό της για μια φορά, κάνοντας την επανάσταση με τα καταπληκτικά ταγιέρ σε χοντρά υφάσματα και δύο τσέπες στολισμένες με χρυσά κουμπιά. Αυτό το στυλ ταγιέρ λάτρεψε η Jackie Kennedy και από τότε άρχισε να υιοθετεί το συγκεκριμένο στυλ από τον αγαπημένο της οίκο μόδας Chanel. Δημιούργησε, επίσης, το μικρο μαὐρο φόρεμα, τη ζώνη-αλυσίδα, τα κοσμήματα στα ρούχα, το κασμιρένιο κάρντιγκαν, την καπιτονέ τσάντα με την αλυσίδα, τις γυναικείες πυτζάμες (τις οποίες κατόρθωσε να κάνει και κοινωνικά αποδεκτές), το unisex στυλ, το gypsy look και τα γυναικεία παντελὀνια, ενώ, επίσης, αυτή ήταν που καθιέρωσε το μαὐρισμα και τα κοντἀ μαλλιά στις γυναίκες.
Η σχεδιάστρια χρησιμοποίησε, επίσης, τα ζωηρά χρώματα και τα θηλυκά τυπωμένα σιφόν στα σχέδιά της που αφορούσαν την πρωινή ένδυση. Τα βραδινά της σύνολα ακολούθησαν τη μακριά και λεπτή γραμμή για την οποία η σχεδιάστρια ήταν γνωστή, αλλά και το ενσωματωμένο τούλι, τη δαντέλλα, και τα διακοσμητικά στοιχεία που μαλακώνουν και κάνουν ρομαντικότερο το ένδυμα.
Στις 5-5-1922 έγινε η μεγάλη επιτυχία με το λανσάρισμα του αρώματος «Σανέλ № 5» (ήταν το πρώτο που πήρε το όνομα του σχεδιαστή του – το 5 ήταν ο τυχερός αριθμός) της Chanel.
Τα γεγονότα της ζωής της Κοκό Σανέλ δείχνουν ότι αναγνώρισε από νωρίς κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας της ότι η κοινωνία και η μόδα συνδέονται άμεσα και περίπλοκα μεταξύ τους. Τα παθιασμένα ενδιαφέροντα της σχεδιάστριας ενέπνευσαν τις μόδες της. Το διαμέρισμά της και ο ιματισμός της ακολουθούσαν την αγαπημένη της χρωματική παλέτα, σκιές του μπεζ, του μαύρου και του λευκού. Αντικείμενα από τη συλλογή τέχνης της και τα θεατρικά ενδιαφέροντά της, της παρείχαν την κατάλληλη έμπνευση για τα θέματα των κολεξιόν της. Όταν η Σανέλ παρευρέθηκε σ’ ένα χορό μεταμφιεσμένων, ντύθηκε σαν μια φιγούρα από πίνακα του Αντουάν Βατώ (Watteau) και αργότερα ξαναδούλεψε αυτό το κοστούμι και το μετέτρεψε σε γυναικείο κοστούμι.
Η Σανέλ, επίσης, εμπνεόταν για τις δημιουργίες της από την καθημερινότητα και την προσωπική της ζωή. Κατά τη διάρκεια του δεσμού της με τον Ετιέν Μπαλσάν εμπνεύστηκε τα σύνολα ιππασίας, ενώ η συμβίωσή της με το δούκα του Γουέστμινστερ την οδήγησε σε μια αγγλική περίοδο - που κατόρθωσε να την εισαγάγει στους κλειστούς κύκλους της υψηλής κοινωνίας. Η συνεχής ανάγκη για υψηλή ραπτική και τα χρήματα για τη χρηματοδότησή της βρίσκονταν εκεί στις αίθουσες χορού και στα σαλόνια του Παρισιού. Και η αυξανόμενη φήμη της Σανέλ ως πρωτοποριακής σχεδιάστριας, ενδυνάμωσε την επιθυμία της υψηλής κοινωνίας να την συμπεριλάβει στους κύκλους της. Η κοινωνία, άλλωστε, πάντα αγαπά να βρίσκεται κοντά στην δημιουργικότητα.
«Δεν μπήκα στην κοινωνία αυτή επειδή έπρεπε να σχεδιάσω ρούχα. Σχεδίασα ρούχα, ακριβώς επειδή μπήκα στην κοινωνία αυτή. Επειδή ήμουν η πρώτη που έζησε τη ζωή αυτού του αιώνα» είχε πει η ίδια η Σανέλ.