Κονσταντέν Σαμυέλ Ραφινέσκ
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Κονσταντέν Σαμυέλ Ραφινέσκ-Σμαλτς (γαλλ. Constantine Samuel Rafinesque-Schmaltz, 22 Οκτωβρίου 1783 – 18 Σεπτεμβρίου 1840) ήταν Γάλλος αυτοδίδακτος πολυμαθής, που γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και μεγάλωσε στη Γαλλία. Νεότατος ακομα ταξίδεψε στις ΗΠΑ και τελικώς εγκαταστάθηκε στο Οχάιο το 1815. Εκεί συνεισέφερε στη βοτανική, τη ζωολογία, τη μυκητολογία και τη μελέτη των προϊστορικών τύμβων της Βόρειας Αμερικής. Επιπλέον μελέτησε τις αρχαίες Μεσοαμερικανικές γλώσσες.
Κονσταντέν Σαμυέλ Ραφινέσκ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Constantine Samuel Rafinesque-Schmaltz (Αγγλικά) |
Γέννηση | 22 Οκτωβρίου 1783[1][2][3] Κωνσταντινούπολη |
Θάνατος | 18 Σεπτεμβρίου 1840[1][2][3] Φιλαδέλφεια |
Αιτία θανάτου | Καρκίνος του στομάχου |
Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια |
Χώρα πολιτογράφησης | Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά[4] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | βοτανολόγος πτεριδολόγος βρυολόγος εντομολόγος ζωολόγος βιολόγος αρχαιολόγος σαλιγκαρολόγος καρκινολόγος μυκητολόγος ιχθυολόγος εξερευνητής[5] μετεωρολόγος[6] φυσιοδίφης ζωγράφος[7] |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | μέλος στην Αμερικανική Ακαδημία Τεχνών και Επιστημών |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα |
Ο Ραφινέσκ ήταν μια εκκεντρική ιδιοφυΐα.[8] Αν και αυτοδίδακτος, αρίστευσε σε διάφορες περιοχές της ανθρώπινης γνώσεως και συνέγραψε πολλές εργασίες ανθρωπολογίας, βιολογίας, γεωλογίας και γλωσσολογίας, αλλά δεν τιμήθηκε για το έργο του σε κάποια από αυτές τις επιστήμες όσο ζούσε. Στην πραγματικότητα ήταν μάλλον περιφρονημένος από την αμερικανική επιστημονική κοινότητα και οι εργασίες που υπέβαλε απορρίπτονταν αυτομάτως από τα κυριότερα επιστημονικά περιοδικά. Ανάμεσα στις θεωρίες του ήταν η άποψη ότι οι πρόγονοι των σημερινών Ινδιάνων της Αμερικής είχαν μεταναστεύσει στην ήπειρο από την Ασία διαβαίνοντας από τον Βερίγγειο πορθμό (αποδείχθηκε σωστή)[9][10], και ότι η αμερικανική ήπειρος κατοικείτο από μαύρους ιθαγενείς ήδη την εποχή της πρώτης ευρωπαϊκής αφίξεως (λανθασμένη).[11]