Κορδιλιέρα
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο όρος Κορδιλιέρα (Cordillera, αγγλική προφορά ΔΦΑ: kȯr-ˈdi-lə-rə\) είναι ένας φυσικός γεωγραφικός προσδιορισμός, με τον οποίο χαρακτηρίζονται ορεινά συστήματα τα οποία περιλαμβάνουν πολλές οροσειρές συνήθως σε παράλληλη διάταξη μεταξύ τους[1]. Πολλές φορές χρησιμοποιείται για τον γεωφυσικό προσδιορισμό του κύριου ορεινού σχηματισμού μιας ηπείρου ή ενός νησιού όταν παρουσιάζει τέτοια γεωφυσική εικόνα. Προέρχεται από την ισπανική λέξη cordillera, η οποία με τη σειρά της προέρχεται από το υποκοριστικό cordilla της λέξης cuerda, η οποία και σημαίνει αλυσίδα[2].
Η ονομασία Κορδιλιέρα δόθηκε για πρώτη φορά στο ορεινό σύστημα των Άνδεων της Νότιας Αμερικής, (Las Cordilleras de los Andes) το οποίο ξεκινά από τον κόλπο του Μαρακάιμπο στη Βενεζουέλα για να καταλήξει στη Γη του Πυρός[3]. Στη Βόρεια Δυτική Αμερική, η ορεινή περιοχή που ονομάζεται Περιοχή των Κορδιλιέρας αρχίζει από τις οροσειρές της Αλάσκας, συνεχίζει στις παράλληλες οροσειρές των Βραχωδών Ορέων και της Σιέρρα Νεβάδα, για να καταλήξει στην οροσειρά της Σιέρρα Μάδρε και ακόμη νοτιότερα μέχρι τον Παναμά[4][5]. Τα δύο αυτά συστήματα (γνωστά στο σύνολό τους ως Αμερικανική Κορδιλιέρα) εκτείνονται σαν σπονδυλική στήλη, κατά μήκος της Δυτικής πλευράς της Αμερικανικής ηπείρου, και ξεκινώντας από τον Αρκτικό Ωκεανό φτάνουν μέχρι την Ανταρκτική, ορίζοντας όλη την Ανατολική ακτή του Ειρηνικού Ωκεανού.