Κορεατική γλώσσα
Ανατολική γλώσσα / From Wikipedia, the free encyclopedia
Τα Κορεατικά (Τζόσονγκουλ/Χάνγκουλ: 조선말/한국어, Χάντσα: 朝鮮말/韓國語) είναι η επίσημη γλώσσα της Κορέας, τόσο της Νότιας όσο και της Βόρειας αν και οι δύο χώρες χρησιμοποιούν διαφορετικά επίσημα πρότυπα. Είναι επίσης μια από τις δύο επίσημες γλώσσες στην Αυτόνομη Κορεατική Διοικητική Περιφέρεια της Γιάνμπιαν στην Κίνα. Υπάρχουν περί τα 81 εκατομμύρια Κορεάτες ομιλητές παγκοσμίως, κυρίως Κορεάτες. Για μια χιλιετία χρησιμοποιούσε κινεζικούς χαρακτήρες για τον γραπτό της λόγο που ονομαζόταν Χάντσα και φωνητικά συστήματα όπως το Χιάνγκτσαλ, Γκούγκιολ και Ίντου. Κατά τον 15ο αιώνα παραγγέλθηκε ένα εθνικό σύστημα γραφής από τον Σέτζονγκ τον Μέγα, το σύστημα που σήμερα αποκαλείται Χάνγκουλ αλλά έγινε ευρέως διαδεδομένο μόλις τον 20ο αιώνα λόγω της προτίμησης του χάντζα από την αριστοκρατία γιάνγκμπαν (yangban). Το χάντσα έχει 24 βασικά και 27 πολύπλοκα γράμματα. Αρχικά τα κορεατικά ήταν μια προφορική γλώσσα, καθώς οι γραπτές καταγραφές στην Κορέα γίνονταν στα κλασικά κινέζικα τα οποία δεν είναι αμοιβαίως κατανοητά με καμία ιστορική μορφή της κορεάτικης. Το χάντσα χρησιμοποιείται ακόμα στη Νότια Κορέα αλλά σε πολύ περιορισμένη κλίμακα. Κάποιοι γλωσσολόγοι τη θεωρούν μεμονωμένη γλώσσα ενώ άλλοι την εντάσσουν στην ομάδα γλωσσών Αλτάϊ.
Κορεατικά | |
---|---|
한국어, 조선말 και 한국말 | |
Ταξινόμηση | Απομονωμένη (Αλταϊκές;)/Κορεανική |
Σύστημα γραφής | χανγκούλ και Χάντσα |
Κατάσταση | |
Επίσημη γλώσσα | Νότια Κορέα Βόρεια Κορέα Κίνα |
Ρυθμιστής | Εθνικό Ινστιτούτο της Κορεατικής γλώσσας |
ISO 639-1 | ko |
ISO 639-2 | kor |
ISO 639-3 | kor |
SIL | - |
Είναι αναγνωρισμένη γλώσσα στους αυτόνομους κορεατικούς νομούς του Γιάνμπιαν και Τσανγκπάι στην επαρχία Τζιλίν. Ομιλείται επίσης από απογόνους Κορεατών μεταναστών στη Σαχαλίνη των οποίων οι πρόγονοι μεταφέρθηκαν από τις ιαπωνικές αρχές και στην Κεντρική Ασία από Κορεάτες των οποίων οι πρόγονοι απελάθηκαν εκεί από τη Ρωσική Άπω Ανατολή επί Στάλιν.[1]
Στη Νότια Κορέα η γλώσσα ονομάζεται Χάνγκουκμαλ που αποτελείται από το χάνγκουκ, η ονομασία της χώρας στα κορεατικά και το μαλ, που σημαίνει λόγος, ομιλία. Πιο επίσημη ονομασία της γλώσσας είναι Χάνγκουγκο (Hangugeo) που σημαίνει εθνική γλώσσα. Στη Βόρεια Κορέα και την περιοχή Γιανμπιάν η γλώσσα ονομάζεται Τζόσονμαλ (Chosonmal) ή πιο επίσημα Τζόσονο (Chosono). Η λέξη Κορέα πρέπει να προέρχεται από τους Γκόριο (Goryeo) που θεωρείται η πρώτη γνωστή δυναστεία στη Δύση. Στην Ελλάδα και στον κόσμο γενικότερα υπάρχει μεγάλη άνοδος στον αριθμό των ατόμων που μαθαίνουν Κορεατικά τα τελευταία χρόνια, αποτέλεσμα της έκρηξης της δημοτικότητας των κορεάτικων μουσικών και τηλεοπτικών σειρών τα τελευταία χρόνια.
Οι σύγχρονοι γλωσσολόγοι κατατάσσουν την κορεατική γλώσσα ως απομονωμένη γλώσσα και η σχέση της με τα ιαπωνικά δεν είναι ξεκάθαρη.[2][3][4] Ωστόσο υπάρχουν μερικές εξαφανισμένες συγγενικές γλώσσες, οι οποίες μαζί με την κορεατική γλώσσα και τη γλώσσα Τσέτζου, συνιστούν τις κορεανικές γλώσσες. Η γλωσσική πατρίδα των Κορεατών είναι κάπου στη Μαντζουρία σύμφωνα με μελέτες.[5]