Κρωβύλη και Κόριννα
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Κρωβύλη και Κόριννα είναι ένας από τους δεκαπέντε εταιρικούς διαλόγους που δημιούργησε ο Λουκιανός που αναφέρονται όχι στις λίγες μεγαλόσχημες αλλά στις πολλές άσημες εταίρες που τις δέρνει η φτώχεια· κι αυτό άσχετα από τα γνωστά ή άγνωστα ονόματα με τα οποία τις παρουσιάζει.[2]
Συγγραφέας | Λουκιανός |
---|---|
Τίτλος | Κρωβύλη καὶ Κόριννα |
Γλώσσα | αρχαία ελληνικά |
Ημερομηνία δημιουργίας | 160[1] |
Δημοσιεύθηκε στο | Ἑταιρικοὶ Διάλογοι |
δεδομένα (π • σ • ε ) |
ΚΟΡ.- Ναι, μανούλα. Και νά΄χει και πετράδια κατακόκκινα (ψήφους τινάς πυραυγείς), όπως το περιδέραιο της Φιλαινίδας.
ΚΡΩΒ.-Τέτοιο θά΄ναι. Άκου με όμως τώρα να σου μάθω τι πρέπει να κάνεις και πως να φέρεσαι στους άντρες. Άλλο μέσο να ζήσουμε, κόρη μου, όπως ξέρεις, δεν έχουμε. Είναι δύο χρόνια τώρα που πέθανε ο μακαρίτης ο μπαμπάς σου, και καταλαβαίνεις τι τραβήξαμε! Όσο ζούσε εκείνος, είχαμε και του πουλιού το γάλα. Ήταν χαλκιάς, όνομα ξακουστό στο Πειραιά· αφού και τώρα μπορεί ν΄ακούσεις τους πάντες να παίρνουν όρκο, πως μετά το Φίλινο δεν θα ξαναγίνει άλλος τέτοιος τεχνίτης! Όταν λοιπόν εκείνος πέθανε, στην αρχή πούλησα για δύο μνες τις μασιές του, το αμόνι και το σφυρί, κι΄ έτσι ζήσαμε. Ύστερα, τη μια υφαίνοντας, την άλλη γνέθοντας και κλώθωντας το στημόνι, είδα κ΄ έπαθα να κερδίζω το ψωμί μας. Είχα εσένα όμως, κόρη μου, και σ΄ ανάσταινα και ζούσα με την ελπίδα.
ΚΟΡ.- Μιλάς για τη μνά;
ΚΡΩΒ.- Όχι, αλλά λογάριαζα πως, άμα μεγαλώσεις, θα με θρέψεις βέβαια κ΄εμένα, θα αποχτήσεις όμως κ΄εσύ δίχως κόπο στολίδια και πλούτη και ολοπόρφυρα ρούχα και υπηρέτριες.
ΚΟΡ.- Τι θες νας πεις, μαμμά. Πως θα γίνει κάτι τέτοιο πράμα;
ΚΡΩΒ.- Φτάνει να κάνεις παρέα με νεαρούς, να πίνεις και να κοιμάσαι μαζί τους με πληρωμή.
ΚΟΡ.-Όπως, να πούμε, η κόρη της Δαφνίδας η Λύρα.
ΚΡΩΒ.-Ακριβώς.
ΚΟΡ.- Μα η Λύρα είναι εταίρα!
Παναγιώτης Μουλάς, Λουκιανού: Εταιρικοί και νεκρικοί διάλογοι σ. 121, Γαλαξίας 1967.