Με τον όρο Λαοί της Θάλασσας χαρακτηρίζουν οι σύγχρονοι ιστορικοί εν γένει διάφορους αλλά συγκεκριμένους λαούς της εποχής του Νέου βασιλείου της Αρχαίας Αιγύπτου. Τους λαούς αυτούς οι Αιγύπτιοι τους ονόμαζαν «Ξένους». Στις αρχές του 12ου αιώνα π.Χ. οι Λαοί της Θάλασσας είχαν γίνει σοβαρή πολεμική απειλή για την Αίγυπτο, ενώ μαζικές ήταν οι εισβολές τους στη Χεττιτική αυτοκρατορία και σε άλλα κράτη της Μέσης Ανατολής. Πιθανώς πρόκειται για τους ίδιους πολεμιστές που είχαν επιτεθεί και στην πόλη-κράτος Ουγκαρίτ το 1192 π.Χ.[1]

Thumb
Ο Φαραώ Ραμσής Γ' εναντίον των Λαών της Θάλασσας. Ανάγλυφο στο Μεντινέτ Χαμπού.

Τα αίτια

Με τις εξελίξεις στο τέλος της Εποχής του Χαλκού, άρχισαν από το 1220 π.Χ. και μετά σημαντικές μεταβολές στο ναυτιλιακό εμπόριο που γινόταν στη Μεσόγειο. Οι Χετταίοι άρχισαν να γνωρίζουν τις πρώτες δυσκολίες γύρω στο 1210 π.Χ., όταν λόγω κάμψης τής οικονομίας τους ζήτησαν τη βοήθεια των Αιγυπτίων, για να τους προμηθεύσουν με σιτηρά. Προφανώς όμως δεν μπόρεσαν να βελτιώσουν την κατάσταση και έτσι λίγα χρόνια αργότερα οι Χετταίοι αναγκάστηκαν να βρουν καινούργια εδάφη προς κατοίκηση. Τα αρχαιολογικά ευρήματα και αρχαία κείμενα από την εποχή αυτή δείχνουν συνολικά ότι το εμπόριο είχε αρχίσει να παραλύει σε μεγάλη κλίμακα, κάνοντας ζημιά στους τότε πολιτισμούς μέχρι και στο Αιγαίο.

Εκτός αυτού γίνονταν μαζικές μετακινήσεις λαών από τη δύση μέσω της ξηράς για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Ανάγλυφα στον νεκρικό ναό του Ραμσή Γ΄στο Μεντινέτ Χαμπού, στις Θήβες της Αιγύπτου, δείχνουν καραβάνια από οικογένειες φορτωμένες με όλα τα υπάρχοντά τους και με βοϊδάμαξες να εγκαταλείπουν τα χωριά τους. Οι μετανάστες αυτοί είχαν για αρχικό προορισμό τους τις μικρασιατικές περιοχές του Χάττι και της Κιζζουβάτνας, και αργότερα την περιοχή του Λεβάντε και την Κύπρο.

Η επίθεση των Λαών της Θάλασσας στην Ανατολή

Thumb
Τα εδάφη των Χετταίων το 1300 π.Χ.

Τότε σχηματίστηκε μια συμμαχία μεταξύ ναυτικών δυνάμεων και κατοίκων της ξηράς και άρχισαν καταστροφικές επιθέσεις σε εύπορες παραλιακές κατοικημένες περιοχές στην ανατολική Μεσόγειο. Οι τελευταίες επιστολές από την Ουγκαρίτ αναφέρουν μάχες με πολλές απώλειες των Χετταίων αρχόντων στις περιοχές της Παμφυλίας, Λυκαονίας, Πισιδίας και της Λυκίας. Την ίδια εποχή γραπτά κείμενα από την Αλασγία αναφέρουν επιδρομές αγνώστων στην Κύπρο, την οποία όμως εγκατέλειψαν προς άγνωστη κατεύθυνση. Οι Χετταίοι ζήτησαν τη βοήθεια του πολεμικού ναυτικού του Ουγκαρίτ για να προστατεύσουν τα νότια παράλια της Μικράς Ασίας. Επίσης στρατεύματα του Ουγκαρίτ μετακινήθηκαν στα κεντρικά εδάφη των Χετταίων. Έτσι αφήνοντας την Ουγκαρίτ ανυπεράσπιστη δέχτηκαν την καταστροφική επίθεση των Λαών της Θάλασσας.

Η επίθεση στην Αίγυπτο

Thumb
Το κείμενο του Μερνεπτά.

Η πρώτη εισβολή

Σε επιγραφές από το Καρνάκ και της Άθλιβης του 5ου έτους του φαραώ Μερνεφθά αναφέρεται η Μάχη του Περιρέ, δυτικά του Δέλτα του Δέλτα του Νείλου, γύρω στις 15 Απριλίου 1208 π.Χ.. Η Αίγυπτος είχε δεχτεί την επίθεση μιας συμμαχίας των Λίβυων με τους Λαούς της Θάλασσας. Αρχηγός της συμμαχίας ήταν ο Λίβυος βασιλιάς Μεριρί (Mrjj στο αιγυπτιακό κείμενο[2]) ακολουθούμενος από τις δυνάμεις των Σερντέν ή Σαρντάνα (Šrdn), Σεκελές ή Σακάλσα (Škrš), Αχαϊβάσα ή Εκβές (Ikws), Λούκα ή Λουκού (Lk, Λύκιοι), Τερές ή Τουρσά (Trs), Μεσβές (γείτονες και σύμμαχοι των Λιβύων). Η επίθεση αποκρούστηκε μετά από σκληρή μάχη έξι (6) ωρών στην έρημο, ενώ οι νικητές αποκόμισαν άφθονα λάφυρα.[3] Το 2ο έτος του Ραμσή Β΄ επιτέθηκε στο Δέλτα του Νείλου η πειρατική φυλή Σερντέν, ο Ραμσής τους νίκησε και συνέλαβε πολλούς από αυτούς ως αιχμαλώτους. Τα γεγονότα καταγράφονται από τους Αιγυπτίους στην Τάνις Στήλη Β΄.[4] Μια επιγραφή στην νικηφόρα στήλη του Ραμσή Β΄ στο Τάνις περιγράφει αναλυτικά την ήττα των πειρατών, στην συνέχεια ο Ραμσής Β΄ υπερηφανεύεται ότι απάλλαξε τις ακτές της χώρας του από τον επικίνδυνο εχθρό:[5]

"οι άτακτοι Σερντέν έφτασαν με τα πλοία τους στις ακτές της θάλασσας μου, κανείς δεν μπορούσε να τους νικήσει"

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Σαρντάνα[6][7] χρησιμοποιούντο ως μισθοφόροι στον αιγυπτιακό στρατό τουλάχιστον από την εποχή του Ραμσή Β'.[8] Με την επιστροφή του έδωσε εντολή στους γραφιάδες του να γράψουν ένα ποίημα που να υμνεί τις επιτυχίες του στην μάχη έμεινε γνωστό ως το "Ποίημα του Πενταύρου".[9] Στο ποίημα φαίνεται η μεγάλη συμβολή στην νίκη που είχαν οι αιχμάλωτοι του οι πρώην εισβολείς Λαοί της Θάλασσας, τον βοήθησαν όχι μόνο πολεμικά αλλά και στρατιωτικά, του έδωσαν ιδέες πως να χωρίσει τον στρατό του. Το ποίημα καταγράφει τέλος τους εχθρούς του συμμάχους των Χετταίων, σε μερικούς από αυτούς ανήκαν άλλοι από τους Λαούς της θάλασσας που θα βρεθούν στις μεγάλες μεταναστεύσεις του 12ου αιώνα π.Χ. Οι Εκβές έχουν συνδεθεί στο παρελθόν από ερευνητές με τους Αχιγιάβα των χεττιτικών κειμένων και μέσω αυτών με τους Αχαιούς.[10][11][12] Επίσης, σε επιγραφές από το Καρνάκ και τη Στήλη της Άθλιβης αναφέρεται ο τίτλος "Από τις χώρες της Θάλασσας" μόνο μετά από το Εκβές, ενώ ο Αμερικανός αρχαιολόγος και ιδρυτής του Ασιατικού Ινστιτούτου του Πανεπιστημίου του Σικάγου, Τζέιμς Χένρυ Μπρίαστεντ έγραψε σε μια υποσημείωση σχετικά με τον όρο αυτό:

"Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτή η ονομασία, τόσο εδώ (Στήλη του Καρνάκ) όσο και στη Στήλη της Άθλιβης (1.13), εισάγεται μόνο μετά από το Εκβές. Στη Στήλη της Άθλιβης, το Εκβές κόβεται με έναν αριθμό από την προηγούμενη, δείχνοντας ότι ο όρος εκεί ανήκει μόνο σε αυτούς".[13]

Η δεύτερη εισβολή

Η δεύτερη εισβολή στην Αίγυπτο πήρε τη μορφή συνδυασμένης επίθεσης από ξηρά και θάλασσα και συνέβη το 1186 π.Χ., το 8ο έτος της βασιλείας του φαραώ Ραμσή Γ'.[14] Περιγράφεται σε επιγραφή του ναού της Μεντινέτ Χαμπού, στην οποία ο Ραμσής Γ' εξιστορεί την επίθεση που δέχτηκε ως εξής:

Οι Λαοί της Θάλασσας έκαναν συμμαχία και συνωμοτούν. Έχουν σκοπό να βάλουν στο χέρι όλα τα εδάφη της γης. Κανείς δεν μπορεί να τους αντιμετωπίσει. Των Χετταίων καταστράφηκαν ταυτόχρονα η Καντί (Κιλικία), η Καρχεμίς, η Αρζάβα και η Αλασγία. Το στρατόπεδό τους είναι κάπου στο Αμουρρού. Επιτίθενται και καταστρέφουν τα μέρη σαν να μην είχαν ποτέ υπάρξει. Ήρθαν, έβαλαν φωτιά και είπαν: "Εμπρός για την Αίγυπτο". Σύμμαχοί τους ήταν οι Πελεσέτ, οι Τζεκέρ, οι Σεκελές, οι Ντενυέν και οι Βεσές.[15]

Επίσης, στους παπύρους του Χάρρις, μια συλλογή κειμένων του Ραμσή Γ' που συντάχθηκε λίγο μετά τον θάνατό του, αναφέρεται η πολεμική νίκη του Φαραώ κατά των Λαών της Θάλασσας.

Στα ανάγλυφα της Μεντινέτ Χαμπού οι Λαοί της Θάλασσας παρουσιάζονται ως εξής:

  • Οι Ντενυέν (Dnn), οι Πελεσέτ (Πελασγοί-Φιλισταίοι[16], Prst στο αιγυπτιακό κείμενο), οι Τζεκέρ (Tkr) και οι Βεσές (Wss) φορούν περικεφαλαίες με φτερά. Παρόμοιες παραστάσεις βρίσκουμε και στα ευρήματα της Έγκωμης στην Κύπρο.
  • Οι Σερντέν[17] φορούν περικεφαλαία με κέρατα. Παρόμοιες περικεφαλαίες βρίσκουμε σε ζωγραφιές πάνω σε πολεμικά αγγεία της Μυκηναϊκής εποχής επίσης στην Έγκωμη.
  • Οι Σεκελές[18] φορούν ταινίες στο μέτωπο.

Όλοι τους όμως φορούν κοντές φούστες ή ποδιές στη μέση, και συνήθως δεν έχουν μούσι. Συχνά φορούν πανοπλίες. Είναι οπλισμένοι με ασπίδες στρογγυλές, δόρυ μακρύ, δόρυ κοντό και σπαθιά. Τα καράβια τους είναι όλα της ίδιας κατασκευής με πανιά και μια χαρακτηριστική κεφαλή πουλιού στο ένα άκρο και κεφαλή ζώου στο άλλο (έμβολο).[19] Από την ενδυμασία τους συμπεραίνουμε ότι είναι μεσογειακής καταγωγής, τα πλοία τους επίσης.

Χαρακτηριστικό για αυτήν την εποχή είναι ότι σηματοδοτεί το τέλος των πολιτισμών της Εποχής του Χαλκού στην ανατολική Μεσόγειο.

Ερμηνείες της καταγωγής των πολεμιστών

Thumb
Χάρτης της αρχαίας Ανατολής τον 13ο αιώνα π.Χ.

Η ερμηνεία της προέλευσης των Λαών της Θάλασσας είναι ένα από τα πιο πολυσυζητημένα και περίπλοκα ζητήματα της σύγχρονης αρχαιολογικής έρευνας.

Ινδοευρωπαϊκές εισβολές

Πολλοί παλαιοιστορικοί, γλωσσολόγοι και αρχαιολόγοι υπέθεσαν αρχικά ότι οι Λαοί της Θάλασσας ήταν ως επί το πλείστον κάποια Ινδοευρωπαϊκά φύλλα που με την κάθοδό τους επέφεραν το τέλος του Μυκηναϊκού πολιτισμού στην Πύλο στις Μυκήνες και αλλού, καθώς και το τέλος του βασιλείου του Χετταίου Σουππιλουλιουμα Β'.

Πειρατές και Μυκηναίοι

Άλλοι είπαν, ότι οι Λαοί της Θάλασσας ήταν απλώς πειρατές. Μερικοί επιστήμονες όπως π.χ. ο Έμπερχαρντ Τσάγκερ υπέθεσαν ότι οι πολεμιστές αυτοί ήταν Μυκηναίοι. Λαμβάνοντας υπόψη την αναταραχή μεταξύ των μεγάλων Οίκων των μυκηναϊκών πόλεων στην ελληνική μυθολογία, η υπόθεση ότι οι Μυκηναίοι αυτοκαταστράφηκαν είναι μακρόχρονη[20] και βρίσκει την υποστήριξη του αρχαίου Έλληνα ιστορικού Θουκυδίδη[21] και του Πλάτωνα[22]. Πληθυσμιακές ομάδες μυκηναϊκής καταγωγής είναι πιθανόν να εγκαταστάθηκαν στην Κιλικία της Μικράς Ασίας, στη νότια συροπαλαιστινιακή ακτή και στην Ιταλία κατά την ΥΕ ΙΙΙΓ (τέλη 12ου αι. Π.Κ.Χ.). Το φαινόμενο συνδέεται ίσως με την αναστάτωση και την παρακμή που επικράτησε μετά την κατάρρευση των μυκηναϊκών βασιλείων στη μητροπολιτική Ελλάδα.
Γραπτές πηγές των Χετταίων μιλούν για τo βασίλειo Αχιγιάβα, το οποίο οι σύγχρονοι μελετητές θεωρούν ότι ταυτίζεται με τον μυκηναϊκό κόσμο (Αχαιούς) ή τουλάχιστον με τμήμα του[23][24]. Επιπλέον, η Μιλλάβαντα των Χεττιτικών πηγών έχει ταυτιστεί με τη Μίλητο, η οποία εμφανίζεται στα σχετικά κείμενα ως τμήμα της επικράτειας Αχιγιάβα[25].
Τα μυκηναϊκά ευρήματα στην Αίγυπτο είναι σπάνια, υπάρχουν όμως αιγυπτιακές γραπτές πηγές και αιγυπτιακά ευρήματα, που φανερώνουν επαφές με τη χώρα των φαραώ, και μάλιστα σε ανώτατο διπλωματικό επίπεδο[26]. Μυκηναϊκά ευρήματα και αντικείμενα με γραμμική Β εχουν όμως βρεθεί και στη Γερμανία,[27] στη Γεωργία,[28] στην Ιρλανδία και στη Μεγάλη Βρετανία.[29][30][31][32]

Ο πόλεμος της Τροίας

Μια άλλη θεωρία λέει ότι μετά από τον Τρωικό πόλεμο, ο Μενέλαος έχασε τον δρόμο του και αφού περιπλανήθηκε στην Κύπρο, τη Φοινίκη, τη Σιδώνα, τη Λιβύη και γενικότερα στα παράλια της νοτιοανατολικής Μεσογείου[33][34] πέρασε από την Αίγυπτο.

Ομοίως και ο Οδυσσέας μιλώντας με τον Εύμαιο περιγράφει πως από την Κρήτη έφτασε κι αυτός στην Αίγυπτο[35].

Επίσης, ο Τεύκρος ο γιός του βασιλιά της Σαλαμίνας Τελαμώνα και ετεροθαλής αδερφός του Αίαντα, ο οποίος έλαβε μέρος στον Τρωικό Πόλεμο και θεωρείτο ως ο καλύτερος τοξότης των Ελλήνων, μετά τον πόλεμο, ακολουθώντας τη μοίρα του Οδυσσέα και του Μενελάου, έφτασε κι αυτός ως την Αίγυπτο όπου εκεί συνάντησε την Ελένη.[36]Αργότερα, εξόριστος διότι δεν εκδικήθηκε για τον θάνατο του αδελφού του πήγε στην Κύπρο, όπου και ίδρυσε την πόλη Σαλαμίνα[37] (κοντά στη σημερινή Αμμόχωστο), σε ανάμνηση της πατρίδας του.
Ιστορικά, επιβεβαιώνεται η ίδρυση της Σαλαμίνας της Κύπρου γύρω στα 1100 π.Χ, χρονολογία που δεν απέχει, χρονικώς, από τον χρόνο επιστροφής των ηρώων της Τροίας.

Στην Κύπρο εγκαταστάθηκε και ο αρχηγός των Αρκάδων Αγαπήνορας ο οποίος καθώς έπλεε επιστρέφοντας στην πατρίδα του μετά την άλωση της Τροίας, σφοδρή τρικυμία παρέσυρε το πλοίο του στις ακτές της Κύπρου. Κατά τον Όμηρο και τον Παυσανία (Η 5, 2) ίδρυσε την Πάφο. Για την ακρίβεια, ο Αγαπήνωρ ίσως ίδρυσε την Παλαίπαφο, τα σημερινά Κούκλια.[38][39][40]

Ο αρχηγός των Αινιάνων Γουνέας πήγε στη Λιβύη όπου εγκαταστάθηκε κοντά στον Κίνυφο ποταμό.[41]

Ο γιατρός των Ελλήνων στον Τρωικό πόλεμο και γιος του Ασκληπιού Ποδαλείριος από την Τρίκκη εγκαταστάθηκε στην Καρία[42]

Ο Αχιλλέας ήταν ο πιο ενεργός ήρωας των Αχαιών. Όταν οι Έλληνες ξεκίνησαν για την Τροία, από εσφαλμένο προσανατολισμό αποβιβάστηκαν στη Μυσία. Ο βασιλιάς της Τήλεφος, γιος του Ηρακλή, είχε επιτρέψει παλαιότερα σε ομάδα Αρκάδων να εγκατασταθούν στην περιοχή. Στη μάχη που ακολούθησε ο Αχιλλέας τραυμάτισε τον Τήλεφο[43]. Σύμφωνα με τον Όμηρο κατέλαβε 11 πόλεις και 12 νησιά[44]. Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο ο Αχιλλέας λεηλάτησε τη χώρα του Αινεία[45]. Επίσης κατέλαβε τη Λυρνησσό, την Πηδασσό, τη Λέσβο, την Κολοφώνα, τις Κλαζομενές[46] και πολλές άλλες γειτονικές πόλεις της Ιωνίας, ενώ επίσης σκότωσε τον ανήλικο Τρωίλο, γιο του Πριάμου. Ανάμεσα στα λάφυρα του Αχιλλέα από τις λεηλασίες ήταν και οι ιέρειες Βρισηίδα, από τη Λυρνησσό και η Χρυσηίδα, από τις Ιπποπλάκιες Θήβες, η οποία προσφέρθηκε στον Αγαμέμνονα.

Ο Αίας ο Τελαμώνιος αναφέρεται ότι κατέκτησε πολλές περιοχές στη θρακική ακτή, στην οποία βασίλευε ο Πολυμήστωρας, γαμπρός του Πριάμου. Ο Πολυμήστωρ για να αποτρέψει τα χειρότερα παρέδωσε στον Αίαντα τον Πολύδωρο, γιο του Πριάμου, που μέχρι τότε ήταν υπό την προστασία του. Αργότερα ο Αίας επιτέθηκε στη Φρυγία που βασιλιάς της ήταν ο Τελεύτας, τον οποίο σκότωσε σε μονομαχία[47]. Στη Σαλαμίνα βρέθηκαν τα υπόλοιπα ενός αρχαίου κτιριακού συμπλέγματος[48] που υπολογίζεται στην εποχή του 13ου με 12ου αιώνα π.Χ. και συμπίπτει με τη Μυκηναϊκή εποχή που έζησε ο Αίαντας. Αν υποθέσουμε ότι πρόκειται για πραγματικό ιστορικό πρόσωπο, τότε το κτίριο αυτό θα πρέπει να ήταν το παλάτι του Αίαντα.

Ακόμα και ο μύθος του Μόψου, που πήγε στην Αφρική, λένε ότι μπορεί να είναι μια μια ένδειξη ανάμειξης στον πόλεμο αυτό. Επιγραφή των Χετταίων που βρέθηκε στο Βογάτζκαλε της σημερινής Τουρκίας που παλιά ήταν η Χαττούσα, η πρωτεύουσα των Χετταίων αναφέρει ένα πρόσωπο με το όνομα Mukšuš σε σχέση με τον Βασιλιά Madduwattaš της Arzawa και τον Attaršiyaš της Ahhiyā. Επειδή το κείμενο είναι της εποχής της βασιλείας του Χετταίου αυτοκράτορα Arnuwanda III, μερικοί αρχαιολόγοι[49] σχετίζουν το πρόσωπο του Μόψου με τους Λαούς της Θάλασσας που είχαν επιτεθεί στην Αίγυπτο τον 12ο π.Χ. αιώνα, ενώ το d-n-n-y-m ερμηνεύεται ως λαός Denyen δηλ. Δαναοί[50], που ήταν ένας από τους Λαούς της θάλασσας.

Σημειώσεις και παραπομπές

Βιβλιογραφία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Wikiwand in your browser!

Seamless Wikipedia browsing. On steroids.

Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.

Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.