Πορεία των Φτωχών
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Πορεία των Φτωχών (Poor People's Campaign) ήταν μία προσπάθεια που έγινε το 1968 για να αποδοθεί οικονομική δικαιοσύνη στους φτωχούς κατοίκους των Ηνωμένων Πολιτειών. Οργανώθηκε από τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και τη Διάσκεψη της Νότιας Χριστιανικής Ηγεσίας (SCLC) και πραγματοποιήθηκε υπό την ηγεσία του Ραλφ Αμπερνάθι στον απόηχο της δολοφονίας του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.
Αυτό το λήμμα δεν ανήκει σε καμία κατηγορία. Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας μία ή περισσότερες κατηγορίες σε αυτό. Αφαιρέστε αυτό το πρότυπο μόλις προσθέσετε κατηγορίες στη σελίδα. |
Πορεία των Φτωχών | |||
---|---|---|---|
Χρονολογία | 12 Μαΐου - 24 Ιουνίου 1968 | ||
Τόπος | Ουάσινγκτον, Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής | ||
Αντιμαχόμενοι | |||
| |||
Ηγετικά πρόσωπα | |||
|
Η εκστρατεία απαιτούσε οικονομικά και ανθρώπινα δικαιώματα για τους φτωχούς Αμερικανούς από διαφορετικά υπόβαθρα. Μετά την παρουσίαση ενός οργανωμένου συνόλου αιτημάτων στο Κογκρέσο και τους εκτελεστικούς οργανισμούς, οι συμμετέχοντες έστησαν ένα στρατόπεδο διαμαρτυρίας 3.000 ατόμων στην Ουάσινγκτον, όπου έμειναν για έξι εβδομάδες την άνοιξη του 1968.
Η Πορεία των Φτωχών είχε ως κίνητρο την επιθυμία για οικονομική δικαιοσύνη: η ιδέα ότι όλοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να έχουν ό,τι χρειάζονται για να ζήσουν. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και η SCLC μετατόπισαν το κέντρο βάρους τους σε αυτά τα θέματα αφού παρατήρησαν ότι τα οφέλη από τα πολιτικά δικαιώματα δεν βελτίωσαν τις υλικές συνθήκες ζωής για πολλούς Αφροαμερικανούς. Η Πορεία των Φτωχών ήταν μία πολυφυλετική προσπάθεια -που συμπεριλάμβανε Αφροαμερικανούς, λευκούς, Μεξικανοαμερικανούς, Πορτορικανούς και ιθαγενείς Αμερικανούς- με στόχο την καταπολέμηση της φτώχειας ανεξάρτητα από τη φυλή[1].
Σύμφωνα με πολιτικούς ιστορικούς, οι "φτωχοί" δεν είχαν αντιληφθεί τους εαυτούς τους ως μία ενιαία ομάδα μέχρι που ο πρόεδρος Λίντον Τζόνσον τους αναγνώρισε με νόμο ως τέτοιους το 1964[2]. Σύμφωνα με στοιχεία από την απογραφή του 1960, το υπουργείο Εμπορίου των Η.Π.Α. και την Ομοσπονδιακή Τράπεζα, εκτιμάται ότι περίπου 40 έως 60 εκατομμύρια Αμερικανοί -ή το 22 έως 33 τοις εκατό- ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας. Παράλληλα, η φύση της ίδιας της φτώχειας άλλαζε καθώς αυξανόταν ο πληθυσμός της Αμερικής που ζούσε σε πόλεις και όχι σε αγροκτήματα (και δεν μπορούσε να καλλιεργήσει τα δικά του τρόφιμα). Οι φτωχοί Αφροαμερικανοί, ιδίως οι γυναίκες, που υπέφεραν από τον ρατσισμό και τον σεξισμό που επέτεινε τις συνέπειες της φτώχειας.
Το 1968, ο πόλεμος κατά της φτώχειας φαινόταν σαν μία αποτυχία, παραμελημένος από την κυβέρνηση Τζόνσον (και το Κογκρέσο) που ήθελε να επικεντρωθεί στον Πόλεμο του Βιετνάμ και έβλεπε ολοένα και περισσότερο τα προγράμματα κατά τη φτώχειας ως βοήθεια κυρίως στους Αφροαμερικανούς[3]. Η Πορεία των Φτωχών αποσκοπούσε στην αντιμετώπιση της φτώχειας μέσω του εισοδήματος και της στέγασης. Η εκστρατεία θα βοηθούσε τους φτωχούς δραματοποιώντας τις ανάγκες τους, ενώνοντας όλες τις φυλές κάτω από τα κοινά χαρακτηριστικά των κακουχιών και παρουσιάζοντας ένα σχέδιο για την επίλυση του προβλήματος. Σύμφωνα με το "οικονομικό νομοσχέδιο δικαιωμάτων", η Πορεία των Φτωχών ζήτησε από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να δώσει προτεραιότητα στη βοήθεια των φτωχών με ένα πακέτο 30 δις $ κατά της φτώχειας, που περιελάμβανε, μεταξύ άλλων αιτημάτων, δέσμευση για πλήρη απασχόληση, μέτρα για το εγγυημένο ετήσιο εισόδημα και στέγαση για τους χαμηλού εισοδήματος πολίτες. Η Πορεία των Φτωχών ήταν μέρος της δεύτερης φάσης του κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ είπε: "Πιστεύουμε ότι ο υψηλότερος πατριωτισμός απαιτεί το τέλος του πολέμου και την έναρξη ενός αναίμακτου πολέμου μέχρι την τελική νίκη κατά του ρατσισμού και της φτώχειας".
Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ήθελε να φέρει τους φτωχούς ανθρώπους στην Ουάσινγκτον, αναγκάζοντας τους πολιτικούς να τους δούνε και να σκεφτούν τις ανάγκες τους: "Οφείλουμε να έρθουμε με μουλαράμαξες, με παλιά φορτηγά, με οποιοδήποτε μέσο μεταφοράς μπορεί να πάρουν στα χέρια τους οι άνθρωποι. Ο κόσμος πρέπει να έρθει στην Ουάσιγνκτον, να κάτσει στη μέση του δρόμου εάν είναι απαραίτητο και να πει "Είμαστε εδώ, είμαστε φτωχοί, δεν έχουμε καθόλου χρήματα, εσείς μας κάνατε έτσι... και ήρθαμε εδώ για να μείνουμε μέχρι να κάνετε κάτι γι' αυτό."[4]