Σύγχροτρο
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το σύγχροτρο (synchrotron) είναι ένας τύπος κυκλικού επιταχυντή σωματίδιων, που κατάγεται από το κύκλοτρο. Στο σύγχροτρο η επιταχυνόμενη δέσμη σωματιδίων διατρέχει μία σταθερή κλειστή τροχιά. Το μαγνητικό πεδίο που κάμπτει τη δέσμη στην τροχιά αυτή αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου κατά τη διάρκεια της επιταχύνσεως, επειδή συγχρονίζεται με την αυξανόμενη κινητική ενέργεια των σωματιδίων. Το σύγχροτρο είναι από τις πρώτες επιταχυντικές διατάξεις που επέτρεψαν την κατασκευή τέτοιων συσκευών μεγάλης κλίμακας, εφόσον η κάμψη, η εστίαση και η επιτάχυνση της δέσμης μπορούν να διαχωρίζονται σε ξεχωριστά τμήματα της συσκευής. Οι ισχυρότεροι σύγχρονοι επιταχυντές σωματιδίων αποτελούν παραλλαγές του βασικού σχεδιασμού του συγχρότρου, όπως ο μεγαλύτερος επιταχυντής παγκοσμίως, ο Μεγάλος Επιταχυντής Αδρονίων, που έχει περιφέρεια 27 χιλιομέτρων και κατασκευάσθηκε από το 1999 ως το 2008 για λογαριασμό του CERN.
Η αρχή λειτουργίας του συγχρότρου επινοήθηκε το 1944 από τον Σοβιετικό φυσικό Βλαντίμιρ Βέκσλερ.[1] Το πρώτο σύγχροτρο ωστόσο κατασκευάσθηκε από τον Έντουιν Μ. ΜακΜίλαν το 1945 και επετάχυνε ηλεκτρόνια. Ο ΜακΜίλαν ανέπτυξε την ίδια ιδέα με τον Βέκσλερ ανεξάρτητα, μη γνωρίζοντας τη δημοσίευση του τελευταίου (η οποία ήταν διαθέσιμη μόνο σε σοβιετικό περιοδικό, αν και στην αγγλική γλώσσα).[2][3][4] Το πρώτο σύγχροτρο που επετάχυνε πρωτόνια σχεδιάσθηκε από τον Μαρκ Όλιφαντ[3][5] και κατασκευάσθηκε το 1952.[3]