Τιμισοάρα
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Τιμισοάρα (Γερμανικά Temeswar, επίσης πρώην Temeschburg ή Temeschwar, Ουγγρικά Temesvár, Γίντις : טעמשוואר, Σερβικά : Темишвар, Τέμισβαρ, Βουλγαρικά του Βανάτου Timišvár, Τουρκικά : Temeşvar, Σλοβακικά Temešvár) είναι η πρωτεύουσα του νομού Τίμις και το κύριο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτιστικό κέντρο της δυτικής Ρουμανίας. Βρίσκεται στον Ποταμό Μπέγκα και θεωρείται η ανεπίσημη πρωτεύουσα του ιστορικού Βανάτου. Από το 1848 ως το 1860 ήταν η πρωτεύουσα της Σερβικής Βοϊβοντίνας και του Βοεβοδάστου της Σερβίας και Βανάτου του Τέμεσβαρ. Με 319.279 κατοίκους στην απογραφή του 2011 η Τιμισοάρα ήταν τότε η τρίτη σε πληθυσμό πόλη της χώρας, μετά το Βουκουρέστι και το Κλουζ-Ναπόκα. Εχει σχεδόν μισό εκατομμύριο κατοίκους στη μητροπολιτική περιοχή της, ενώ το αστικό συγκρότημα Τιμισοάρα-Αράντ συγκεντρώνει περισσότερο από το 70% του πληθυσμού των νομών Τίμις και Αράντ. Η Τιμισοάρα είναι μια πολυπολιτισμική πόλη, με 21 εθνότητες και 18 θρησκείες.[1] Η διαπολιτισμικότητα αποτελεί εδώ και καιρό ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό για το δυτικό τμήμα της χώρας.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Τιμισοάρα | |
---|---|
χάρτης | |
Χώρα | Ρουμανία |
Περιφέρεια | Δυτική |
Επαρχία | Τίμις |
Δήμαρχος | Dominic Fritz |
Πληθυσμός | 303.708 |
Τηλεφωνικός κωδικός | 56 |
Πινακίδες κυκλοφορίας | TM |
Επίσημος ιστότοπος | |
Πολυμέσα σχετικά με την πόλη | |
δεδομένα (π • σ • ε ) |
Περνώντας το 1716 από τους Οθωμανούς Τούρκους στους Αυστριακούς η Τιμισοάρα αναπτύχθηκε τους επόμενους αιώνες μέσα τις οχυρώσεις και στον αστικό πυρήνα που βρισκόταν γύρω τους. Κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα το φρούριο άρχισε να χάνει τη χρησιμότητά του, λόγω των πολλών εξελίξεων στη στρατιωτική τεχνολογία. Οι πρώην προμαχώνες και οι στρατιωτικοί χώροι κατεδαφίστηκαν και αντικαταστάθηκαν με νέες λεωφόρους και γειτονιές.[2] Η Τιμισοάρα ήταν η πρώτη πόλη της Μοναρχίας των Αψβούργων με φωτισμό δρόμων (1760) και η πρώτη ευρωπαϊκή πόλη που φωτίστηκε με ηλεκτρικούς λαμπτήρες δρόμου το 1884[3] και ήταν γνωστή για τον σημαντικό εθνοτικά γερμανικό πληθυσμό της γνωστό ως Σουαβοί του Βανάτου. Απέκτησε την πρώτη δημόσια δανειστική βιβλιοθήκη στη μοναρχία των Αψβούργων και δημοτικό νοσοκομείο 24 χρόνια πριν από τη Βιέννη.[3] Επίσης εξέδωσε την πρώτη γερμανική εφημερίδα στη Νοτιοανατολική Ευρώπη (Temeswarer Nachrichten).[3] Η Τιμισοάρα ήταν το σημείο εκκίνησης της Ρουμανικής Επανάστασης.[4]
Η Τιμισοάρα είναι ένα από τα σημαντικότερα εκπαιδευτικά κέντρα της Ρουμανίας, με περίπου 40.000 φοιτητές εγγεγραμμένους στα έξι πανεπιστήμια της πόλης. Όπως πολλές άλλες μεγάλες πόλεις της Ρουμανίας η Τιμισοάρα είναι πάροχος υπηρεσιών ιατρικού τουρισμού, ειδικά για οδοντιατρική φροντίδα και αισθητική χειρουργική..[5] Στην Τιμισοάρα έχουν γίνει αρκετά επιτεύγματα της ρουμανικής ιατρικής, όπως η πρώτη εξωσωματική γονιμοποίηση, η πρώτη επέμβαση καρδιάς με λέιζερ και η πρώτη μεταμόσχευση βλαστοκυττάρων.[3] Ως τεχνολογικός κόμβος η πόλη διαθέτει έναν από τους πιο ισχυρούς τομείς τεχνολογίας πληροφοριών στη Ρουμανία μαζί με το Βουκουρέστι, το Κλουζ-Ναπόκα, το Ιάσιο και το Μπρασόβ. Το 2013 η Τιμισοάρα είχε τη μεγαλύτερη ταχύτητα λήψης από το Διαδίκτυο στον κόσμο.[6]
Με το προσωνύμιο «Μικρή Βιέννη» ή «Πόλη των Λουλουδιών», η Τιμισοάρα είναι γνωστή για το μεγάλο αριθμό ιστορικών μνημείων και τα 36 πάρκα της και χώρους πρασίνου.[7] Τα θέρετρα ιαματικών λουτρών Μπούζιας και Μπάια Καλάτσεα βρίσκονται σε απόσταση 30 και 27 χλμ. αντίστοιχα από την πόλη και αναφέρονται από τη ρωμαϊκή εποχή για τις ιδιότητες των ιαματικών νερών τους. Μαζί με την Οράντεα η Τιμισοάρα αποτελεί μέρος του Ευρωπαϊκού Δρόμου Αρ Νουβό.[8] Είναι επίσης μέλος των Eurocities (Ευροπόλεων, από την Ελλάδα μέλη είναι η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη).[9] Η Τιμισοάρα έχει μια ενεργή πολιτιστική σκηνή λόγω των τριών κρατικών θεάτρων της πόλης, της όπερας, της φιλαρμονικής και πολλών άλλων πολιτιστικών ιδρυμάτων. Η πόλη είναι (2023) Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης μαζί με το Βέσπρεμ της Ουγγαρίας και την Ελευσίνα της Ελλάδας.[10]