Ψευδοαρχαιολογία
επιστημονικά ατεκμηρίωτες και αστήρικτες θεωρίες που ερμηνεύουν την αρχαιολογία / From Wikipedia, the free encyclopedia
Η ψευδοαρχαιολογία —γνωστή και ως εναλλακτική αρχαιολογία, περιθωριακή αρχαιολογία, φανταστική αρχαιολογία- είναι η ερμηνεία του παρελθόντος εκτός πλαισίου αρχαιολογικής επιστήμης, η οποία απορρίπτει την αποδεκτή συλλογή δεδομένων και τις αναλυτικές μεθόδους του κλάδου[1][2]. Αυτές οι ψευδοεπιστημονικές ερμηνείες περιλαμβάνουν τη χρήση τεχνέργων, αρχαιολογικών θέσεων και μνημείων για την κατασκευή επιστημονικά αβάσιμων θεωριών για τη συμπλήρωση των ισχυρισμών των ψευδοαρχαιολόγων. Οι μέθοδοι περιλαμβάνουν υπερβολή αποδεικτικών στοιχείων, δραματικά ή ρομαντικά συμπεράσματα, χρήση λογικής πλάνης και κατασκευή αποδεικτικών στοιχείων. Δεν υπάρχει ενοποιημένη ψευδοαρχαιολογική θεωρία ή προσέγγιση, αλλά μάλλον πολλές διαφορετικές ερμηνείες του παρελθόντος που έρχονται από κοινού σε αντίθεση με εκείνες που αναπτύχθηκαν από την επιστημονική κοινότητα. Συνήθως, περιλαμβάνουν θρησκευτικές προσεγγίσεις όπως ο δημιουργισμός ή «επιστήμη της δημιουργίας» που εφαρμόζεται στην αρχαιολογία ιστορικών περιόδων, όπως αυτές που περιλαμβάνουν τον Πύργο της Βαβέλ, την Κιβωτό του Νώε, την αφήγηση του κατακλυσμού της Γένεσης και τον υποτιθέμενο παγκόσμιο μύθο για τις πλημμύρες. Ορισμένες ψευδοαρχαιολογικές θεωρίες περιστρέφονται γύρω από την ιδέα ότι οι προϊστορικές και αρχαίες ανθρώπινες κοινωνίες βοηθήθηκαν στην ανάπτυξή τους από ευφυή εξωγήινη ζωή, μια ιδέα που διαδόθηκε από συγγραφείς όπως ο Πήτερ Κολοσίμο (Peter Kolosimo), οι Louis Pauwels και ο Jacques Bergier στο Le Matin des magiciens (1963· ελλ. έκδοση: Η αυγή των μάγων) και ο Έριχ φον Ντένικεν στο Erinnerungen an die Zukunft (1968· ελλ. έκδοση: Αναμνήσεις από το μέλλον). Άλλοι υποστηρίζουν ότι υπήρχαν ανθρώπινες κοινωνίες στην αρχαία περίοδο που ήταν σημαντικά προηγμένες τεχνολογικά, όπως η Ατλαντίδα, ιδέα διαδόθηκε από συγγραφείς όπως ο Γκράχαμ Χάνκοκ (Graham Hancock) στο Fingerprints of the Gods (1995).
Πολλές εναλλακτικές αρχαιολογίες έχουν υιοθετηθεί από θρησκευτικές ομάδες. Περιθωριακές αρχαιολογικές ιδέες όπως η αρχαιοκρυπτογραφία και η πυραμιδολογία υιοθετήθηκαν από θρησκευτικές ή εσωτερικές ομάδες, που κυμαίνονται από τους Αγγλοϊσραηλίτες έως τους θεοσοφιστές. Άλλες εναλλακτικές αρχαιολογίες περιλαμβάνουν εκείνες που έχουν υιοθετηθεί από μέλη της Νέας Εποχής και των σύγχρονων παγανιστικών συστημάτων. Οι αρχαιολόγοι έχουν ασκήσει έντονη κριτική στην ψευδοαρχαιολογία, με τον John R. Cole, να τη χαρακτηρίζει «κακή χρήση λογικής και αποδείξεων, παρανόηση της επιστημονικής μεθόδου και γεμάτη εσωτερικές αντιφάσεις»[3]. Η σχέση μεταξύ εναλλακτικής και ακαδημαϊκής αρχαιολογίας έχει συγκριθεί με τη σχέση μεταξύ των θεωριών του ευφυούς σχεδιασμού και της εξελικτικής βιολογίας από ορισμένους αρχαιολόγους[4].