Αντισταθμιστικό κεφάλαιο
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το αντισταθμιστικό κεφάλαιο (αγγλικά: hedge fund, ο ακριβής όρος αποδίδεται στα ελληνικά ως «αντισταθμιστικό αμοιβαίο κεφάλαιo υψηλού κινδύνου») είναι επενδυτικά κεφάλαια που μπορούν να ενσωματώνουν μια ευρύτερη γκάμα επενδύσεων και χρηματοοικονομικών προϊόντων σε σχέση με άλλα επενδυτικά μοντέλα. Αυτά όμως τα αμοιβαία κεφάλαια είναι διαθέσιμα μόνο σε συγκεκριμένους επενδυτές όπως τα Ασφαλιστικά Ταμεία, Ιδρύματα, Πανεπιστημιακά κληροδοτήματα και επενδυτές με πολύ υψηλά ποσά προς επένδυση. Το επιτρεπόμενο είδος των επενδυτών καθορίζεται από τις ρυθμιστικές αρχές της κάθε χώρας. Τα hedge funds είναι συνήθως ανοιχτά, δηλαδή ο επενδυτής μπορεί να επενδύσει επιπλέον κεφάλαια ή να αποσύρει μέρος του κεφαλαίου του σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα.
Η αξία μιας επένδυσης σε hedge fund υπολογίζεται ως ποσοστό της καθαρής αξίας του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου, πράγμα που σημαίνει ότι οι αυξήσεις και μειώσεις της αξίας των περιουσιακών στοιχείων του αμοιβαίου κεφαλαίου αντικατοπτρίζονται άμεσα στο ποσό που ένας επενδυτής μπορεί αργότερα να αποσύρει.
Οι διαχειριστές των hedge funds συνήθως επενδύουν και δικά τους κεφάλαια στο χαρτοφυλάκιο που διαχειρίζονται, ώστε να ευθυγραμμίζονται τα συμφέροντά τους με τους άλλους επενδυτές.[1][2] Ο διαχειριστής επενδύσεων ενός hedge fund λαμβάνει συνήθως ετήσια αμοιβή διαχείρισης (management fee), η οποία υπολογίζεται ως ένα ποσοστό της συνολικής αξίας των επενδεδυμένων κεφαλαίων ετησίως, και μία αμοιβή επιτυχίας (success fee), αν η καθαρή αξία των επενδεδυμένων κεφαλαίων αυξηθεί.
Το 2009, τα hedge funds αντιπροσώπευαν το 1,1% των συνολικών επενδεδυμένων κεφαλαίων και περιουσιακών στοιχείων που κατέχονται από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.[3] Στα τέλη του 2011, το εκτιμώμενο μέγεθος της παγκόσμιας βιομηχανίας των hedge funds ανερχόταν στο ποσό των 2,01 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.[4]
Επειδή τα hedge funds πωλούνται σε περιορισμένους επενδυτές, τα κεφάλαια και οι διαχειριστές τους δεν υπόκεινται στους ίδιους περιορισμούς που διέπουν άλλες επενδύσεις. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση ψήφισαν νέους κανονισμούς μετά την κρίση του 2008 με στόχο την αύξηση της κρατικής εποπτείας των hedge funds και την εξάλειψη ορισμένων ρυθμιστικών κενών.[5]