πρωτεύουσα της Ελλάδας From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Αθήνα είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας από το 1834 και η μεγαλύτερη και πιο πυκνοκατοικημένη πόλη της χώρας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021 από την ΕΛ.ΣΤΑΤ.,[3] ο μόνιμος πληθυσμός της Αθήνας και του Δήμου Αθηναίων ανέρχεται σε 637.798 κατοίκους, και ο μόνιμος πληθυσμός του Πολεοδομικού Συγκροτήματος Αθήνας ανέρχεται σε 3.190.154 κατοίκους.[α] Πήρε το όνομά της από τη θεά Αθηνά. Βρίσκεται στην Αττική, στην ανατολική Στερεά Ελλάδα, και είναι από τις αρχαιότερες πόλεις του κόσμου, με την καταγεγραμμένη ιστορία της να φθάνει έως το 3200 π.Χ.[4]
Αθήνα | |||
---|---|---|---|
| |||
Χώρα | Ελλάδα | ||
Περιφέρεια | Περιφέρεια Αττικής | ||
Δήμος | Δήμος Αθηναίων | ||
Διοικητική υπαγωγή | Δήμος Αθηναίων | ||
Γεωγραφική υπαγωγή | Αττική και Λεκανοπέδιο Αττικής | ||
Ίδρυση | 7η χιλιετία π.Χ. | ||
Πολιούχος | Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης | ||
Διοίκηση | |||
• Δήμαρχος | Χάρης Δούκας | ||
• Μέλος του/της | Σύνδεσμος Ιστορικών Πόλεων[1] | ||
Έκταση | 39 km² | ||
Υψόμετρο | 74 μέτρα[2] | ||
Πληθυσμός | 637.798 (2021) | ||
Ταχ. κώδικας | 104 xx-106 xx, 111 xx-118 xx και 121 xx-124 xx 104 xx-106 xx, 111 xx-118 xx και 121 xx-124 xx | ||
Τηλ. κωδικός | 210 | ||
Ζώνη ώρας | Ώρα Ανατολικής Ευρώπης | ||
Ιστότοπος | https://www.cityofathens.gr | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
Η Αρχαία Αθήνα, αρχικά οικισμός πάνω στην Ακρόπολη, εξελίχθηκε τον 6ο αιώνα π.Χ. σε μία πανίσχυρη πόλη–κράτος, που αναπτύχθηκε παράλληλα με το λιμάνι της, το οποίο αρχικά ήταν το Φάληρο και αργότερα ο Πειραιάς. Υπήρξε μέχρι τον 6ο αιώνα, το σημαντικότερο κέντρο των τεχνών, της γνώσης και της φιλοσοφίας, έδρα της Ακαδημίας Πλάτωνος και του Λυκείου του Αριστοτέλη. Αναφέρεται ευρέως ως γενέτειρα της δημοκρατίας. Συχνά η αρχαία Αθήνα, όπως και γενικότερα η Ελλάδα εκείνης της εποχής,[5][6] χαρακτηρίζεται «λίκνο του δυτικού πολιτισμού».
Η σύγχρονη Αθήνα είναι το κέντρο της οικονομικής, βιομηχανικής, πολιτικής και πολιτιστικής ζωής της Ελλάδας. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, η Ευρύτερη Αστική Περιοχή ή Μητροπολιτική Περιοχή της Αθήνας (ο μόνιμος πληθυσμός της ανέρχεται σε 3.622.246 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2021), είναι η 6η πολυπληθέστερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τον πληθυσμό της να εκτιμάται το 2004 στους 4.013.368 κατοίκους.
Το Πολεοδομικό Συγκρότημα Αθηνών - Πειραιώς, δηλαδή η περιοχή της Αθήνας, του Πειραιά και των προαστίων τους, έχει μόνιμο πληθυσμό 3.190.154 κατοίκων.[3] Η περιοχή του ανήκει διοικητικά σε πέντε περιφερειακές ενότητες της Περιφέρειας Αττικής: Κεντρικού Τομέα Αθηνών, Βορείου Τομέα Αθηνών, Νοτίου Τομέα Αθηνών, Δυτικού Τομέα Αθηνών και την Περιφερειακή Ενότητα Πειραιώς. Το κέντρο των Αθηνών βρίσκεται στον Δήμο Αθηναίων και του Πειραιά στον Δήμο Πειραιά. Ο Πειραιάς, ιστορικά γνωστός ως το «επίνειο των Αθηνών», είναι το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας. Τα κέντρα των δύο πόλεων απέχουν εννέα χιλιόμετρα και παλαιότερα ο Πειραιάς χωριζόταν από την Αθήνα από άκτιστες εκτάσεις, αλλά σήμερα, μετά από τη μεγάλη οικιστική ανάπτυξη της περιοχής τον 19ο και 20ό αιώνα, ο Πειραιάς έχει ενωθεί πολεοδομικά με την Αθήνα.
Η κληρονομιά της κλασικής εποχής είναι ακόμη φανερή στην πόλη, εκπροσωπούμενη από αρχαία μνημεία και έργα τέχνης, με γνωστότερο όλων τον Παρθενώνα, που θεωρείται εμβληματικό μνημείο του αρχαίου δυτικού πολιτισμού. Στην πόλη διατηρούνται ακόμη ρωμαϊκά και βυζαντινά μνημεία, καθώς και μικρός αριθμός οθωμανικών μνημείων, ενώ στον ιστορικό της πυρήνα υπάρχουν στοιχεία που αποτυπώνουν την ιστορική συνέχεια της πόλης.[εκκρεμεί παραπομπή] Στην Αθήνα βρίσκονται δύο Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, η Ακρόπολη και η μεσαιωνική Μονή Δαφνίου.
Αξιοθέατα της νεότερης εποχής, χρονολογούμενα από την καθιέρωση της Αθήνας ως πρωτεύουσας του ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους το 1834, περιλαμβάνουν τη Βουλή των Ελλήνων (19ος αιώνας), την Τριλογία, ένα σύνολο τριών κτηρίων: η Εθνική Βιβλιοθήκη, το Πανεπιστήμιο και η Ακαδημία και πολλά ακόμα κτήρια, τα περισσότερα δωρεές εθνικών ευεργετών. Η Αθήνα φιλοξένησε τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1896 και 108 χρόνια αργότερα διοργάνωσε τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Στην Αθήνα βρίσκονται το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, που διαθέτει τη μεγαλύτερη συλλογή στον κόσμο αρχαίων ελληνικών αρχαιοτήτων, καθώς και το νέο Μουσείο Ακρόπολης.
Στην Αρχαία Ελλάδα η πόλη αναφερόταν στον πληθυντικό αριθμό: «Ἀθῆναι» καθώς αποτελούσε συνοικισμό των διάσπαρτων δήμων της Αττικής, τους οποίους σύμφωνα με τον μύθο συνένωσε ο βασιλιάς Θησέας. Τον 19ο αιώνα το όνομα αυτό επανήλθε, ως το επίσημο όνομα της πόλης. Το 1979, με την εγκατάλειψη της καθαρεύουσας, το όνομα «Αθήνα» καθιερώθηκε ως το επίσημο. Εν τούτοις, συχνή παραμένει η χρήση του πληθυντικού στη γενική πτώση: Αθηνών, ιδίως στον γραπτό λόγο ή σε ονομασίες ιδρυμάτων, όπως η Ακαδημία Αθηνών.
Πολιούχος της Αθήνας είναι ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης.
Το Πολεοδομικό Συγκρότημα Αθηνών[7] απλώνεται στο Λεκανοπέδιο Αττικής, το οποίο περικλείεται από πέντε βουνά: το Όρος Αιγάλεω και το Ποικίλο Όρος στα δυτικά, την Πάρνηθα στα βορειοδυτικά, το Πεντελικό Όρος στα βορειοανατολικά και τον Υμηττό στα ανατολικά. Η Πάρνηθα, με μέγιστο υψόμετρο 1.413 μέτρων, είναι το ψηλότερο από τα βουνά, ενώ μεγάλο μέρος της έκτασής της έχει ανακηρυχθεί Εθνικός δρυμός. Ο Σαρωνικός κόλπος οριοθετεί την Αθήνα στα νότια.
Η Αθήνα είναι χτισμένη γύρω από αρκετούς λόφους. Ο Λυκαβηττός είναι ένας από τους ψηλότερους λόφους της κυρίως πόλης και προσφέρει θέα ολόκληρου του Λεκανοπέδιου. Η γεωμορφολογία της Αθήνας θεωρείται ως μια από τις πιο ιδιαίτερες στον κόσμο, λόγω των βουνών της, που προκαλούν ένα φαινόμενο θερμοκρασιακής αναστροφής, που σε συνδυασμό με τις δυσκολίες των ελληνικών κυβερνήσεων να ελέγξουν την εκπομπή ρύπων, ευθύνεται για τα προβλήματα ατμοσφαιρικής ρύπανσης που αντιμετωπίζει η πόλη. Αυτό το ζήτημα δεν εμφανίζεται μόνο στην Αθήνα. Για παράδειγμα το Λος Άντζελες και η Πόλη του Μεξικού υποφέρουν από παρόμοια προβλήματα γεωμορφολογικής αναστροφής.
Ο Κηφισός, ο Ιλισός και ο Ηριδανός είναι οι ιστορικοί ποταμοί της Αθήνας. Το μεγαλύτερο τμήμα της κοίτης τους έχει καλυφθεί από συγκοινωνιακά έργα (Κηφισός: Εθνική Οδός Αθηνών - Λαμίας, Ιλισός: Μιχαλακοπούλου - Καλλιρρόης) συμβάλλοντας στην υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος του Λεκανοπεδίου.
Η Αθήνα είναι η θερμότερη πόλη της ηπειρωτικής Ευρώπης[8][9] και σύμφωνα με την Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία το Λεκανοπέδιο της Αθήνας είναι επίσης η θερμότερη περιοχή της χώρας με μια μέση ετήσια θερμοκρασία στους 19.8 °C.[10] Το κυριότερο χαρακτηριστικό του αθηναϊκού κλίματος είναι η εναλλαγή παρατεταμένων ζεστών και ξηρών καλοκαιριών και ήπιων, υγρών χειμώνων. Με μέση ετήσια βροχόπτωση 433.1 χιλιοστών, βροχές εμφανίζονται μεταξύ των μηνών Οκτωβρίου και Απριλίου. Ο Ιούλιος και ο Αύγουστος είναι οι ξηρότεροι μήνες, με καταιγίδες σπανίως, μια ή δύο φορές το μήνα. Οι χειμώνες είναι ήπιοι και βροχεροί, με μέση θερμοκρασία του Ιανουαρίου 8,9 °C στη Νέα Φιλαδέλφεια και 10,3 °C στο Ελληνικό. Επιπρόσθετα, από τα στοιχεία του κλιματικού άτλαντα της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας προκύπτει πως η Αθηναϊκή Ριβιέρα κατατάσσεται στα θερμά ημίξηρα κλίματα (Bsh) σύμφωνα με την Κλιματική ταξινόμηση Κέππεν.[11] Οι χιονοπτώσεις είναι συχνότερες στα βόρεια προάστια της πόλης.
Η ετήσια βροχόπτωση στην Αθήνα είναι χαρακτηριστικά χαμηλότερη από ότι σε άλλα μέρη της Ελλάδας, ιδιαίτερα στη δυτική Ελλάδα. Για παράδειγμα τα Ιωάννινα δέχονται γύρω στα 1.300 χιλ. το χρόνο και το Αγρίνιο περίπου 800. Τα μέσα ημερήσια υψηλά του Ιουλίου (1991-2020) έχουν μετρηθεί στους 34.8 °C στο μετεωρολογικό σταθμό της Νέας Φιλαδέλφειας, όμως άλλα μέρη της πόλης μπορεί να είναι ακόμη πιο ζεστά, ιδιαίτερα οι δυτικές περιοχές της, εν μέρει λόγω της εκβιομηχάνισης και εν μέρει λόγω ορισμένων φυσικών παραγόντων, ήδη γνωστών από τα μέσα του 19ου αιώνα.[12] Οι θερμοκρασίες ξεπερνούν συχνά τους 38 °C κατά τους γνωστούς καύσωνες στην πόλη.
Η πόλη της Αθήνας επηρεάζεται από το φαινόμενο της αστικής θερμονησίδας σε μερικές περιοχές, που προκαλείται από την ανθρώπινη δραστηριότητα, αυξάνοντας τις θερμοκρασίες τους σε σχέση με τις γύρω αδόμητες περιοχές και επιφέρει αρνητικές συνέπειες στην κατανάλωση ενέργειας, τις δαπάνες για δροσιά και την υγεία. Η αστική θερμονησίδα της πόλης έχει επίσης βρεθεί ότι ευθύνεται εν μέρει για τις μεταβολές των κλιματολογικών θερμοκρασιακών χρονοσειρών συγκεκριμένων μετεωρολογικών σταθμών της Αθήνας, λόγω της επίδρασής της στις θερμοκρασίες και τις τάσεις τους, που καταγράφονται από αυτούς. Αφετέρου άλλοι μετεωρολογικοί σταθμοί, όπως εκείνοι του Εθνικού Κήπου και του Θησείου, επηρεάζονται λιγότερο ή καθόλου από την αστική θερμονησίδα.
Η περιοχή της Αθήνας κατέχει το ρεκόρ του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού της υψηλότερης θερμοκρασίας, που έχει ποτέ καταγραφεί στην ηπειρωτική Ευρώπη, 48.0 °C στην Ελευσίνα και στο Τατόι στις 10 Ιουλίου 1977.[13] Επιπρόσθετα, η Μητροπολιτική Αθήνα έχει καταγράψει θερμοκρασίες άνω των 47.5 °C σε 4 διαφορετικές περιοχές τα τελευταία χρόνια. Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται τα κλιματικά δεδομένα της περιόδου 1991-2020, όπως προκύπτουν από τις καταγραφές του ιστορικού μετεωρολογικού σταθμού του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών για το κέντρο της Αθήνας, στο Θησείο.
Κλιματικά δεδομένα Κέντρου Αθήνας (1991–2020), Ρεκόρ (1890–σήμερα) | |||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Μήνας | Ιαν | Φεβ | Μάρ | Απρ | Μάι | Ιούν | Ιούλ | Αύγ | Σεπ | Οκτ | Νοε | Δεκ | Έτος |
Υψηλότερη Μέγιστη °C (°F) | 22.8 | 25.3 | 28.2 | 32.2 | 37.6 | 44.8 | 42.8 | 43.9 | 38.7 | 36.5 | 30.5 | 23.1 | 44,8 |
Μέση Μέγιστη °C (°F) | 13.3 | 14.2 | 17 (63) |
21.1 | 26.5 | 31.6 | 34.3 | 34.3 | 29.6 | 24.4 | 18.9 | 14.4 | 23,3 |
Μέση Μηνιαία °C (°F) | 10.2 | 10.8 | 13.1 | 16.7 | 21.8 | 26.6 | 29.3 | 29.4 | 25 (77) |
20.3 | 15.6 | 11.6 | 19,2 |
Μέση Ελάχιστη °C (°F) | 7.1 | 7.3 | 9.2 | 12.3 | 17 (63) |
21.6 | 24.2 | 24.4 | 20.4 | 16.2 | 12.2 | 8.7 | 15 (59) |
Χαμηλότερη Ελάχιστη °C (°F) | −6.5 | −5.7 | −2.6 | 1.7 | 6.2 | 11.8 | 16 (61) |
15.5 | 8.9 | 5.9 | −1.1 | −4 (25) |
−6,5 |
Βροχόπτωση mm (ίντσες) | 55,6 | 44,4 | 45,6 | 27,6 | 20,7 | 11,6 | 10,7 | 5,4 | 25,8 | 38,6 | 70,8 | 76,3 | 433,1 |
% υγρασίας | 72 | 70 | 66 | 60 | 56 | 50 | 42 | 47 | 57 | 66 | 72 | 73 | 60,9 |
Πηγή #1: Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών[14] | |||||||||||||
Πηγή #2: Meteoclub[15][16] |
Το όνομα της πόλης της Αθήνας, προέρχεται από την προστάτιδα θεά Αθηνά. Αυτό είναι και ένα ακόμη στοιχείο της αρχαιότητας της πόλης μιας και παραπέμπει ευθέως σε μητριαρχικές κοινωνίες. Σε παλαιότερα ελληνικά, όπως μαρτυρείται και στα Ομηρικά Έπη, το όνομα της πόλης ήταν στον ενικό ως Ἀθήνη και αργότερα μετατράπηκε στον πληθυντικό ως Ἀθῆναι όμοια με άλλες πόλεις όπως τις Θήβες (Θῆβαι) και τις Μυκήνες (Μυκῆναι). Κατά τον Μεσαίωνα το όνομα αποδόθηκε στην καθομιλουμένη στον ενικό αν και λόγω του συντηρητισμού του γραπτού λόγου και του γλωσσικού ζητήματος η επίσημη ονομασία παρέμεινε ως Ἀθῆναι μέχρι την κατάργηση της καθαρεύουσας.
Παλαιότερα, είχαν προταθεί άλλες ετυμολογήσεις από λόγιους του 19ου αιώνα. Ο Κρίστιαν Λόμπεκ πρότεινε ως ρίζα του ονόματος τη λέξη ἄθος ή ἄνθος για να δηλώσει την Αθήνα ως πόλη ανθούσα. Μετέφρασε ακόμη την πόλη στα λατινικά ως Florentia. Ο Λούντβιχ Ντεντερλάιν πρότεινε ως ρίζα το επικό ρήμα θάω (θέμα θη–), δηλαδή θηλάζω, που δηλώνει ότι η Αθήνα έχει εύφορη γη.[17]
Κατά τη μυθολογία λέγεται ότι η πόλη έχει το όνομα της θεάς Αθηνάς, μετά από τον αγώνα της με τον θεό της θάλασσας Ποσειδώνα για να αναδειχθεί το καλύτερο δώρο, που είχε καθένας για την πόλη. Συγκεκριμένα ο πρώτος βασιλιάς της Αθήνας Κέκροπας, ο οποίος ήταν μισός άνθρωπος και μισός φίδι, έπρεπε να αποφασίσει ποιος θα ήταν ο προστάτης της πόλης. Οι δύο θεοί, Ποσειδώνας και Αθηνά, θα έκαναν από ένα δώρο στον Κέκροπα και όποιος έκανε το καλύτερο, αυτός θα γινόταν προστάτης. Εμφανίστηκαν και οι δύο μπροστά στον Κέκροπα και πρώτος ο Ποσειδώνας χτύπησε την τρίαινά του στο έδαφος και εμφανίστηκε ένα ρυάκι με γάργαρο νερό. Μετά η Αθηνά χτύπησε το δόρυ της στο έδαφος και εμφανίστηκε μια μικρή ελιά. Ο Κέκροπας παραξενεύτηκε αλλά και εντυπωσιάστηκε από το δώρο της Αθηνάς και αποφάσισε να διαλέξει το δώρο της και αυτήν ως προστάτιδα της πόλης. Έτσι πήρε η Αθήνα το όνομά της. Όμως, ο Ποσειδώνας, θυμωμένος με τον Κέκροπα, καταράστηκε την Αθήνα να μην έχει ποτέ αρκετό νερό. Έτσι από τότε ξεκίνησε το πρόβλημα της λειψυδρίας που ταλαιπωρούσε την Αθήνα.
Η ενότητα αυτή δεν τεκμηριώνεται επαρκώς με παραπομπές. Παρακαλούμε βοηθήστε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Ατεκμηρίωτο υλικό μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί. (Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 20/07/2020) |
Η ίδρυση της Αθήνας χάνεται στην αχλή του μύθου, καθώς είναι γενικά αποδεκτό ότι προϋπήρχε της Μυκηναϊκής Εποχής. Είναι γνωστό ότι πράγματι υπήρχαν προϊστορικά πορίσματα στην Αττική, αλλά από πότε ακριβώς πρωτοχρησιμοποιήθηκε για ένα τουλάχιστον από αυτά το όνομα «Αθήνα» είναι άγνωστο.
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, στον Τίμαιο, Αιγύπτιοι ιερείς της Ίσιδος αποκάλυψαν στον Σόλωνα που τους επισκέφτηκε ότι σύμφωνα με τα αρχεία τους, υπήρχε πόλη ακμάζουσα με το όνομα «Αθήνα» πριν από το 9600 π.Χ. Φυσικά η ακρίβεια της αναφοράς αμφισβητείται, όπως και ο υπολογισμός του έτους.
Πρώτος βασιλιάς της πόλης, σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν ο Κέκροπας, από τον οποίο ονομάστηκε το τμήμα κείμενο μεταξύ της Ακρόπολης, των Αχαρνών και της Ελευσίνας «Κεκροπία».
Ο μύθος του Θησέα και του Μινώταυρου φανερώνει την ύπαρξη σχέσης υποτέλειας της Αθήνας προς τη Μινωική Κρήτη, μετά τον θάνατο του γιου του Μίνωα, του Ανδρόγεω. Πατέρας του Θησέα ήταν ο Αιγέας, βασιλιάς των Αθηνών μέχρι τον θάνατό του, οπότε και πέρασε ο θρόνος στον γιο του τον Θησέα. Τον θρόνο αμφισβήτησαν οι Παλλαντίδες γιοι του Πάλλαντος, αδελφού του Αιγέα, αλλά σφαγιάστηκαν από τον Θησέα, ο οποίος παρέμεινε βασιλιάς και κέρδισε ξανά την εύνοια των πολιτών του.
Κατά την εποχή του Τρωικού Πολέμου, η Αθήνα πήρε το μέρος των Μυκηνών, επιστρατεύοντας κατά της Τροίας με επικεφαλής τον Μενεσθέα σημαντική στρατιωτική και ναυτική δύναμη 50 πλοίων όπως αναφέρεται στον κατάλογο πλοίων που αναφέρεται στην Ιλιάδα.[18] Τα γεγονότα αυτά κατατάσσουν την Αθήνα, που καταλάμβανε τότε την Αττική, χωρίς τη Μεγαρίδα (που υπαγόταν στη Σαλαμίνα), και τον Ωρωπό (που ανήκε στη Βοιωτία), σε μια πολύ σημαντική ελληνική πόλη[εκκρεμεί παραπομπή]. Λειτουργούσαν όμως ήδη από το 3000 π.Χ. τα μεταλλεία Λαυρίου[εκκρεμεί παραπομπή] παρέχοντας στην πόλη μόλυβδο και άργυρο (αργότερα την Εποχή του Σιδήρου και σίδηρο). Η παραγωγή κεραμικών, λαδιού, μελιού και κρασιού, καθώς και μαρμάρου από την Πεντέλη, σε συνδυασμό με την εμπορική δραστηριότητα, σηματοδοτούν μια οικονομικά ακμάζουσα πόλη.
Η Αθήνα διέφυγε πάντως την καταστροφή ή υποδούλωση από την Κάθοδο των Δωριέων. Σύμφωνα, με τον μύθο, οι Δωριείς ρώτησαν το μαντείο των Δελφών για το αν μπορούν να κατακτήσουν την Αθήνα. Το μαντείο τους απάντησε, ότι θα την κατακτήσουν, μόνο αν δεν σκοτώσουν τον βασιλιά της, τον Κόδρο. Ο Κόδρος, όταν έμαθε για αυτό τον χρησμό ντύθηκε σαν χωριάτης και βγήκε από την πόλη. Εκεί, αφού συνάντησε στρατιώτες από το αντίπαλο στρατόπεδο, σκότωσε τον έναν, και ο ένας άλλος στρατιώτης αντιδρώντας, και μη γνωρίζοντας την πραγματική του ταυτότητα, τον σκότωσε. Όταν οι Αθηναίοι ζήτησαν τη σορό του βασιλιά τους, οι Δωριείς φοβήθηκαν και αποσύρθηκαν από την περιοχή της Αθήνας, κρατώντας μόνο τα Μέγαρα.
Το 632 π.Χ., ο ολυμπιονίκης Κύλων θέλησε να γίνει τύραννος της Αθήνας. Κατέλαβε την Ακρόπολη αλλά ο Αλκμεωνίδης Μεγακλής, αντέδρασε και πολιόρκησε την Ακρόπολη, αναγκάζοντας τον ίδιο και τον αδελφό του να καταφύγουν στα Μέγαρα ενώ οι οπαδοί του, ικέτες στους βωμούς. Σύμφωνα, με αυτό το έθιμο οποίος καταφύγει ικέτης στους βωμούς, θεωρείται προστατευόμενος των θεών, έτσι κανένας δεν έχει το δικαίωμα να τους πειράξει. Οι οπαδοί του Μεγακλή, όμως, τους σκότωσαν παραβιάζοντας αυτό το έθιμο, με αποτέλεσμα οι Αλκμεωνίδες να εξοριστούν από την Αθήνα. Επέστρεψαν με τη γενική αμνηστία του Σόλωνα.
Κατά την παράδοση, πρώτος νομοθέτης της πόλης ήταν ο Δράκων, ο οποίος θέσπισε το 621 π.Χ., τους Δρακόντειους Νόμους, γραμμένους σε μαρμάρινες πλάκες. Κατά την παράδοση, οι νόμοι ήταν τόσο αυστηροί, που ο όρος «Δρακόντεια μέτρα» δήλωνε μέτρα αμείλικτα και σκληρά, ακόμα και σήμερα. Τη νομοθεσία του Δράκοντα διαδέχθηκαν οι νόμοι του Σόλωνα. Βασικότεροι όλων ήταν η «Σεισάχθεια», δηλαδή η κατάργηση της υποδούλωσης ελεύθερων πολιτών για χρέη, και ο αναδασμός της γης.
Από το 561 π.Χ. μέχρι το 527 π.Χ., η Αθήνα κυβερνιόνταν, ανά διαστήματα, από τον Πεισίστρατο. Έκανε πολλά έργα για την Αθήνα και τίμησε την ιδιαίτερη του πατρίδα, τη Βραυρώνα. Δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι ο Πεισίστρατος έθεσε τις βάσεις για το μελλοντικό μεγαλείο της Κλασικής Αθήνας. Μετά τον θάνατο του, η εξουσία πέρασε στα χέρια του Ιππία και του Ιππάρχου. Ο δεύτερος δολοφονήθηκε το 514 π.Χ., και ο πρώτος ανατράπηκε, με τη βοήθεια της Σπάρτης, το 510 π.Χ.
Το 508 π.Χ., ο Κλεισθένης, ως μεταρρυθμιστής των Αθηνών από το γένος των Αλκμεωνιδών, εφάρμοσε την ισονομία και την ισοπολιτεία, καταργώντας τις παλαιές φυλές και ιδρύοντας τεχνητές, με ονόματα που προέρχονται από τον τοπικό ήρωα της κάθε περιοχής. Χώρισε δε την αττική γη στο άστυ, τη μεσογαία και την παράλια χώρα, κατανέμοντας ισάριθμα τον πληθυσμό της κάθε φυλής σε δήμους κι από τις τρεις ζώνες, ενώ παράλληλα νομοθέτησε υπέρ της ποινής του οστρακισμού. Έτσι, γεννήθηκε η Δημοκρατία.
Η Αθήνα έστειλε βοήθεια 20 πλοίων (4.000 άνδρες) κατά την Ιωνική Επανάσταση (499 - 493). Αυτό αποτέλεσε την αφορμή για τις Περσικές Εκστρατείες κατά της ηπειρωτικής Ελλάδας. Η Αθήνα απέκρουσε με επιτυχία, μαζί με τις Πλαταιές, τη δεύτερη εκστρατεία του Δάτη και του Αρταφέρνη, κατά την οποία ήταν ο κύριος περσικός αντικειμενικός στόχος. Η πόλη παρέταξε 10.000 οπλίτες στη μάχη του Μαραθώνα με αρχηγό τον Μιλτιάδη. Κατά την εκστρατεία του Ξέρξη η πόλη παρέταξε 8.000 οπλίτες στη μάχη των Πλαταιών με αρχηγό τον Αριστείδη και 200 τριήρεις, στη ναυμαχία της Σαλαμίνας με αρχηγό τον Θεμιστοκλή.
Το 478/477 π.Χ., ιδρύθηκε η Αθηναϊκή συμμαχία, με έδρα το ιερό νησί της Δήλου.
Λίγα χρόνια αργότερα, ο γιος του Μιλτιάδη, ο Κίμων κατάφερε να εξορίσει τον Θεμιστοκλή και να γίνει ηγέτης της Αθήνας. Χάρη στη στρατιωτική του ιδιοφυΐα, κατάφερε να επεκτείνει τη συμμαχία αλλά ο ίδιος εξορίστηκε από τον Περικλή το 461 π.Χ.
Ο πολιτικός Περικλής πήρε την ηγεσία της Αθήνας και αφαίρεσε από τον, ολιγαρχικών αποκλίσεων, Άρειο Πάγο την εποπτεία για τη διοίκηση και τους υπαλλήλους και την ανέθεσε στη Βουλή των Πεντακοσίων. Η πολιτική του Περικλή εδραίωσε την αθηναϊκή ηγεμονία, που πρακτικά άρχισε λίγο νωρίτερα με τον Κίμωνα, που συνέχισε τον πόλεμο με την Περσική Αυτοκρατορία μετά την απόσυρση των Σπαρτιατών από αυτόν. Με δική του πρωτοβουλία χτίστηκε ο Παρθενώνας και, δικαίως, η εποχή του ονομάστηκε «Χρυσός αιώνας του Περικλή», αν και κράτησε μόνο 32 χρόνια.
Το 431 π.Χ. εισέβαλαν οι Σπαρτιάτες στην Αττική και κατέστρεψαν την ύπαιθρο χώρα, ξεκινώντας τον οδυνηρό Πελοποννησιακό πόλεμο.
Το 430 π.Χ., ξέσπασε ο λοιμός των Αθηνών που αφάνισε το 1/3 (ή τα 2/3) του πληθυσμού της Αθήνας και, ανάμεσα σε αυτούς, και τον Περικλή, με αποτέλεσμα η πόλη να πέσει θύμα των δημαγωγών, των οποίων η πολιτική αποδειχθεί καταστροφική, όχι μόνο για την Αθήνα, αλλά για ολόκληρη την Ελλάδα. Κατά τη μέγιστη στρατιωτική της ισχύ η Αθήνα επέτασσε (χωρίς να συνυπολογίζονται ξένοι μισθοφόροι) 14.000 οπλίτες, 2.000 τοξότες, 1.000 ιππείς, 400 ιπποτοξότες και 470 τριήρεις. Με βάση τα δεδομένα αυτά και ανάλογους υπολογισμούς υπολογίζεται συνολικός πληθυσμός της τάξης των 400.000 ψυχών[εκκρεμεί παραπομπή] (συνυπολογίζοντας γυναίκες, λογικό αριθμό ανηλίκων, μετοίκους, ξένους και δούλους) κατά την Κλασική εποχή. Η Αθήνα, μετά από 27 χρόνια, έχασε τελικά τον πόλεμο.
Το 395 π.Χ., ξέσπασε ο Κορινθιακός πόλεμος που διήρκεσε μέχρι το 387 π.Χ. Ο Κόνων, με τη βοήθεια των Περσών συγκρότησε νέο ναυτικό και ανοικοδόμησε τα Μακρά τείχη και τα τείχη του Πειραιά που είχαν κατεδαφιστεί το 404 π.Χ.
Το 377 π.Χ., ιδρύθηκε η Β' Αθηναϊκή συμμαχία, αλλά διαλύθηκε το 355 π.Χ. Στο μεταξύ, μια νέα ανερχόμενη δύναμη έκανε την εμφάνιση της, η Μακεδονία, η οποία, μετά τη Μάχη της Χαιρώνειας, κατόρθωσε να επιβάλλει την ηγεμονία της σε όλη την Ελλάδα (πλην της Σπάρτης).
Το 323 π.Χ., μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η Αθήνα και οι άλλες ελληνικές πόλεις εξεγέρθηκαν, αλλά ηττήθηκαν από τον Αντίπατρο. Το πολίτευμα της Αθήνας έγινε τιμοκρατικό και εγκαταστάθηκε μακεδονική φρουρά. Παρόλο που η πόλη είχε χάσει την πολιτική της ανεξαρτησία και τη στρατιωτική της δύναμη, συνέχισε να είναι μια μεγάλη και σπουδαία πόλη και ένα σημαντικό πολιτιστικό κέντρο. Πολλοί ηγεμόνες των Ελληνιστικών Βασιλείων, σπούδασαν στην Αθήνα και της έκαναν δωρεές και τιμήθηκαν από τους Αθηναίους.
Το 146 π.Χ., η Αθήνα κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους, οι οποίοι σεβάστηκαν την πόλη και δεν την πείραξαν. Το 87 π.Χ., στον Α΄ Μιθριδατικό πόλεμο, οι Αθηναίοι κάλεσαν τον Μιθριδάτη να απελευθερώσει την πόλη τους, αλλά ο Σύλλας όταν το έμαθε πήγε στην Αθήνα και την πολιόρκησε. Όταν ο στρατός του μπήκε στην Αθήνα έδωσε εντολή να την καταστρέψουν, αδιαφορώντας για τις ικεσίες των Αθηναίων και πολλά έργα τέχνης της, μεταφέρθηκαν στη Ρώμη. Η Αθήνα, όμως, άρχισε να ανακάμπτει αρκετά γρήγορα λόγω του θαυμασμού των Ρωμαίων για την ιστορία της και τον πολιτισμό της. Πολλοί Ρωμαίοι (Αδριανός, Κικέρων, Αντωνίνος, Αύγουστος, Φιλόπαππος κτλ), επισκέφτηκαν την πόλη, σπούδασαν σε αυτή, την ευεργέτησαν με σπουδαία έργα (αρκετά σώζονται και σήμερα) και μυήθηκαν στα Μυστήρια. Μάλιστα, προς τιμήν του Αδριανού, ονομάστηκε μια φυλή με το όνομα του, η Αδριανίδα φυλή. Η Αθήνα απέκτησε την παλιά της λάμψη και έγινε το πολιτιστικό κ