Citroën C3
μοντέλο αυτοκινήτου From Wikipedia, the free encyclopedia
Remove ads
Το Citroën C3 είναι ένα supermini αυτοκίνητο πόλης της κατηγορίας Β, που παράγεται από τη γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία Citroën από τον Φεβρουάριο του 2002. Η πρώτη γενιά του C3 αντικατέστησε το Citroën Saxo το 2002 και γνώρισε ακόμα μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία από τον προκάτοχό του, με την συνολική παραγωγή του να φτάνει τα 2.250.150 αντίτυπα. Η δεύτερη γενιά του C3 παρουσιάστηκε τον Ιούλιο του 2009 και κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2009, ως μοντέλο της σεζόν του 2010, ενώ τον Μάρτιο του 2013 υπέστη μια ελαφρά ανανέωση και κυκλοφόρησε ως Citroën C3 ΙΙ Φάσης 2. Η τρίτη γενιά του C3 παρουσιάστηκε τον Σεπτέμβριο του 2016 και κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο. Διαχρονικά, το C3 είναι το πρώτο σε πωλήσεις μοντέλο της Citroën.
Επιπλέον, από τις αρχές του 2009 έως το 2017 διατέθηκε και μια mini MPV (βαν πολυμορφική) εκδοχή του C3, το Citroën C3 Picasso. Το compact πολυτελές Citroën DS3, επίσης, που μπήκε στην παραγωγή τον Μάρτιο του 2010, βασίστηκε στη δεύτερη γενιά του Citroën C3, αλλά με πληρέστερο εξοπλισμό και με πιο πολυτελή και ελκυστικά σχεδιαστικά στοιχεία.
Στις 6 Μαΐου 2021, η Citroën ανακοίνωσε ότι στα 4,5 χρόνια από την εμπορική εισαγωγή της τρίτης γενιάς του C3 η συγκεκριμένη γενιά του μοντέλου ξεπέρασε το 1 εκατομμύριο πωλήσεις, ενώ και οι 3 γενιές του C3 έως τότε είχαν φτάσει τα 4,5 εκατομμύρια πωλήσεις.
Remove ads
Πρώτη γενιά (2002 - 2009)
Αμάξωμα και αισθητική
Η πρώτη γενιά του C3 σχεδιάστηκε από τους σχεδιαστές της Citroën Donato Coco (Ντονάτο Κόκο - ο επικεφαλής της σχεδιαστικής ομάδας της Citroën από το 1999 έως το 2005) και Jean-Pierre Ploué (ο οποίος είχε σχεδιάσει στο παρελθόν την πρώτη γενιά του Renault Twingo και μεταγενέστερα σχεδίασε και το πολυτελές Citroën C6 πρώτης γενιάς του 2005 - 2012).
Μαζί με το Citroën C2, το C3 αντικατέστησε με επιτυχία το επίσης δημοφιλές, αλλά γηρασμένο πλέον Citroën Saxo. Τα δύο αυτοκίνητα, C2 και C3, μοιράζονταν την ίδια πλατφόρμα, αν και το C2 χρησιμοποίησε μια εκδοχή με κοντύτερο μεταξόνιο (2,31 μέτρα έναντι 2,46 μέτρων στα C3 και C3 Pluriel), ενώ μοιράζονταν τα περισσότερα μηχανικά εξαρτήματα και άλλα στοιχεία εξοπλισμού, με εμφανέστερο το κοινό ταμπλό με τον αποκλειστικά ψηφιακό πίνακα οργάνων.
Στην εξωτερική εμφάνιση, αντιθέτως, είχαν πολύ διαφορετικά ντιζάιν, επιτρέποντας έτσι στη Citroën να κερδίσει διαφορετικές επιμέρους υπο-αγορές της supermini κατηγορίας. Για την ακρίβεια, το C3 σχεδιάστηκε αρχικά ως ένα λίγο μεγαλύτερο «όχημα φιλικό και προς οικογένειες» με αποκλειστικά 5 πόρτες, ενώ το C2 σχεδιάστηκε από τον Donato Coco, ως ένα «όχημα με ίματζ νέου οδηγού» με αποκλειστικά 3 πόρτες και κολακευτικό νεανικό στυλ, αν και επίσης με σχετικά λογική ισχύ.
Κινητήρες
Το Citroën C3 πρώτης γενιάς κυκλοφόρησε με τους εξής κινητήρες, όλοι 4-κύλινδροι σε σειρά:
Σημείωση: Όπου i = injection, όπου HDi = High Pressure Direct Injection και όπου rpm = rounds per minute / στροφές το λεπτό. Επίσης, ο κινητήρας ντίζελ 1.6 HDi 16V των 110 hp έφερε στάνταρ Φίλτρο Σωματιδίων.
Η στάνταρ μετάδοση σε όλες τις εκδόσεις του αρχικού C3 ήταν ένα 5-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο, ενώ προαιρετικό σε όλες εκτός της 1.1i ήταν ένα 5-τάχυτο ημι-αυτόματο κιβώτιο, με μοχλούς αλλαγής ταχυτήτων πίσω από το τιμόνι (paddle-shifters). Κατ' εξαίρεση, αν το αυτοκίνητο είχε παραγγελθεί με το σύστημα Stop & Start, τότε συνδυαζόταν με το 5-τάχυτο πλήρως αυτόματο κιβώτιο της Citroën που είναι γνωστό ως SensoDrive και προσφέρει και χειροκίνητο έλεγχο. Η έκδοση εξοπλισμού SX ήταν η μοναδική που μπορούσε προαιρετικά να παραγγελθεί με ένα παραδοσιακό για την τότε εποχή 4-τάχυτο αυτόματο κιβώτιο.
Stop & Start
Από τα τέλη του 2004, ορισμένες εκδόσεις του C3 (από τον Μάρτιο του 2006 και εκδόσεις του Citroën C2) εξοπλίστηκαν με το σύστημα που είναι επισήμως γνωστό ως Stop & Start. Το σύστημα αυτό έχει τη δυνατότητα να σβήνει αυτόματα τον κινητήρα όταν αυτός δεν χρειάζεται (όπως σε μποτιλιάρισμα ή σε φανάρι) και να τον θέτει εκ νέου σε λειτουργία μόλις ξαναχρειαστεί. Παρόμοιες τεχνολογίες είχαν εμφανιστεί και στην έκδοση «Formel E» του Volkswagen Polo στη δεκαετία του 1980 και στην έκδοση «Ecomatic» του Volkswagen Golf τρίτης γενιάς στη δεκαετία του 1990.
C3 Pluriel
Τον Μάιο του 2003, παρουσιάστηκε μία ειδική εκδοχή του C3, το C3 Pluriel, η οποία μπορεί να μετατραπεί από 3-πορτο hatchback σε ημι-κάμπριο με αναδιπλούμενη οροφή, σε πλήρες convertible (καμπριολέ) και σε pick-up, κατά τα πρότυπα του Citroën 2CV. Η αναδιπλούμενη υφασμάτινη ηλιοροφή είναι ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη, αλλά για την μετάβαση στην πλήρως καμπριολέ εκδοχή, απαιτείται η χειροκίνητη απόσπαση των πλευρικών τόξων της θολωτής οροφής.

Το C3 Pluriel κυκλοφόρησε με κινητήρες βενζίνης 1.4i (75 hp), 1.6 16V (110 hp) και, από το 2004, ντίζελ 1.4 HDi (70 hp).[1] Συνδυάζονταν με δύο τύπους κιβωτίου ταχυτήτων: 5-τάχυτο μηχανικό για τους 1.4 λίτρων (βενζίνης και HDi) και 5-τάχυτο αυτόματο SensoDrive για τον 1.6 λίτρων.
Τελικώς η παραγωγή του C3 Pluriel έληξε στις 31 Ιουλίου 2010,[2] χωρίς να υπάρξει ποτέ διάδοχος με αντίστοιχης φιλοσοφίας μεταβλητό αμάξωμα. Ο κυριότερος λόγος ήταν η χλιαρή ανταπόκριση του κοινού, πιθανότατα λόγω της δυσκολίας της μετάβασης στην πλήρως κάμπριο εκδοχή. Η απαιτούμενη, για την μετάβαση αυτή, χειροκίνητη απόσπαση των πλευρικών τόξων (βάρους 12 κιλών) της θολωτής οροφής, στην πράξη ήταν δυσχερής και κουραστική, με αποτέλεσμα να μην γνωρίσει την ίδια επιτυχία με την μεταλλική και πλήρως αναδιπλούμενη οροφή του Peugeot 206 CC. Μια παρόμοια αναδιπλούμενη οροφή με αυτήν του C3 Pluriel, υιοθετήθηκε το 2009 από το Fiat 500C, στο οποίο όμως οι πλευρικές καμάρες είναι ακλόνητες και γενικότερα η έννοια της χειροκίνητης απόσπασης δεν έχει γνωρίσει απήχηση. Αντιθέτως, η Citroën εισήγαγε μεταγενέστερα την ιδέα του Fiat 500C στο Citroën DS3, καθώς στις 31 Αυγούστου 2012 παρουσίασε μια 2-πορτη ημι-καμπριολέ έκδοση, γνωστή ως DS3 Cabrio, η οποία κυκλοφόρησε στις 8 Μαρτίου 2013. Επίσης την υιοθέτησε και στην ημι-κάμπριο εκδοχή Airscape του Citroën C1 δεύτερης γενιάς του 2014 - 2021, που φέρει ανοιγόμενη υφασμάτινη οροφή.
Remove ads
Δεύτερη γενιά (2009 - 2017)
Η δεύτερη γενιά του Citroën C3, γνωστή ως Citroën C3 ΙΙ, αποκαλύφθηκε για πρώτη φορά στον Τύπο τον Ιούλιο του 2009 και παρουσιάστηκε επίσημα στο Διεθνές Σαλόνι Αυτοκινήτου της Φρανκφούρτης τον Σεπτέμβριο του 2009. Στην Ευρώπη κυκλοφόρησε για πρώτη φορά τον Νοέμβριο του 2009, ως μοντέλο της σεζόν (model year) του 2010.
Κατά την εξέλιξη του C3 δεύτερης γενιάς, δόθηκε ιδιαίτερα μεγάλη έμφαση και στην αεροδυναμική, με αποτέλεσμα να έχει τον εντυπωσιακό για μοντέλο της κατηγορίας B αεροδυναμικό συντελεστή Cd 0,307.
Εξοπλισμός
Σε σύγκριση με το προηγούμενο μοντέλο, το φινίρισμα στο εσωτερικό είχε βελτιωθεί σημαντικά, με ποιοτικότερα υλικά και καλύτερη συναρμολόγηση.
Αν και υπήρχαν κάποιες διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα κράτη όπου διατέθηκε, κατά κανόνα προσφερόταν σε 3 επίπεδα εξοπλισμού, με τα συνηθέστερα ονόματα να είναι: Attraction, Comfort και Exclusive. Η βασική έκδοση διέθετε ως στάνταρ βασικό εξοπλισμό:
- 4 αερόσακους: 2 μπροστινούς και 2 πλευρικούς εμπρός,
- Σύστημα Αντιμπλοκαρίσματος Τροχών (ABS),
- Σύστημα ελέγχου πρόσφυσης (traction control system),
- Σύστημα Υποβοήθησης Φρεναρίσματος (Brake Assist),
- Ηλεκτρονικό κατανεμητή πέδησης,
- Σύστημα ελέγχου ευστάθειας (ESP) - αρχικά για 1,5 έτος ήταν έξτρα, αλλά τελικώς έγινε στάνταρ σε όλα τον Μάιο του 2011,
- Κεντρικό κλείδωμα,
- Ηλεκτρικά μπροστινά παράθυρα,
- Ηλεκτρικά ρυθμιζόμενους καθρέπτες,
- Ηλεκτρικά υποβοηθούμενο υδραυλικό τιμόνι,
- Τιμόνι ρυθμιζόμενο σε ύψος και βάθος
- Αεριζόμενο ντουλαπάκι συνοδηγού,
- Υπολογιστή ταξιδιού,
- Ζάντες 15 ιντσών.
Η ενδιάμεση έκδοση προσέφερε ως στάνταρ επιπλέον τα εξής:
- Πλευρικούς αερόσακους οροφής, εμπρός και πίσω, δηλαδή στάνταρ 8 αερόσακους,
- Speed Limiter, για όταν ο οδηγός θελήσει να θέσει έναν προσωρινό «κόφτη» στην μέγιστη ταχύτητα οδήγησης,
- Κάθισμα οδηγού ρυθμιζόμενο σε ύψος,
- Cruise control,
- Προβολείς ομίχλης,
- Κλιματισμό,
- Αποσμητικό χώρου με άρωμα,
- Ηχοσύστημα με CD-player.
Η κορυφαία έκδοση, η οποία έφερε πάντα το όνομα Exclusive, προσέφερε ως στάνταρ επιπλέον τα εξής:
- Αυτόματα ελεγχόμενο ηλεκτρονικό κλιματισμό (climatronic),
- Θερμαινόμενους και αναδιπλούμενους εξωτερικούς καθρέφτες,
- Αισθητήρες παρκαρίσματος πίσω,
- Κάθισμα συνοδηγού ρυθμιζόμενο σε ύψος,
- Πίσω ηλεκτρικά παράθυρα,
- Ζάντες 16 ιντσών,
- Συναγερμό,
- Μια σχεδιαστική καινοτομία του Citroën C3 δεύτερης γενιάς, το άκρως πανοραμικό παρμπρίζ Zénith / Ζενίθ (έξτρα στο ενδιάμεσο Comfort, όπου συνήθως χρεωνόταν 400 ευρώ, ενώ στη βασική έκδοση δεν προσφέρθηκε).

Σε όλα επίσης, προσφέρθηκαν προαιρετικά:
- Θερμαινόμενα εμπρός καθίσματα,
- Προβολείς με αυτόματο άναμμα και αυτορύθμιση, ανάλογα με τις συνθήκες εξωτερικού φωτισμού,
- Αισθητήρας βροχής για πλήρως αυτόματη λειτουργία και αυτορυθμιζόμενη ταχύτητα των υαλοκαθαριστήρων ανάλογα με την ένταση της βροχής,
- Σύστημα δορυφορικής πλοήγησης GPS MyWay,
- Ηχοσύστημα Hifi,
- Ζάντες 17 ιντσών,
- Μεταλλικό ή περλέ χρώμα.
Συγγενικά μοντέλα

Το Citroën C3 II αποτέλεσε και τη βάση για το Citroën DS3, ένα compact πολυτελές αυτοκίνητο της κατηγορίας Β, που κατασκευάζεται από τον Μάρτιο του 2010. Το DS3 βασίζεται στη δεύτερη γενιά του Citroën C3, αλλά με πληρέστερο εξοπλισμό και πιο πολυτελή και ελκυστικά σχεδιαστικά στοιχεία. Όπως και με όλα τα μοντέλα της σειράς αυτής, που σημαίνει Different Spirit (Διαφορετικό Πνεύμα) και Distinctive Series (Ξεχωριστή Σειρά), το DS3 φέρει το νέο λογότυπο DS και όχι το γνωστό double chevron (διπλό λοχιόσημο) της Citroën και έχει αισθητά διαφορετικό στυλ από το αντίστοιχο δίδυμο μοντέλο.
Τον Σεπτέμβριο του 2010, παρουσιάστηκε στη Νότια Αμερική και μια εκδοχή mini SUV του πολυμορφικού Citroën C3 Picasso, υπό την ονομασία Citroën C3 Aircross. Κατασκευάζεται στο Πόρτο Ρεάλ της πολιτείας του Ρίο ντε Τζανέιρο, Βραζιλία, και διατίθεται αποκλειστικά στην ήπειρο αυτή, ενώ στα τέλη του 2015 υπέστη μια έντονη αισθητική ανανέωση.
Να σημειωθεί ότι από τα τέλη του 2014 παράγεται και διατίθεται αποκλειστικά στην Κίνα ένα crossover SUV με το όνομα Citroën C3-XR. Ωστόσο δεν βασίστηκε στο C3, αλλά στο σεντάν μοντέλο Citroën C-Elysée που εισήχθη το 2012, με το οποίο μοιράζεται και το μεταξόνιο, στα 2,65 μέτρα. Επίσης, το C3-XR συγγενεύει και με το crossover SUV Peugeot 2008, που εισήχθη το 2013.
Remove ads
Τρίτη γενιά (2016 - σήμερα)

Η τρίτη γενιά του C3, γνωστή ως Citroën C3 ΙΙΙ (πλέον απο το 2024 ως Citroen C3 Origins) , ανακοινώθηκε επίσημα το καλοκαίρι του 2016 και οι πρώτες φωτογραφίες διέρρευσαν στις 29 Ιουνίου 2016. Τελικώς, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Σαλόνι Αυτοκινήτου του Παρισιού τον Σεπτέμβριο του 2016, αντικαθιστώντας το προηγούμενο μοντέλο, με το οποίο οι διαφορές είναι ιδιαίτερα εμφανείς. Εμπορικώς, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά τον Νοέμβριο στα περισσότερα κράτη της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα.
Το σημερινό μοντέλο, τόσο στην εξωτερική σχεδίαση, όσο και στο σαλόνι, είναι επηρεασμένο από την σχεδιαστική φιλοσοφία της Citroën που ξεκίνησε με το Citroën C4 Picasso δεύτερης γενιάς και το Citroën C4 Cactus. Μάλιστα προσφέρει την καινοτομία Airbump που ξεκίνησε πρώτα στο Citroën C4 Cactus, μια παγκόσμια αποκλειστικότητα, όπου το ειδικής αισθητικής εξωτερικό «κέλυφος» προστατεύει το αμάξι από φθορές σε προσκρούσεις χαμηλής ταχύτητας. Το σύστημα αποτελείται από μια σειρά πολυάριθμες αεροκυψέλες που καλύπτονται από εξωτερικό κέλυφος από θερμοπλαστική πολυουρεθάνη (TPU), έχοντας έτσι ιδιαίτερη ανθεκτικότητα στις μικροφθορές. Παράλληλα, προσφέρει και μια μοναδική αισθητική ταυτότητα στο μοντέλο. Αντίθετα όμως με το C4 Cactus, όπου το σύστημα Airbump ήταν στάνταρ, στο C3 τρίτης γενιάς είναι προαιρετικό.
Τον Φεβρουάριο του 2020, αποκαλύφθηκε μια ανανέωση στο μοντέλο.
Κινητήρες

Όσον αφορά τα μηχανολογικά στοιχεία της τρίτης γενιάς, κυκλοφορεί σε βενζινοκίνητη και πετρελαιοκίνητη έκδοση, κυβισμού 1.2 και 1.6 λίτρων αντίστοιχα, με συστήματα ηλεκτρονικά ελεγχόμενου ψεκασμού και πολλαπλών σημείων αντίστοιχα. Η ιπποδύναμη των μηχανικών αυτών συνόλων, κυμαίνεται ανάλογα με τις δυνατότητες του εκάστοστε κινητήρα. Οι κινητήρες ντίζελ, τεχνολογίας BlueHDi (High Pressure Direct Injection), αποδίδουν ισχύ 75 και 99 ίππους, ενώ οι κινητήρες βενζίνης είναι PureTech, με τη βασική έκδοση στους 68 ίππους, και οι ισχυρότερες στους 82 και στους 110 ίππους.[5]
Ενεργητική και παθητική ασφάλεια
Το 2017, το C3 τρίτης γενιάς υπεβλήθη σε δοκιμές πρόσκρουσης, καθώς και αξιολόγηση του εξοπλισμού ασφαλείας, από τον ανεξάρτητο οργανισμό Euro NCAP (Πρόγραμμα αξιολόγησης νέων μοντέλων της Ευρώπης). Αν και απέσπασε υψηλά σκορ στις προσκρούσεις, 88% στην προστασία ενηλίκων επιβατών και 83% στην προστασία ανηλίκων επιβατών, τελικώς βαθμολογήθηκε με 4 στα 5 αστέρια, χάνοντας οριακά το πέμπτο, επειδή δεν διέθετε ως στάνταρ όλα τα απαιτούμενα από τον Euro NCAP στοιχεία εξοπλισμού ενεργητικής ασφάλειας (τα σχετικά με την αποφυγή της πρόσκρουσης), επιτυγχάνοντας έτσι σκορ 58% σε αυτό τον τομέα ειδικά. Επίσης, απέσπασε 59% στην προστασία πεζών.[6]
Remove ads
Τέταρτη γενιά (2024)
Το C3 τέταρτης γενιάς (Citroën C3 IV) ανακοινώθηκε επίσημα για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 2023. Οι έντονες φήμες ξεκίνησαν απο την ίδια την Citroën παρουσιάζοντας ενα ηλεκτρικό C3 που θα ήταν οικονομικό ως ηλεκτροκίνητο όχημα σε κόστος απόκτησης. Το νέο αυτοκίνητο σχεδιαστικά βασίζεται σε ενα πρωτότυπο, το Oli κυρίως στο εμπρόσθιο μέρος του ενώ στο πίσω μέρος έχει μεγάλη ομοιότητα με το 3ης γενιάς C3 (CC21) που κυκλοφορεί μόνο στην Λατινική Αμερική[8].
Σε αντίθεση με το C3 III, εδώ υπάρχουν περισσότερες απλοποιήσεις καθώς οι εκδόσεις εξοπλισμού αναμένονται να είναι δυο αλλά και κάποιες νέες προσθήκες όπως η head up display οθόνη αντι του συμβατικού πίνακα οργάνων. Επίσης πρόκειται για το πρώτο αυτοκίνητο πόλης με έντονα στοιχεία crossover που στηρίζεται στο νέο δάπεδο της Stellantis, το Smart Car Platform έναντι της CMP που για παράδειγμα ακολουθούν τα Peugeot 208 και Opel Corsa, προσφέροντας επιπρόσθετες δυνατότητες για την παραγωγή ενος ηλεκτρικού οχήματος.

Αρχικά, προβλέπεται η διαθεσιμότητα του μοντέλου με τον γνωστό κινητήρα PureTech 1.2 των 100 ίππων ο οποίος χρησιμοποιείται σε πολλά αυτοκίνητα και θα ακολουθήσει μια ήπια υβριδική έκδοση με τον ίδιο κινητήρα και δυο ηλεκτροκίνητες όπου η μια μπαταρία θα ειναι ικανη να προσφέρει αυτονομία εως 320 χλμ και μια άλλη έως 200 χλμ με χαμηλότερο κόστος αγοράς.
Η μπαταρία που πρόκειται να εγκατασταθεί θα αποτελείται απο υλικά φωσφορικού σιδήρου και λιθίου (LFP) όπου συνάδει με χαμηλό κόστος κατασκευής σε αντίθεση με μια μπαταρία νικελίου, μαγγανίου και κοβαλτίου (NMC) οδηγώντας σε μια εξοικονόμηση περίπου 20%[9].
Remove ads
Citroen C3 (CC21)
Το C3 στην Λατινική Αμερική και στην Ινδια παρουσιάστηκε τον Σεπτέμβριο του 2021 και έγινε διαθέσιμο απο το επόμενο έτος. Η κατασκευή του γίνεται σε εργοστάσιο της Βραζιλίας και της Ινδίας και χαρακτηρίζεται ως "χατσμπακ" άσχετα εαν ακολουθει τις γραμμές ενος κροσοβερ.
Το εμπρόσθιο μέρος του αυτοκινήτου είναι ίδιο με του Citroen C4 3ης γενιάς υιοθετώντας την μακρύγραμμη μάσκα οπου καταλήγει σε δυο μεγάλα φωτιστικά σώματα ενώ απο πάνω θα υπάρχουν τα λεπτά σώματα τεχνολογίας LED.
Επιπλέον χαρακτηριστικό που επέχει απο το C3 που αντικαταστάθηκε είναι οτι το νεότερο έχει σχετικά μεγαλύτερο ύψος (1604 χιλ έναντι 1538 χιλ) ενω για πρώτη φορά θα υπάρχουν εργοστασιακές μπάρες οροφής.
Στην Ινδία, το αυτοκίνητο κέρδισε το ενδιαφέρον των καταναλωτών ενώ υπήρχε κριτική οτι ο εξοπλισμός είναι ελλιπής. Έτσι, απο τον Αύγουστο του 2024, δέχτηκε μια εξοπλιστική αναβάθμιση όπως αυτόματο κλιματισμό, μια οθόνη πολυμέσων 10" και τέλος εξι αερόσακους απο την βασική έκδοση[11].
Remove ads
Αναφορές
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Wikiwand - on
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Remove ads