τίθεμαι τά ὅπλα
From Wiktionary, the free dictionary
Remove ads
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
Έκφραση
τίθεμαι τὰ ὅπλα
- εγκαθιστώ όπλα
- ποιώ αμυντικά έργα, εγείρω οχυρώσεις
- θέτω τάξη στρατοπέδου
- αγραυλώ, νυκτοφυλακώ
- παίρνω θέση - παράταξη όπως σε μάχη
- (σπανιότερα) καταθέτω τα όπλα, παραδίνομαι(*)
Σημειώσεις
(*) επειδή στην αρχαιότητα τα όπλα θεωρούνταν ιερά (οὐ καταισχυνῶ τά ὅπλα τά ἱερά), προς αποφυγή της αναφοράς αυτής της λέξης, σε περίπτωση παράδοσης, χρησιμοποιούταν περισσότερο η έκφραση τίθεμαι τάς ἀσπίδας.
Remove ads
Wikiwand - on
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Remove ads