Συντηρητισμός
Κοινωνική ιδεολογία / From Wikipedia, the free encyclopedia
Συντηρητισμός ή κονσερβατισμός (γαλλικά: conservatisme) ονομάζεται η επιφυλακτική και συντηρητική αντιμετώπιση νέων θεσμών, αρχών και αξιών της κοινωνίας, σε ατομική και ομαδική βάση. Γενικά, σημαίνει την επιφυλακτική έως αρνητική στάση απέναντι σε οποιονδήποτε νεωτερισμό. Ο συντηρητισμός είναι υπέρμαχος της προάσπισης αυτών που είναι ήδη δεδομένα, αφομοιωμένα και δεν δημιουργούν κινδύνους και κραδασμούς στο κατεστημένο, και κυρίως δεν αποτελούν ριζικές αλλαγές. Ο συντηρητισμός λειτουργεί ως προσωπική στάση ζωής, παρόμοια με τον πουριτανισμό, σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Ο όρος είναι σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική λέξη conservation (κονσερβασιόν) = διατήρηση, συντήρηση.
Ο συντηρητισμός ως φιλοσοφική στάση, και με βάση τους σημαντικότερους εκφραστές του, όπως ήταν για παράδειγμα ο Έντμουντ Μπερκ (Edmund Burke, 1729-1797) συνδέεται με ρομαντικές και μη ντετερμινιστικές αντιλήψεις για την κοινωνία και την πολιτική. Δεν αντιτίθεται κατ΄ ανάγκη στις αλλαγές στον τρόπο διακυβέρνησης και στους θεσμούς, αλλά πάντως υπερασπίζεται τη σταδιακή και ομαλή αλλαγή. Σέβεται τις πολιτικές συνήθειες, τα πολιτικά ήθη, και την παράδοση ως συσσωρευμένη γνώση και «σύνεση» περισσότερων γενεών. Δέχεται ότι οι κοινωνικές σχέσεις δεν είναι αιτιακές και προβλέψιμες και ότι η «πολιτική σοφία» είναι στην πραγματικότητα συλλογική και όχι «απόρροια του στοχασμού ενός καθήμενου σε κουνιστή πολυθρόνα»[1] φιλοσόφου. Σε αυτή τη βάση σκέψης, ο συντηρητισμός υποστηρίζει τη διατήρηση του υφιστάμενου κοινωνικού και πολιτικού κατεστημένου (π.χ. θεσμούς, αξίες κλπ.), ως λειτουργικού και αποτελεσματικού, όσο αυτό είναι δυνατό.
Από την περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης ώς περίπου τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι συντηρητικοί στην Ευρώπη αντιτέθηκαν στον φιλελευθερισμό και στη συνέχεια, στον σοσιαλισμό. Οι πιο ριζικά συντηρητικοί επιθυμούσαν τη διατήρηση του αριστοκρατικού φεουδαρχικού κατεστημένου και της πολιτικής ισχύος της χριστιανικής Εκκλησίας. Μετά τα μέσα του 20ου αιώνα ωστόσο οι περισσότεροι συντηρητικοί αποδέχθηκαν τη φιλελεύθερη δημοκρατία και ενσωματώθηκαν σε αυτή.