Μετρονιδαζόλη
χημική ένωση / From Wikipedia, the free encyclopedia
Η μετρονιδαζόλη, γνωστή με την εμπορική ονομασία Flagyl μεταξύ άλλων, είναι αντιβιοτικό και αντιπρωτοζωϊκό φάρμακο. Χρησιμοποιείται είτε ως μονοθεραπεία είτε μαζί με άλλα αντιβιοτικά για τη πυελική φλεγμονή, την ενδοκαρδίτιδα και τη βακτηριακή κολπίτιδα.[1] Είναι δραστικό στην δρακουνκουλίαση, τη τριχομονάδωση, την αμοιβάδωση και τη λαμβλίαση. Επίσης είναι επιλογή για την αντιμετώπιση του πρώτου επεισοδίου ήπιας προς μέτριας κολίτιδας από Clostridium difficile, αν δεν διαθέσιμες η βανκομυκίνη και η φλινταξομυκίνη.[1][2] Η μετρονιδαζόλη είναι διαθέσιμη από το στόμα, ως αλοιφή και για ενδοφλέβια χορήγηση.[1]
Συχνές παρενέργειες περιλαμβάνουν ναυτία, μεταλλική γεύση, απώλεια όρεξης και πονοκεφάλους. Περιστασιακά έχουν αναφερθεί σπασμοί και αλλεργικές αντιδράσεις.[1] Υπάρχουν έρευνες που δηλώνουν ότι η μετρονιδαζόλη δεν πρέπει να δίνεται στα πρώτα στάδια της εγκυμοσύνης, ενώ άλλες αναφέρουν ότι οι δόσεις για την τριχομονάδωση είναι ασφαλείς.[3] Υπάρχουν διαφωνίες σχετικά με την ασφάλειά στον θηλασμό.[3][4]
Η μετρονιδαζόλη άρχισε να χρησιμοποιείτε εμπορικά στη Γαλλία το 1960.[5] Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας την έχει κατατάξει στα βασικά φάρμακα.[6] Είναι διαθέσιμη στις περισσότερες περιοχές του κόσμου.[7] Το 2017 ήταν το 58ο φάρμακο από πλευράς συνταγογραφήσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες, με περισσότερες από δώδεκα εκατομμύρια συνταγές.[8][9]