Βυζαντινό νόμισμα
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Βυζαντινό κράτος είναι η απ’ ευθείας συνέχεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Έτσι διατήρησε και το κοινωνικό της σύστημα. Στην ιδιαίτερα ανεπτυγμένη λοιπόν για τα δεδομένα της εποχής αστική οικονομία, όπου επικρατούσε σε σημαντικό βαθμό η νομισματική οικονομία, ήταν αναγκαίο ένα ασφαλές και κοινά αποδεκτό μέσο συναλλαγών, δηλαδή ένα σταθερό νόμισμα. Τη σημασία του σταθερού νομίσματος επέβαλλε και η γραφειοκρατική δομή της δημόσιας διοίκησης και του έμμισθου στρατού. Σε μια Αυτοκρατορία που εξουσίαζε περί τα 50 εκατομμύρια υπηκόους, με μια γραφειοκρατική διοικητική μηχανή 30.000 υπαλλήλων, 200.000 τοπικών αξιωματούχων και περί τους 600.000 στρατιώτες (τα στοιχεία αναφέρονται στον 4ο αιώνα) ήταν αναγκαία η ύπαρξη ενός σταθερού νομίσματος για τη φορολόγηση του πληθυσμού, που θα επέτρεπε την σταθερή μισθοδοσία του στρατού και την απρόσκοπτη λειτουργία της γραφειοκρατικής μηχανής. Η αναταραχή που γνώρισε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία τον 3ο αιώνα κλόνισε σημαντικά και τη σταθερότητα του νομίσματος, το οποίο υποτιμήθηκε επανειλημμένα. [1] Το βυζαντινό νομισματικό σύστημα είναι τριμεταλλικό: αποτελείται από χρυσά, αργυρά και χάλκινα νομίσματα.[2]Το νόμισμα που κόβει το βυζαντινό κράτος κυκλοφορεί με διάφορους τρόπους: δωρίζεται, κερδίζεται με εργασία και παροχή υπηρεσιών, δαπανάται σε συναλλαγές, αποθησαυρίζεται, επενδύεται, δανείζεται εντόκως και επιστρέφει στο κράτος με μορφή φόρου.[3]ή ακόμα με κατασχέσεις ιδιωτικών αποθησαυρισμών. [4]Άλλωστε η βυζαντινή οικονομία ήταν εκχρηματισμένη σε μεγάλο βαθμό.[5]Οι κρατικές πληρωμές και η συλλογή φόρων γινόταν σχεδόν στο σύνολό τους με σολίδους, ενώ το χάλκινο νόμισμα εξυπηρετούσε τις ανάγκες διαβίωσης και τις αγοραίες συναλλαγές.[6]