Ξενότιμο
ορυκτό / From Wikipedia, the free encyclopedia
Το ξενότιμο (αγγλ. xenotime) είναι φωσφορικό ορυκτό του υττρίου. Σχετικά με το όνομά του, η αγγλοσαξονική βιβλιογραφία το αποδίδει ως προερχόμενο από τις ελληνικές λέξεις κενός (μάταιος, vain) και τιμή (honour), καθώς το περιεχόμενο ύττριο είχε, αρχικά, νομισθεί ως νέο στοιχείο. Ωστόσο, η αρχαία ελληνική λέξη ξενότιμος αποδίδεται ως «ο τιμών τους ξένους».[1]
Γρήγορες Πληροφορίες Γενικά, Κατηγορία ...
Ξενότιμο. Προέλευση: Hitterö, Νορβηγία | |
Γενικά | |
---|---|
Κατηγορία | Φωσφορικά |
Χημικός τύπος | YPO4 |
Ορυκτολογικά χαρακτηριστικά | |
Πυκνότητα | 4,5 - 5,1 gr/cm3 |
Χρώμα | Καστανοκίτρινο, ερυθροκάστανο, ερυθρό σαρκόχρουν, γκριζόλευκο, κίτρινο, ανοικτό κίτρινο, πρασινωπό |
Σύστημα κρυστάλλωσης | Τετραγωνικό |
Κρύσταλλοι | Πρισματικοί βραχείς ή μακροί (μέχρι 5 εκ.) |
Υφή | Ακτινωτά ή ροζετοειδή συσσωματώματα ή στιφροί κρύσταλλοι με έντονο ανάγλυφο |
Διδυμία | Σπάνια, {111} |
Σκληρότητα | 4 - 5 |
Σχισμός | Καλός {100} |
Θραύση | Ανώμαλη, σκληθρώδης |
Λάμψη | Υαλώδης, ρητινώδης |
Γραμμή κόνεως | Ανοικτοκίτρινη έως καστανή, ερυθρή |
Πλεοχρωισμός | Ασθενής ροζ, κίτρινος, καστανέρυθρος, πρασινωπός |
Διαφάνεια | Ημιδιαφανής ως αδιαφανής |
Κλείσιμο