Αραβική κατάκτηση της Ιβηρικής χερσονήσου
From Wikipedia, the free encyclopedia
Με τον όρο Αραβική κατάκτηση της Ιβηρικής[1] είναι γνωστή η κατάλυση του Βησιγοτθικού Βασιλείου από μουσουλμανικά στρατεύματα Αράβων και Βερβέρων του Χαλιφάτου των Ομεϋαδών μεταξύ 711 και 724. Η κατάκτηση οδήγησε στην εδραίωση της αραβικής παρουσίας στην Ιβηρική, το μουσουλμανικό κομμάτι της οποίας είναι γνωστό ως Αλ-Άνταλους. Αντίστοιχα, στο βορρά, η σταδιακή διαμόρφωση δύο χριστιανικών πυρήνων στα Κανταβρικά όρη (του Βασιλείου των Αστουριών) και στα ανατολικά Πυρηναία (των καταλανικών κομητειών) οδήγησε στη διαδικασία της λεγόμενης Χριστιανικής ανακατάκτησης της Ιβηρικής χερσονήσου. Οι Βαλεαρίδες Νήσοι, υπό βυζαντινό έλεγχο, πέρασαν κάτω από μουσουλμανικό έλεγχο κατά τον 10ο αιώνα και γι' αυτό δεν συμπεριλαμβάνονται στο άρθρο αυτό.
Η αραβική κατάκτηση της Ιβηρικής χερσονήσου θεωρείται ένα σημαντικό γεγονός της ιστορίας της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Η διοικητική ενότητα της Ιβηρικής που είχε επιτευχθεί κάτω από το ιδιαίτερα συγκεντρωτικό Βασίλειο των Βησιγότθων, που είχε φτάσει να διαμορφώσει μια ξεκάθαρη γοτθική ταυτότητα για τις ελίτ[2], διασπάστηκε σε τρεις ουσιαστικά διακριτούς κόσμους, που αν και ποτέ δεν έπαψαν να επικοινωνούν, διέφεραν αισθητά πολιτισμικά, πολιτικά και οικονομικά. Ωστόσο, παρά τη δραματικότητα με την οποία συνήθως παρουσιάζεται, η κατάκτηση θα μπορούσε να θεωρηθεί «καταστροφή» αποκλειστικά από την πλευρά της βησιγοτθικής ελίτ, που ήταν το κύριο θύμα της.[3]
Όσον αφορά τα πληθυσμιακά δεδομένα, είναι ευρέως αποδεκτή η θέση ότι κατά τη διάρκεια της κατάκτησης και κατά τους πρώτους δύο αιώνες της μουσουλμανικής παρουσίας στην Ιβηρική, υπήρξαν μόνο δύο κύματα μετεγκατάστασης βερβερικών πληθυσμών, που σε καμία περίπτωση δεν άλλαξαν την εθνοτική σύσταση του ντόπιου πληθυσμού.[4]