Έλληνας λογοτέχνης From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Ιωάννης Κονδυλάκης (1861−1920[2]) ήταν Έλληνας λογοτέχνης, διηγηματογράφος, δημοσιογράφος και χρονογράφος. Ήταν ο πρώτος πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ και από τα γνωστότερα έργα του είναι ο Πατούχας και "Όταν ήμουν δάσκαλος". Ως λογοτέχνης, θεωρείται από τους κύριους εκπροσώπους του ελληνικού νατουραλισμού και "πατέρας του χρονογραφήματος", όπως τον ονόμασε πρώτος ο Παύλος Νιρβάνας.[3]
Ιωάννης Κονδυλάκης | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Ιωάννης Κονδυλάκης (Ελληνικά) |
Γέννηση | Δεκέμβριος 1861 Άνω Βιάννος Ηρακλείου |
Θάνατος | 25 Ιουλίου 1920 Ηράκλειο |
Ψευδώνυμο | Διαβάτης, Κονδυλοφόρος, Δον Κανάγιας, Jean Sans Terre και Ιωάννης Ακτήμων |
Χώρα πολιτογράφησης | Ελλάδα |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | νέα ελληνική γλώσσα[1] |
Σπουδές | Βαρβάκειος Σχολή |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | δημοσιογράφος μεταφραστής συγγραφέας |
Εργοδότης | Άστυ Σκριπ Εστία Εφημερίς (εφημερίδα Αθήνας) |
Γεννήθηκε στη Βιάννο Ηρακλείου της Κρήτης το 1861. Στη γενέτειρά του βρίσκεται και η προτομή του, έργο του Ρεθεμνιώτη γλύπτη Γιάννη Κανακάκη. Είχε έναν αδελφό, τον Χαράλαμπο Κονδυλάκη, δάσκαλο στο επάγγελμα. Η Κρητική Επανάσταση του 1866 οδήγησε την οικογένειά του να εγκατασταθεί στον Πειραιά για μια τριετία και να συνεχίσει εκεί τις γυμνασιακές του σπουδές. Κατόπιν επανήλθε στην Κρήτη. Το δημοτικό σχολείο το τελείωσε στο χωριό του, ενώ τα εφηβικά του χρόνια τα πέρασε στα Χανιά.
Το 1877 ο Κονδυλάκης εγκατέλειψε το Γυμνάσιο για να πάρει μέρος στις επαναστατικές κινήσεις που γίνονταν στη Μεγαλόνησο. Την περίοδο 1879-1881 εργάστηκε στα Χανιά και στη Σητεία ως δικαστικός υπάλληλος.
Το 1884 σε ηλικία 23 χρόνων «μυστακοφόρος και σοβαρός» όπως έλεγε θυμοσοφικά κάπου ο ίδιος, αποφοίτησε από τη Βαρβάκειο Σχολή Αθηνών. Την ίδια χρονιά πρωτοεμφανίστηκε στη λογοτεχνία με το διήγημα «Η Κρήσσα ορφανή» που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Εστία». Φοίτησε στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, χωρίς να πάρει πτυχίο, ενώ έγραφε στην «Εφημερίδα» του Δημητρίου Κορομηλά.
Από το 1885 υπηρέτησε ως δάσκαλος στην Κρήτη (Μώδι Χανίων), θέση την οποία γρήγορα εγκατέλειψε για να ασχοληθεί με τη δημοσιογραφία. Συνεργαζόταν με την εφημερίδα «Άμυνα» των Χανίων, ενώ το 1889 για σύντομο χρονικό διάστημα εξέδιδε και δική του εφημερίδα, την «Νέα Εβδομάδα». Αλλά η αρθρογραφία του ενόχλησε τις τουρκικές αρχές που τον εκτόπισαν.
Εγκαταστάθηκε τότε (1889) οριστικά στην Αθήνα, όπου και πάλι ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και συνεργάστηκε με τις εφημερίδες Άστυ, Σκριπ και Εστία. Αρχικά χρησιμοποιούσε πολλά ψευδώνυμα (όπως Κονδυλοφόρος, Δον Κανάγιας καί Jean Sans Terre ή στα ελληνικά Ιωάννης Ακτήμων, αλλά στη πορεία κράτησε το «Διαβάτης» ενώ τα δύο τελευταία τα έκανε για να υποδηλώσει την φτώχεια του από την οποία πάντα υπέφερε. Τα ψευδώνυμα του είναι χαρακτηριστικά για τον αυτοσαρκασμό και για το χιούμορ τους. Για είκοσι χρόνια έγραφε το καθημερινό χρονογράφημα της εφημερίδας Εμπρός, της οποίας ήταν και αρχισυντάκτης. Τα χρονογραφήματα του (έγραψε συνολικά περισσότερα από 6.000) διακρίνονται για το κομψό προσωπικό ύφος τους, το χιούμορ και την οξύτητα της παρατήρησης[4].
Ως λογοτέχνης παρουσιάζεται αρχικά με ηθογραφικά διηγήματα, για να φτάσει σε ένα αξιόλογο μυθιστόρημα, τον Πατούχα, που αν και παραμένει μέσα σε πλαίσια ηθογραφικά, προχωρεί σε βάθος ψυχολογικό και δυνατή διαγραφή χαρακτήρων. Συγκεκριμένα παρουσιάζει την ψυχολογία του αγνού ορεσίβιου κρητικού βοσκού του οποίου το αφυπνισμένο ερωτικό ένστικτο είναι το μόνο που θα μπορέσει να τον συνδέσει με την ανθρώπινη ομάδα. Σύμφωνα με δική του μαρτυρία, τον «Πατούχα» τον έγραψε στα διαλείμματα των συνεδριάσεων της Βουλής για την «Εφημερίδα» του Κορομηλά. Έγραφε στην καθαρεύουσα. Ήταν ένας εκ των ιδρυτών και πρώτος πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ.[5] Εκτός των άλλων, έχει χαρακτηριστεί και ως ο «Πατέρας του χρονογραφήματος».[6]
Το 1918 ξαναπήγε στην Κρήτη. Τότε σταμάτησε να γράφει στην καθαρεύουσα και υιοθέτησε τη δημοτική, παρουσιάζοντας μια στροφή. Ταξίδεψε και στην Αλεξάνδρεια. Τις εντυπώσεις του από το ταξίδι αυτό τις αφηγήθηκε σε σειρά άρθρων στην κρητική εφημερίδα «Νέα Εφημερίδα» που εκδιδόταν στο Ηράκλειο, με τίτλο «Μια περιπέτεια από Χανίων εις Αλεξάνδρειαν». Μετέβη εκεί, προσκαλεσμένος από κάποιον βαμβακέμπορο, ο οποίος ήθελε να εκδώσει εφημερίδα και να του αναθέσει την διεύθυνσή της. Αλλά, επικαλούμενος οικονομικά προβλήματα, ο έμπορος υπαναχώρησε.
Το 1920 προσβλήθηκε από ημιπληγία. Πέθανε σε ηλικία 59 ετών στο Πανάνειο Νοσοκομείο του Ηρακλείου στις 25 Ιουλίου 1920.[7]
Στο έργο του Κονδυλάκη υπάρχει πλήθος ιστορικών απηχήσεων από τις ποικίλες και δραματικές ιστορικές τύχες της Κρήτης εκείνα τα χρόνια, ιδιαίτερα την περίοδο από το 1866 έως και το 1898, όπως και ειδήσεις για την κοινωνική, την πολιτική και την πολιτιστική ζωή του νησιού,
πολύτιμες για το ψυχογράφημα του κρητικού. Η γλώσσα που χρησιμοποίησε στα έργα του ο Κονδυλάκης ήταν απλή καθαρεύουσα διανθισμένη με το χιούμορ που πάντα συνόδευε τον συγγραφέα και κάνει ακόμη και σήμερα ευχάριστη την ανάγνωση των έργων του. Ο Παλαμάς για τον Κονδυλάκη:
«Ο Κονδυλάκης εμόρφωσε το χρονογράφημα με όλην την πρωτοτυπίαν και την ευρυθμίαν του ταλάντου του. Χωρίς έντασιν και μεγαληγορίαν, και λυρικήν ή ρητορικήν ευγλωττίαν, και διακόσμησιν της φράσεως και σπανιότητα της λέξεως, ησύχως, οιονεί απλάστως, με κοινά και καθιερωμένα ονόματα και σχήματα της δημοσιογραφικής καθαρευούσης αυτοσχεδιάζων αφροντίστως, ως εφαίνετο, εις τα τραπέζια, συχνά πυκνά, των καφενείων τα χρονογραφήματά του τα διέπλαττεν εν τούτοις εν ταυτώ εις κοινωνιολογικά αρθρίδια, εις ψυχαγωγικάς διηγήσεις, εις κριτικάς γνωμοδοτήσεις, εις ευτραπέλους ιστορίας, εις γραμμάς, απαραιτήτους πλέον καθισταμένας δια το πολύ των αναγνωστών φύλλον, οποίον το 'Εμπρός', μέσα εις τας οποίας το χιούμορ και η παρατήρησις, το παίγνιον και η σοβαρότης συνεπλέκοντο δυσδιακρίτως, αλλά διά τούτο και καθίσταντο ευάρεστοι και επιζήτητοι».
Για τον Κώστα Στεργιόπουλο, η πεζογραφία του Κονδυλάκη είναι ένας σταθμός απ' όπου, περνώντας η ηθογραφία μας μετεξελίσσεται σε ψυχογραφία, κάτι που φαίνεται και στον «Πατούχα» και στην «Πρώτη αγάπη», η έκταση των οποίων του επιτρέπει να αναπτύξει καλύτερα τις ψυχογραφικές και ψυχολογικές του ικανότητες, εισάγοντας και στοιχεία φροϋδικά, πριν ακόμη γίνει γνωστή η θεωρία του Φρόυντ.
Το 1987 δημοσιεύτηκε από τον Θεοχάρη Δετοράκη μια σειρά άρθρων του Ιωάννη Κονδυλάκη (τέσσερα τον αριθμό), στα οποία ο Κρητικός λογοτέχνης υποστήριζε την άποψη πως η προέλευση της χαρακτηριστικής κρητικής βράκας ανάγεται στους Σαρακηνούς.[8]
(αφήγημα με ψυχαναλυτικό χαρακτήρα, πρωτοποριακό έργο αφού γράφτηκε προτού γίνουν γνωστές στην Ελλάδα οί φρουδικές θεωρίες, το μόνο έργο του στη δημοτική γλώσσα)
από τον Οκτώβριο του 1895 έως τον Ιούνιο του 1896)
Μετέφρασε όλα τα ευρεθέντα στην εποχή του έργα του Λουκιανού καθώς και ορισμένα γαλλικά μυθιστορήματα των
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.