χημική ένωση From Wikipedia, the free encyclopedia
Η ρεσορκινόλη[1] (αγγλικά resorcinol) είναι αρωματική οργανική ένωση με μοριακό τύπο C6H6O2 , αν και συχνά παριστάνεται πιο αναλυτικά, ως μ-C6H4(OH)2. Αποτελεί τη μετα- ισομερή, από τις τρεις (3) ισομερείς βενζο(λο)διόλες, που ανήκουν στις διφαινόλες. Η χημικά καθαρή κατεχόλη, στις κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος, δηλαδή σε θερμοκρασία 25 °C και υπό πίεση 1 atm, είναι άχρωμο κρυσταλλικό στερεό, που είναι πολύ γρήγορα διαλυτοί στο νερό.
Ρεσορκινόλη | |||
---|---|---|---|
Γενικά | |||
Όνομα IUPAC | Βενζο(λο)-1,3-διόλη 1,3-βενζο(λο)διόλη | ||
Άλλες ονομασίες | Ρεσορκινόλη 3-υδροξυφαινόλη 1,3-διυδροξυβενζόλιο μ(ετα)-βενζο(λο)διόλη μ(ετα)-διυδροξυβενζόλιο | ||
Χημικά αναγνωριστικά | |||
Χημικός τύπος | C6H6O2 | ||
Μοριακή μάζα | 110,1 amu | ||
Σύντομος συντακτικός τύπος | μ-C6H4(OH)2 | ||
Αριθμός CAS | 108-46-3 | ||
SMILES | c1cc(cc(c1)O)O | ||
InChI | 1S/C6H6O2/c7-5-2-1-3-6(8)4-5/h1-4,7-8H | ||
Αριθμός EINECS | 2876 | ||
PubChem CID | 5054 | ||
ChemSpider ID | 4878 | ||
Δομή | |||
Διπολική ροπή | 2,07±0,02 D | ||
Ισομέρεια | |||
Ισομερή θέσης | >100 | ||
Φυσικές ιδιότητες | |||
Σημείο τήξης | 110 °C | ||
Σημείο βρασμού | 277 °C | ||
Πυκνότητα | 1.280 kg/m³ | ||
Διαλυτότητα στο νερό | 1.100 kg/m³ | ||
Χημικές ιδιότητες | |||
pKa | 9,15 | ||
Ελάχιστη θερμοκρασία ανάφλεξης | 127 °C | ||
Επικινδυνότητα | |||
Βλαβερη (Xn) Επικίνδυνη για το περιβάλλον (N) | |||
Φράσεις κινδύνου | 22‐36/38‐50 | ||
Φράσεις ασφαλείας | (2)‐26‐61 | ||
LD50 | 301 mg/kg (αρουραίοι, στοματική λήψη) | ||
Εκτός αν σημειώνεται διαφορετικά, τα δεδομένα αφορούν υλικά υπό κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος (25°C, 100 kPa). |
Ο όρος «ρεσορκινόλη» αναφέρεται επίσης κατ' επέκταση και σε ομάδα «θυγατρικών» παραγώγων ή και υποκατεστημένων ενώσεων.
Ο αυστριακός χημικός Χάινριχ Χλάσιβετζ (Heinrich Hlasiwetz, 1825-1875) πιστώθηκε την πρώτη στοιχειακή χημική ανάλυση και την πρώτη παρασκευή ρεσορκινόλης. Η πρώτη παρασκευή ρεσορκινόλης έγινε μαζί με τον Λούντβιχ Μπαρθ (Ludwig Barth), όπως αναφέρει η σχετική αναφορά που δημοσιεύτηκε το 1864.[2][3][4]
Το βενζολο-1,3-διόλη είναι το όνομα που συνιστάται από τη Διεθνή Ένωση Καθαρής και Εφαρμοσμένης Χημείας (IUPAC) στο σύγγραμμα 1993 Συστάσεις για την Ονοματολογία της Οργανικής Χημείας.[5]
Η ρεσορκινόλη είναι μία από τις κύριες φυσικές φαινόλες στο αργανέλαιο.[6]
Τμήματα του μορίου της κατεχίνης, ένα άλλο φυσικό συστατικό που είναι παρούσα στο τσάι, έχει την ρεσορκινολική δομή.
Οι αλκυλορεσορκινόλες αποτελούν δείκτη για άλευρα ολικής άλεσης για διατροφή. Η 4-εξυλορεσορκινόλη είναι αναισθητικό, που βρίσκεται σε παστίλιες για το λαιμό.
Παράγεται όταν οποιοσδήποτε μεγάλος αριθμός ρητινών (όπως για παράδειγμα, γαλβάνιο, ασαφέτιδα, κ.τ,λ.) συντήκονται μαζί με υδροξείδιο του καλίου (KOH), ή από την απόσταξη του εκχυλίσματος Paubrasilia.
Μπορεί να παρασκευαστεί συνθετικά από την σύντήξη 3-ιωδοφαινόλης, 3-υδροξυβενζο(λο)σουλφονικού οξέος ή 1,3-βενζο(λο)δισουλφονικού οξέος με ανθρακικό κάλιο (K2CO3), καθώς και με επίδραση νιτρώδους οξέος (HNO2) σε 3-αμινοφαινόλη ή σε 1,3-βενζο(λο)διαμίνη[7]. Πολλές ορθο- και παρα- ενώσεις από την αρωματική σειρά (όπως για παράδειγμα οι βρωμοφαινόλες, ή το 1,4-βενζο(λο)δισουλφονικό οξύ) που δίνουν με κάποια απόδοση ρεσορκινόλη, μετά από σύντηξή τους με υδροξείδιο του καλίου.
Ρεσορκινόλη κρυσταλλώνεται από το βενζόλιο, σχηματίζοντας άχρωμες βελόνες, που είναι ευδιάλυτες στο νερό, στην αιθανόλη (EtOH) και στο διαθυλαιθέρα (Et2O), αλλά είναι αδιάλυτες στο χλωροφόρμιο (CHCl3) και στο διθειάνθρακα (CS2). Ανάγει το φελίγγειο υγρό και διαλύματα αμμωνιακού αργύρου. Δε σχηματίζει ίζημα με διάλυμα οξεικού μολύβδου [(AcO)2Pb], όπως και η ισομερής (πυρο)κατεχόλη. Με υδατικά διαλύματα τριχλωριούχου σιδήρου (FeCl3) σχηματίζει ένα σκούρο βιολετί χρώμα, ενώ με βρωμιούχο νερό σχηματίζει ίζημα τριβρωμορεσορκίνης. Αυτές οι ιδιότητες είναι που δίνουν στην ρεσορκινόλη την εφαρμογή της ως χρωστική για ορισμένα πειράματα χρωματογραφίας .
Αμάγαλμα νατρίου (Hg•Na) ανάγει τη ρεσορκινόλη σε διυδρορεσορκίνη, που όταν θερμανθεί στους 150-160 °C με συμπυκνωμένο διάλυμα υδροξείδιου του βαρίου [Ba(OH)2], δίνει γ-ακετυλοβουτυρικό οξύ (AcCH2CH2CH2COOH, D. Vorlgnder), που όταν συγχωνεύεται με υδροξείδιο του καλίου (ΚΟΗ), η ρεσορκινόλη δίνει φλορογλουκίνη, (πυρο)κατεχολη και διρεσορκίνη. Η ρεσορκινόλη συμπυκνώνεται με οξέα ή με χλωρίδια οξέων, παρουσία αφυδατικών μέσων, σε οξυκετόνες. Για παράδειγμα, με χλωριούχο ψευδάργυρο (ZnCl2) και παγόμορφο αιθανικό οξύ (|AcOH|) στους 145 °C δίνει ρεσακετυλοφαινόνη [1,3-(HO)2(C6H3)Ac].[8] Με ανυδρίτες διβασικών οξέων, η ρεσορκινόλη δίνει φλορεσκεΐνες. Όταν η ρεσορκινόλη συνθερμανθεί με χλωριούχο ασβέστιο (CaCl2) και αμμωνία (NH3) στους 200 °C δίνει μεταδιοξυδιφαινυλαμίνη..[9] Η ρεσορκινόλη με νιτρώδες νάτριο (NaNO2) δίνει μια υδατοδιαλυτή μπλε χρωστική, που μετατρέπεται σε κόκκινη παρουσία οξέων, οπότε χρησιμοποιείται ως οξεοβασικός δείκτης, με την ονομασία λακμοΐδη.[10] Η ρεσορκινόλη συμπυκνώνεται εύκολα με αλδεΰδες (RCHO). Ειδικότερα, με μεθανάλη, με την επιπλέον προσθήκη καταλυτικής ποσότητας υδροχλωρικού οξέος (HCO), μεθυλενοδιρεσορκίνη { [(HO)C6H3(O)]2•CH2}. Η ρεσορκινόλη αντιδρά με υδρίτη της χλωράλης [CCl3CH(OH)2], παρουσία όξινου θειικού καλίου (KHSO4), δίνοντας τη λακτόνη του τετραοξυδιφαινυλομεθανικό οξύ.[11]
Η ρεσορκινόλη, σε αλκοολικό διάλυμα συμπυκνώντεαι με οξοξεικό νάτριο [(COCONa)2] σε υμεκρομόνη[12].
Επιπλέον, με ηλεκτρονιόφιλη αρωματική προσθήκη, η ρεσορκινόλη, όπως και άλλες πολυόλες, σε πυρηνόφιλη υποκατάσταση, μέσω της ενονικής της μορφή.
Με πυκνό νιτρικό οξύ (HNO3), παρουσία ψυχρού πυκνού θειικού οξέος (H2SO4), η ρεσορκινόλη δίνει στυφνικό οξύ, που παρουσιάζεται με τη μορφή κίτρινων κρυστάλλων, και εκρήγνυται βίαια με ταχεία θέρμανση.
Η ρεσορκινόλη χρησιμοποιείται εξωτερικά, ως αντισηπτικό και απολυμαντικό, και χρησιμοποιείται με τη μορφή αλοιφών με περιεκτικότητα 5-10%, για τη θεραπεία των χρόνιων δερματικών παθήσεων, όπως ψωρίαση, διαπυητική ιδρωταδενίτιδα, και έκζεμα με υποξύ χαρακτήρα. Ακόμη, η ρεσορκινόλη σε περιεκτικότητα 2% ή μικρότερη σε σκευάσματα επικαλυπτικής αντιμετώπισης της τοπικής ακμής, καθώς επίσης και σε συνταγές θεραπείας της, σε υψηλότερες συγκεντρώσεις.[13]
Αραιά υδατικά διαλύματα ρεσορκινόλης (25-35 g/kg) είναι χρήσιμα για περιορισμό της φαγούρας από ερυθηματώδες έκζεμα.
Διαλύματα 2% ρεσορκινόλης έχουν χρησιμοποιηθεί, με σημαντική επίδραση, στην αλλεργική ρινίτιδα και κατά του κοκκύτη.
Κατά του κοκκύτη έχουν δοθεί εσωτερικά ως 0,6 ml διαλύματος 2% ρεσορκινόλης .
Επίσης, η ρεσορκινόλη έχει συμπεριληφθεί ως αντιπιτυριδικό μέσο σε σαμπουάν ή και σε αντηλιακά καλλυντικών.
Επίσης, η ρεσορκινόλη χρησιμοποιήθηκε στη θεραπεία των γαστρικών ελκών, σε δόσεις των 125 και 250 mg, σε χάπια.
Η ρεσορκινόλη είναι αναλγητικό και έχει αιμοστατική δράση.
Η ρεσορκινόλη χρησιμοποιήθηκε όμως σε ορισμένα φαρμακευτικά σαπούνια.
Η μονοακετυλορεσορκινόλη [μ-HO(C6H4)Ac] χρησιμοποιείται υπό την ονομασία ευρεσόλη (euresol).[14]
Η ρεσορκινόλη είναι ένα από τα ενεργά συστατικά σε προϊόντα όπως το Resinol, το Vagisil, και το Clearasil.
Όμως χρειάζεται προσοχή στη χρήση της, γιατί σε μεγάλες δόσεις η ρεσορκινόλη είναι δηλητηριώδης, προκαλώντας ζάλη, κώφωση, σιαλγία, εφίδρωση και σπασμούς.
Η ρεσορκινόλη επίσης χρησιμοποιήθηκε ως ενδιάμεση πρόδρομη ένωση για τη σύνθεση φαρμάκων και άλλων οργανικών ενώσεων. Χρησιμοποιείται στην παραγωγή διαζωχρωστιών, πλαστικοποιητών, αλλά και ρητινών απορρόφησης υπεριώδους ακτινοβολίας.
Μια αναδυόμενη χρήση ρεσορκινόλη είναι ως πρότυπο μόριο στην υπερμοριακή χημεία. Οι υδροξυλομάδες της ρεσορκινόλης σχηματίζουν δεσμούς υδρογόνου για να διευκολύνουν έτσι τη στόχευση μορίων, κρατώντας τα στο σωστό (ευνοϊκό) προσανατολισμό για μια επιθυμητή αντίδραση.
Πολλές τέτοιες αντιδράσεις είναι σε θέση να διενεργηθούν και σε στερεά κατάσταση, μειώνοντας ή εξαλείφοντας έτσι τη χρήση διαλυτών, που μπορεί να είναι επιβλαβείς για το περιβάλλον. (βλ. Πράσινη χημεία)
Η ρεσορκινόλη είναι αναλυτικό αντιδραστήριο για τον ποιοτικό προσδιορισμό κετοζών (δοκιμή Seliwanoff).
Η ρεσορκινόλη είναι το αρχικό υλικό για ρεσορκιναράνια και για την έναρξη έκρηξης με στυφνικό μόλυβδο.[15]
Η ρεσορκινόλη αντιδρά με μεθανάλη για να σχηματίσουν μια θερμοσκληρυνόμενη ρητίνη, η οποία μπορεί να αποτελέσει τη βάση για αεροτζέλ.
Η ρεσαζουρίνη (C12H7NO4), που λαμβάνεται με την επίδράση του νιτρώδους οξέος σε ρεσορκινόλη,[16] αποτελείται από μικρούς σκουροκόκκινους κρυστάλλους, εκπέμοντας ταυτόχρονα μια πρασινωπή μεταλλική λάμψη. Όταν διαλύεται σε πυκνό θειικό οξύ και θερμαίνεται έως 210 °C, και στο παραγώμενο διάλυμα προστεθεί καθαρό νερό, παράγεται ίζημα ρεσορουφίνης (C12H7NO3), που είναι μια οξυφαινοξαζόνη, που είναι αδιάλυτη στο νερό, αλλά ευδιάλυτη σε θερμό πυκνό υδροχλωρικό οξύ, καθώς και σε διαλύματα καυστικών αλκαλίων. Τα αλκαλικά διαλύματα έχουν ροζ χρώμα και δείχνουν ένα κινναβαρένιο κόκκινο φθορισμό.
Μια τετραβρωμορεσορουφίνη χρησιμοποιείται ως χρωστική ουσία που πωλείται με την ονομασία Fluorescent Resorcin Blue.
Η θειορεορκινόλη λαμβάνεται από με επίδραση ψευδαργύρου και του υδροχλωρικού οξέος στο χλωρίδιο του μεταβενζο(λο)δισουλφονικού οξέος. Τήκεται στους 27 °C και βράζει στους 243 °C. Το ρεσορκινολοδισουλφονικό οξύ [(HO)2(C6H2)(SO3H)2] σχηματίζει μια υγροποιημένη μάζα, που προκύπτει από την επίδραση θειικού οξέος σε ρεσορκίνη.[17] Είναι ευδιάλυτο στο νερό στην αιθανόλη.
Η ρεσορκινόλη είναι επίσης μια κοινή δομική μονάδα, που βρίσκεται σε μια κατηγορία αντικαρκινικών παραγόντων, μερικοί από τους οποίους (luminespib, ganetespib, KW-2478, και onalespib) χρησιμοποιήθηκαν σε κλινικές δοκιμές από το 2014.[18][19] Θυγατρικές ρεσορκινόλες δεσμεύουν και αναστέλλουν το αμινοτελικό άκρο των heat shock protein 90, που είναι φαρμακευτικός στόχος για τις αντικαρκινικές θεραπείες.
Το παρόν λήμμα ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον κοινό κτήμα: Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα (11η έκδοση) Cambridge University Press
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.