From Wikipedia, the free encyclopedia
Το δεβαναγαρικό αλφάβητο ή Ντεβανάγκαρι (Σανσκριτικά: देवनागरी, Devanāgarī) είναι μέρος της βραχμικής οικογένειας αλφαβήτων του Νεπάλ, της Ινδίας, του Θιβέτ και της νοτιοανατολικής Ασίας. Κατάγεται από τη γραφή Γκούπτα, όπως και οι γραφές Σιδαμική (Siddham) και Σαράδα (Sharada). Οι αρχαιότερες ανατολικές παραλλαγές της γραφής Γκούπτα που ονομάζονται Ναγκάρι μαρτυρούνται ήδη από τον 8ο αι. Από το 1200 περίπου, αυτές αντικατέστησαν τη Σιδαμική, η οποία επέζησε ως η γραφή των κειμένων του ταντρικού βουδισμού στην ανατολική Ασία, και τη Σαράδα, που εξακολούθησε να χρησιμοποιείται παραλλήλως στο Κασμίρ.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Η σανσκριτική λέξη ναγκάρι είναι το θηλυκό του nāgara, "αστικός", ενός αυξητικού (βρντχι) επιθέτου από τη ναγκάρι λέξη "άστυ". Είναι θηλυκό, επειδή προέρχεται από το ονοματικό σύνολο ναγκάρι λίπι "αστική γραφή", "γραφή των άστεων", δηλαδή γραφή των μορφωμένων. Χρησιμοποιούντα αρκετές ποικιλίες της γραφής ναγκάρι. Μία από αυτές ξεχώρισε και με πρώτο συνθετικό τη λέξη "ντέβα", που σημαίνει "θεός" ή "θεότητα" σχημάτισε ένα σύνθετο (τατπουρούσα) επίθετο που σημαίνει "αστική [γραφή] των θεών", ή "θεϊκή αστική [γραφή]".
Η χρήση του ονόματος Ντεβανάγκαρι είναι σχετικά πρόσφατη, και ο παλαιότερος όρος ναγκάρι εξακολουθεί να χρησιμοποιείται. Η γοργή διάδοση του όρου Ντεβανάγκαρι πιθανώς σχετίζεται με την σχεδόν αποκλειστική χρήση αυτής της γραφής στη δημοσίευση ιερών σανσκριτικών κειμένων κατά την περίοδο της αποικιοκτατίας. Αυτό το γεγονός οδήγησε μάλλον σε μια τόσο στενή σύνδεση του δεβαναγαρικού αλφαβήτου και της σανσκριτικής γλώσσας, ώστε το δεβαναγαρικό αλφάβητο να θεωρείται σήμερα από πολλούς ότι είναι η γραφή της σανσκρτικής. Ωστόσο, πριν από την περίοδο της αποικιοκρατίας δεν υπήρχε συγκεκριμένη γραφή για την απόδοση της σανσκριτικής γλώσσας, η οποία γραφόταν σε όποιο αλφάβητο ήταν γνωστό και οικείο στους τοπικούς πληθυσμούς.
Κατά τη λαϊκή ετυμολόγηση η λέξη αναφέρεται στην "Πόλη των Θεών", έτσι σε ορισμένες παραδόσεις της Γιόγκα[εκκρεμεί παραπομπή] θεωρήθηκε ότι σχετίζεται με το σώμα του ατόμου. Η άποψη πίσω από αυτό είναι ότι, όταν κάποιος διαλογιστεί έναν συγκεκριμένο ήχο της δεβαναγαρικής γραφής, τότε αναδύεται αυθόρμητα στη συνείδησή του η μορφή του αντίστοιχου γράμματος.
Εφόσον πρόκειται για βραχμική συλλαβογραφή αμπουγκίντα, στο δεβαναγαρικό αλφάβητο η θεμελιώδης αρχή είναι ότι κάθε γράμμα αποδίδει ένα σύμφωνο, το οποίο συνοδεύεται από ένα εγγενές φωνήεν α [ə].[1] Για παράδειγμα, το γράμμα क προφέρεται κα, και τα δύο γράμματα कन προφέρονται κάνα, τα τρία कनय κανάγια, κλπ. Άλλα φωνήεντα, όπως και η απουσία φωνήντος, απαιτούν τροποποιήσεις των γραμμάτων που αντιστοιχούν σε αυτά τα σύμφωνα:
Ένα τέτοιο σύμπλεγμα, μαζί με τα σύμβολά του, ονομάζεται ακσάρα "συλλαβή". Για παράδειγμα, η λέξη कनय κανάγια γράφεται με τρεις ακσάρα, ενώ η λέξη क्न्य κνία και कु κου γράφονται με μία.
Όσον αφορά τη χειρόγραφη γραφή, τα γράμματα γράφονται συνήθως χωρίς τη χαρακτηριστική άνω οριζόντια γραμμή, η οποία προστίθεται όταν έχει γραφεί πλέον όλη η λέξη.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.