Διαμελισμός της Βρετανικής Ινδίας το 1947 From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Διαμελισμός της Ινδίας, επίσης Διαχωρισμός της Ινδίας, το 1947 ήταν η μεταβολή των πολιτικών συνόρων και η διαίρεση των άλλων περιοχών που συνόδευε τη διάλυση του Βρετανικού Ρατζ στη Νότια Ασία και τη δημιουργία δύο ανεξάρτητων κτήσεων: της Ινδίας και του Πακιστάν.[1][2] Αργότερα μετασχηματίστηκαν στη σημερινή Ινδία και στο σημερινό Πακιστάν και Μπανγκλαντές. Ο διαμελισμός καθορίστηκε στην Πράξη Ινδικής Ανεξαρτησίας 1947. Η αλλαγή συνόρων περιελάμβανε τη διαίρεση των δύο επαρχιών της Βρετανικής Ινδίας,[lower-greek 1] Βεγγάλη και Παντζάμπ.[3] Οι κατά πλειονότητα μουσουλμανικές περιφέρειες σε αυτές τις επαρχίες αποδόθηκαν στο Πακιστάν και οι κατά πλειονότητα μη-μουσουλμανικές στην Ινδία. Άλλες οντότητες, που διαιρέθηκαν ήταν ο Βρετανικός Ινδικός Στρατός, το Βασιλικό Ναυτικό της Ινδίας, η Βασιλική Αεροπορία της Ινδίας, η Πολιτική Υπηρεσία της Ινδίας, οι σιδηρόδρομοι, και το κεντρικό θησαυροφυλάκιο. Η Ινδία και το Πακιστάν ως αυτεξούσιες περιοχές άρχισαν να υπάρχουν νομικά τα μεσάνυχτα μεταξύ 14–15 Αυγούστου 1947.
Ο διαχωρισμός προκάλεσε μεγάλης έκτασης απώλεια ανθρώπινων ζωών και μια άνευ προηγουμένου μετανάστευση ανάμεσα στις δύο περιοχές.[4] Ανάμεσα στους επιζώντες πρόσφυγες δημιουργήθηκε η πεποίθηση ότι ήταν ασφαλείς μόνο ανάμεσα στους ομοθρήσκους τους. Στην περίπτωση του Πακιστάν, έδωσε υπόσταση σε ένα μέχρι πρότινος θεωρητικό καταφύγιο για τους Μουσουλμάνους της Βρετανικής Ινδίας.[5] Οι μεταναστεύσεις έλαβαν χώρα βιαστικά και με ελλειπή προειδοποίηση. Θεωρείται πως μεταξύ 14 και 18 εκατομμύρια άνθρωποι μετακινήθηκαν, ίσως και περισσότεροι. Περίπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι υπολογίζεται ότι πέθαναν κατά τη χρονική διάρκεια αυτού του διαχωρισμού.[6] Η βίαιη φύση του διαμελισμού γέννησε μια ατμόσφαιρα εχθρότητας και υποψίας μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν, που επηρεάζει τις Σχέσεις Ινδίας-Πακιστάν μέχρι τώρα.
Ο όρος διαμελισμός της Ινδίας δεν καλύπτει την απόσχιση του Μπνγκλαντές από το Πακιστάν το 1971, ούτε τον διαχωρισμό της Μπούρμα (σημερινή Μιανμάρ) από τις Βρετανικές Ινδίες το 1937 ή τον πολύ νεώτερο διαχωρισμό της Κεϋλάνης (σημερινή Σρι Λάνκα) από τον έλεγχο της Εταιρείας Ανατολικής Ινδίας το 1796. Άλλες πολιτικές οντότητες ή μετασχηματισμοί στην περιοχή, που δεν ήταν μέρος του διαμελισμού ήταν: η πολιτική ενοποίηση των πριγκιπικών κρατών στις νέες χώρες· η προσάρτηση των πριγκιπικών κρατών του Χαϊντεραμπάντ και του Τζουναγκάντ από την Ινδία· η διαμάχη και διαίρεση του πριγκιπικού κράτους του Τζαμού και Κασμίρ μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν, και αργότερα και Κίνας· η ενσωμάτωση των θυλάκων της Γαλλικής Ινδίας στην Ινδία την περίοδο 1947–1954· και η προσάρτηση της Γκόα και άλλων περιοχών της Πορτογαλικής Ινδίας από την Ινδία το 1961. Το Νεπάλ και το Μπουτάν, έχοντας υπογράψει συμφωνίες με την Βρετανία, με τις οποίες αναγνωρίζονταν ως ανεξάρτητα κράτη, δεν ήταν τμήμα της υπό Βρετανικής κατοχής Ινδίας.[7] Το Βασίλειο του Σικκίμ των Ιμαλαΐων καθιερώθηκε ως πριγκιπικό κράτος μετά την συμφωνία μεταξύ Άγγλων και Σικκίμ το 1861, αλλά η κυριαρχία του παρέμεινε ακαθόριστη.[8] Το 1947, το Σικκίμ έγινε ανεξάρτητο βασίλειο υπό την φεουδαρχία της Ινδίας. Οι Μαλδίβες έγιναν προτεκτοράτο του Βρετανικού Στέμματος το 1887 και ανεξαρτητοποιήθηκαν το 1965.
Το 1905, κατά τη διάρκεια της δεύτερης θητείας του ως αντιβασιλιάς της Ινδίας, ο Λόρδος Κούρζον διαίρεσε το Προεδρείο της Βεγγάλης—τη μεγαλύτερη διοικητική υποδιαίρεση στη Βρετανική Ινδία—στην κατά πλειονότητα μουσουλμανική επαρχία της Ανατολικής Βεγγάλης και Ασσάμ και την κυρίως Ινδουιστική επαρχία της Βεγγάλης (σημερινά ινδικά κράτη της Δυτικής Βεγγάλης, Μπιχάρ, Τζαρχάντ και Ορίσα).[9] Ο διαχωρισμός αυτός από τον Κάρζον, ο διαμελισμός της Βεγγάλης—που υπήρχε ως σκέψη από διάφορες αποικιακές κυβερνήσεις από την εποχή του Λόρδου Μπέντινκ, χωρίς όμως να γίνουν σχετικά βήματα- επρόκειτο να μετασχηματίσει τα εθνικιστικά πολιτικά κινήματα όπως ποτέ άλλοτε μέχρι τότε.[9]
Η Ινδουιστική ελίτ της Βεγγάλης, πολλά μέλη της οποίας κατείχαν γη που ήταν μισθωμένη σε Μουσουλμάνους χωρικούς στην Ανατολική Βεγγάλη, διαμαρτυρήθηκε έντονα. Η πολυάριθμη Ινδουιστική μεσαία τάξη της Βεγγάλης (οι Bhadralok), αναστατωμένοι με την προοπτική να υπερκεραστούν οι Μπενγκάλι αριθμητικά στη νέα επαρχία της Βεγγάλης από τους Μπιχάρι και τους Όντια, εξέλαβαν το νόμο του Κάρζον ως τιμωρία για την πολιτική τους δυναμικότητα.[9] Οι επίμονες διαμαρτυρίες εναντίον της απόφασης του Κάρζον πήραν κυρίως τη μορφή της εκστρατείας Swadeshi ('αγοράζετε Ινδικά'), περιλαμβάνουσα μποϋκοτάζ Βρετανικών αγαθών. Σποραδικά, αλλά έντονα, οι διαδηλωτές κατέφυγαν σε πολιτική βία, η οποία περιελάμβανε επιθέσεις σε πολίτες.[10] Η βία απέτυχε, καθώς οι περισσότερες σχεδιασμένες επιθέσεις είτε αποτράπηκαν από τους Βρετανούς είτε δεν πέτυχαν τον στόχο τους.[11] The rallying cry for both types of protest was the slogan Bande Mataram (Bengali, lit: 'Hail to the Mother'), the title of a song by Bankim Chandra Chatterjee, which invoked a mother goddess, who stood variously for Bengal, India, and the Hindu goddess Kali.[12] Η αναταραχή εξαπλώθηκε από την Καλκούτα στις γειτονικές περιοχές της Βεγγάλης όταν οι αγγλικής ανατροφής φοιτητές της Καλκούτα γύρισαν στις πόλεις και τα χωριά τους.[13]Οι θρησκευτικές αποχρώσεις του συνθήματος αυτού και η πολιτική κατακραυγή για τον διαμελισμό συγχωνεύθηκαν καθώς νεαροί άντρες, σε ομάδες όπως Jugantar, άρχισαν να κάνουν βομβιστικές επιθέσεις σε δημόσια κτίρια, οργανώνοντας ένοπλες ληστείες,[11] και δολοφονώντας Βρετανούς αξιωματούχους.[12] Αφότου η Καλκούτα ήταν η αυτοκρατορική πρωτεύουσα, η κατακραυγή και το σύνθημα έγιναν γνωστά πανεθνικά.[12]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.