Ελεφαντουργική
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η ελεφαντουργική είναι η τέχνη της γλυπτικής κατεργασίας (σμιλέματος) του ελεφαντόδοντου για τη δημιουργία διάφορων έργων τέχνης. Ο αντίστοιχος τεχνίτης ονομάζεται ελεφαντουργός και το καλλιτεχνικό έργο ή κομψοτέχνημα από ελεφαντόδοντο ονομάζεται ελεφαντούργημα.[1]
Η τέχνη αυτή ασκείται από τους ανθρώπους από την Προϊστορική εποχή. Το ελεφαντόδοντο ή φίλντισι ήταν συνήθως ένα σπάνιο και ακριβό υλικό, και αντίστοιχη ήταν και η διακοσμητική του χρήση, παρότι το άνοιγμα του εσωτερικού της Αφρικής μετά τις εξερευνήσεις του 19ου αιώνα κατέστησε διαθέσιμες πολύ μεγαλύτερες ποσότητες. Η γλυπτική του ελεφαντόδοντου μπορεί να επιτύχει πολύ μικρή λεπτομέρεια στην απόδοση του θέματος, περιορίζεται όμως στο συνολικό μέγεθος του έργου από το πεπερασμένο μέγεθος (κυρίως το πάχος) των χαυλιοδόντων από τους οποίους προέρχεται η πρώτη ύλη. Εξάλλου, επειδή η ανακύκλωσή του είναι δύσκολη και δεν έχει την αξία των ανακυκλωμένων πολύτιμων μετάλλων, πολύ μεγαλύτερο ποσοστό φιλντισένιων έργων τέχνης έχουν σωθεί διαχρονικά από το αντίστοιχο πσοστό έργων φτιαγμένων από άλλα υλικά. Για τον λόγο αυτό, η ελεφαντουργική έχει ιδιαίτερη σημασία για τη μεσαιωνική τέχνη της δυτικής Ευρώπης και τη Βυζαντινή τέχνη, καθώς ελάχιστα έργα μνημειακής γλυπτικής από τη συγκεκριμένη περίοδο παράχθηκαν ή έχουν σωθεί μέχρι σήμερα[2].