Εξέγερση των Σπαρτακιστών
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η εξέγερση των Σπαρτακιστών (Γερμανικά: Spartakusaufstand), γνωστή και ως εξέγερση του Ιανουαρίου (Januaraufstand), ήταν μια γενική απεργία (και οι ένοπλες μάχες που τη συνόδευσαν) στη Γερμανία από τις 4 έως τις 15 Ιανουαρίου 1919. Η Γερμανία βρισκόταν στη μέση μιας μεταπολεμικής επανάστασης και δύο από τις αντιληπτές πορείες προς τα εμπρός ήταν είτε η σοσιαλδημοκρατία είτε μια συμβουλιακή/σοβιετική δημοκρατία παρόμοια με αυτή που είχε καθιερωθεί από το Μπολσεβίκικο κόμμα στη Ρωσία. Η εξέγερση ήταν πρωτίστως μια διαμάχη για την εξουσία μεταξύ του μετριοπαθούς Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας (SPD) με επικεφαλής τον Φρίντριχ Έμπερτ και των πιο ριζοσπαστών κομμουνιστών του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας, υπό την ηγεσία του Καρλ Λίμπκνεχτ και της Ρόζα Λούξεμπουργκ, που προηγουμένως είχαν ιδρύσει και διοικούσαν την Ένωση Σπάρτακος (Spartakusbund). Αυτή η διαμάχη για την εξουσία ήταν το αποτέλεσμα της παραίτησης του Κάιζερ Γουλιέλμου Β' και της παραίτησης του καγκελάριου Μαξ Φον Μπάντεν, ο οποίος είχε παραδώσει την εξουσία στον Έμπερτ, καθώς ήταν επικεφαλής του μεγαλύτερου κόμματος στο γερμανικό κοινοβούλιο.[1] Παρόμοιες εξεγέρσεις συνέβησαν και καταστάλθηκαν στη Βρέμη, τη Ρουρ, τη Ρηνανία, τη Σαξονία, το Αμβούργο, τη Θουριγγία και τη Βαυαρία, ενώ στο Βερολίνο τον Μάρτιο πραγματοποιήθηκαν ακόμη πιο αιματηρές οδομαχίες, γεγονός που οδήγησε σε λαϊκή απογοήτευση με την κυβέρνηση της Βαϊμάρης.