Ιριδολογία
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ιριδολογία ονομάζεται μία μέθοδος εναλλακτικής ιατρικής. Κατά την άσκηση της μεθόδου εξετάζεται η ίριδα του ματιού, με σκοπό να γίνει διερεύνηση γενετικών προδιαθέσεων. Η μέθοδος στηρίζεται στην υπόθεση ότι κάθε όργανο στο ανθρώπινο σώμα αντιστοιχεί σε ένα μέρος της ίριδος και ότι σημάδια ή χρωματικές μεταβολές που υπάρχουν στην αντίστοιχη ζώνη μας πληροφορούν για το είδος της γενετικής ευαισθησίας. Συμβιώνει με τις αρχές της ομοιοπαθητικής, του βελονισμού, της υγιεινής διατροφής και αποτελεί ένα ολόκληρο φιλοσοφικό σύστημα πάνω στην υγεία και στον τρόπο ζωής.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Σε αντίθεση με τη βασιζόμενη σε αποδεικτικά στοιχεία ιατρική, η ιριδολογία δεν υποστηρίζεται από ποιοτικές ερευνητικές μελέτες[1][2] και θεωρείται ψευδοεπιστήμη.[3] Τα χαρακτηριστικά της ίριδας συγκαταλέγονται στα πιο σταθερά χαρακτηριστικά του ανθρωπίνου σώματος καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής.[4] Η σταθερότητα των δομών της ίριδας αποτελεί το θεμέλιο της βιομετρικής τεχνολογίας που χρησιμοποιεί την αναγνώριση της ίριδας για σκοπούς ταυτοποίησης.[5][6]
Το 1979 ο Μπέρναρντ Τζένσεν, ένας εξέχων Αμερικανός ιριδολόγος, και άλλοι δύο υποστηρικτές της ιριδολογίας απέτυχαν να τεκμηριώσουν την πρακτική τους κατά την εξέταση φωτογραφιών ματιών 143 ασθενών σε μια προσπάθεια να καθορίσουν ποιοι είχαν νεφρική βλάβη. Από τους ασθενείς, σαράντα οκτώ είχαν διαγνωστεί με νεφρική ασθένεια και οι υπόλοιποι είχαν ομαλή λειτουργία των νεφρών. Βασιζόμενοι στην ανάλυση των ιρίδων των ασθενών, οι τρεις ιριδολόγοι δεν μπορούσαν να ανιχνεύσουν ποιοι ασθενείς είχαν νεφρικές βλάβες και ποιοι όχι.[7]