Ομοιοπολικός δεσμός
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ομοιοπολικός δεσμός ονομάζεται ο χημικός δεσμός που αναπτύσσεται μεταξύ εκείνων των ατόμων που «μοιράζονται» κάποια ηλεκτρόνια, συνήθως κατά ζεύγη. Πιο αναλυτικά, η σταθερή ισορροπία των ελκτικών και των απωστικών δυνάμεων που αναπτύσσονται μεταξύ των ατόμων που «μοιράζονται» ηλεκτρόνια είναι γνωστή ως «ομοιοπολικός δεσμός»[1]. Για πολλά μόρια, η συνεισφορά ηλεκτρονίων επιτρέπει κάθε άτομο να αποκτά το ισοδύναμο της εξωτερικής στιβάδας ενός ευγενούς αερίου, που αντιπροσωπεύει μια σταθερή ηλεκτρονιακή διαμόρφωση.
Οι ομοιοπολικοί δεσμοί συμπεριλαμβάνουν πολλά υποείδη αλληλεπιδράσεων. Πιο συγκεκριμένα, τα πιο συνηθισμένα είναι τα ακόλουθα[2][3]:
- Δεσμοί σ.
- Δεσμοί π.
- Διαμεταλλικοί δεσμοί.
- Γωνιακοί δεσμοί.
- Δεσμοί τριών κέντρων και δύο ηλεκτρονίων.
Η χρήση του όρου «ομοιοπολικός δεσμός» χρονολογείται από το 1939[4]. Προέρχεται από την απόδοση στα ελληνικά του αγγλικού όρου covalent[5], το πρόθεμα co- του οποίου σημαίνει «μαζί», δηλαδή συνεργασία σε μια δράση, συνεταιρισμός σε μικρότερο βαθμό κ.τ.λ. Έτσι ένας co-valent bond σημαίνει επομένως ότι τα άτομα μοιράζονται σθένος, γιατί η λέξη valent προέρχεται από τον όρο valence, όπως αυτό συζητήθηκε στη θεωρία σθένους - δεσμού (valence bond theory). Στο μόριο του (δι)υδρογόνου (H2) (το απλουστερο δυνατό ουδέτερο μόριο) τα άτομα υδρογόνου μοιράζονται τα δυο (συνολικά) ηλεκτρόνιά τους μέσω ενός ομοιοπολικού δεσμού[6]. Η «συνεργασία σθένους» είναι μέγιστη μεταξύ των ατόμων που έχουν παρόμοιες ηλεκτραρνητικότητες. Έτσι, οι ομοιοπολικοί δεσμοί δεν γίνονται αναγκαστικά μεταξύ δυο ατόμων του ίδιου χημικού στοιχείου, αλλά απλά μεταξύ ατόμων χημικών στοιχείων με συγκρίσιμη ηλεκτραρνητικότητα. Όταν σχηματίζεται ομοιοπολικός δεσμός με συνεισφορά ηλεκτρονίων που προέρχονται από περισσότερα από δυο άτομα, τότε λέγεται ότι ένας τέτοιος δεσμός είναι «απεντοπισμένος».
Όταν σ΄ ένα ομοιοπολικό δεσμό και τα δύο ηλεκτρόνια προσφέρονται από το ίδιο άτομο τότε ο δεσμός λέγεται ημιπολικός δεσμός ή δοτικός ομοιοπολικός δεσμός ή δεσμός σύνταξης ή δεσμός συναρμογής ή διπολικός δεσμός.
Επίσης διπλός δεσμός καλείται το ζεύγος ομοιοπολικών δεσμών μεταξύ δύο ατόμων όπου κάθε άτομο προσφέρει από 2 ηλεκτρόνια, ενώ τριπλός δεσμός καλείται η τριάδα ομοιοπολικών δεσμών μεταξύ δύο ατόμων όπου κάθε άτομο προσφέρει από 3 ηλεκτρόνια.