Πολωνικός Διάδρομος
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η ιστορική ονομασία Πολωνικός Διάδρομος ή Διάδρομος του Ντάντσιχ, ή του Γκντανσκ, δόθηκε σε μια λωρίδα εδάφους η οποία, κατά το μεταξύ των δύο παγκοσμίων πολέμων χρονικό διάστημα, εκτεινόταν προς Βορρά μέχρι τη Βαλτική θάλασσα και χώριζε την Ανατολική Πρωσία από την υπόλοιπη Γερμανία.
Η λωρίδα αυτή περιελάμβανε το μεγαλύτερο τμήμα του πολωνικού βοεβοδάτου (χωροδεσποτεία) του Πομόζε, και την πρώην γερμανική επαρχία της δυτικής Πρωσίας, την άλλοτε Πομερανία την οποία υποχρεώθηκαν οι Γερμανοί να παραχωρήσουν στη Πολωνία με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, μετά το τέλος του Α παγκόσμιου πολέμου προκειμένου έτσι η Πολωνία να έχει διέξοδο στη θάλασσα.
Ο Πολωνικός Διάδρομος είχε συνολική έκταση 13.700 τ.χλμ. και μετά δύο χρόνια από της υπογραφής της παραπάνω συνθήκης ο μόνιμος πληθυσμός της αριθμούσε 935.600 περίπου κατοίκους. Οι περισσότεροι κάτοικοι της περιοχής ήταν Πολωνοί, Γερμανοί και Κασούμπιοι. Η απογραφή του 1910 ανέφερε 528.000 Πολωνούς (συμπεριλαμβανομένων των δυτικών σλαβικών Κασούμπιων) και 385.000 Γερμανούς στην περιοχή. Η απογραφή συμπεριλάμβανε τους σταθμευμένους γερμανούς στρατιώτες και τους αξιωματούχους που είχαν σταλεί για τη διοίκηση της περιοχής. Από το 1886, η Πρωσία λειτουργούσε την Αρχή Εποικισμού για να επιτηρεί την αποίκιση της περιοχής με Γερμανούς[1] ενώ την ίδια στιγμή, Γερμανοί, Εβραίοι και Πολωνοί μετανάστευσαν δυτικότερα.[2] Το 1921, στη Πομερανία (όπου βρισκόταν ο διάδρομος) ζούσαν 175.771 Γερμανοί, ή το 18.8% του πληθυσμού. Στην επόμενη δεκαετία, ο Γερμανικός πληθυσμός είχε μειωθεί κατά 70.000 άτομα και έπεσε στο 9.6%. Στη περιοχή ζούσαν και Εβραίοι. Το 1905, ζούσαν περίπου 72.500 Κασούμπιοι.[3] Μετά τη κατάληψη της Πολωνίας από την Ναζιστική Γερμανία, οι Γερμανικές αρχές διεξήγαγαν απογραφή τον Δεκέμβριο του 1939. Το 71% των ερωτηθέντων αυτοπροσδιορίστηκαν ως Πολωνοί. 188.000 άτομα δήλωσαν ως μητρική τους γλώσσα τα Κασουμπιανά ενώ 100.000 τα πολωνικά.[4]
Μια παρόμοια επικράτεια, επίσης μερικές φορές γνωστή ως διάδρομος, είχε συνδεθεί με το πολωνικό στέμμα ως μέρος της βασιλικής Πρωσίας κατά τη περίοδο 1466–1772.[5][6]