Ρωσικό Πολεμικό Ναυτικό
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Ρωσικό Πολεμικό Ναυτικό (ρωσικά: Военно-морской Флот Российской Федерации, ВМФ России, κυριολεκτικά: Στρατιωτικο-ναυτικός στόλος της Ρωσικής Ομοσπονδίας) είναι ο κλάδος του πολεμικού ναυτικού των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων. Το σημερινό πολεμικό ναυτικό ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 1992, διαδεχόμενο το Πολεμικό Ναυτικό της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών, το οποίο με τη σειρά του διαδέχθηκε το Σοβιετικό Πολεμικό Ναυτικό μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το Δεκέμβριο του 1991.
Ρωσικό Πολεμικό Ναυτικό | |
---|---|
Μείζον έμβλημα του πολεμικού ναυτικού | |
Ενεργό | 1696–σήμερα |
Χώρα | Ρωσία |
Τύπος | Πολεμικό Ναυτικό |
Δύναμη | 130.000 άτομα (2014)[1] 271 πλοία 359 αεροσκάφη[1][2] |
Υπαγωγή | Ρωσικές Ένοπλες Δυνάμεις |
Αρχηγείο | Αγία Πετρούπολη |
Διακριτικά | |
Σημαία | |
Επίσημο |
Το τακτικό ρωσικό πολεμικό ναυτικό ιδρύθηκε από τον Μέγα Πέτρο, τον Οκτώβριο του 1696, ο οποίος ανέφερε ότι: «Ο Ηγέτης που διαθέτει στρατό, έχει ένα χέρι, όμως αυτός που διαθέτει και στόλο, έχει δύο χέρια». Τα σύμβολα του Ρωσικού Πολεμικού Ναυτικού, η σημαία του Αγίου Ανδρέα, όπως και οι περισσότερες από τις παραδόσεις του ιδρύθηκαν προσωπικά από τον Μέγα Πέτρο.[3]
Το ρωσικό ναυτικό διαθέτει τη συντριπτική πλειοψηφία των πρώην σοβιετικών ναυτικών δυνάμεων, και σήμερα περιλαμβάνει το Βόρειο Στόλο, το Στόλο του Ειρηνικού, το Στόλο της Μαύρης Θάλασσας, το Στόλο της Βαλτικής, το Στολίσκο της Κασπίας, τη ναυτική αεροπορία, καθώς και τα παράκτια στρατεύματα (που αποτελούνται από τους πεζοναύτες και το παράκτιο πυροβολικό).