From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Χρονικόν του Μορέως είναι έργο ανωνύμου χρονικογράφου του 14ου αιώνα. Αποτελεί τη σημαντικότερη πηγή για τη φεουδαρχική οργάνωση του πριγκιπάτου της Αχαΐας. Σώζονται τέσσερα διαφορετικά κείμενα, ένα έμμετρο στα ελληνικά, ένα στα γαλλικά, ένα στα ιταλικά και ένα στα αραγωνικά.
Τα γεγονότα που εξιστορούνται στα χρονικά ξεκινούν από την Α' Σταυροφορία, η οποία αναφέρεται συνοπτικά, και ακολουθεί εκτενέστερη διήγηση της Δ' Σταυροφορίας, της κατάληψης της Κωνσταντινούπολης και κυρίως της κατάκτησης του Μοριά και της ίδρυσης του Πριγκιπάτου από τον Γουλιέλμο Σαμπλίτη (Guillaume de Champlitte). Ακολουθούν τα γεγονότα της διακυβέρνησης των Γοδεφρείδου Α' και Γοδεφρείδου Β' Βιλλαρδουίνου (Geoffroy de Villehardouin), του Γουλιέλμου Β' Βιλλαρδουίνου (που καλύπτει και το μεγαλύτερο μέρος της αφήγησης) και μετά τον θάνατό του (1278), της διακυβέρνησης των διαδόχων του, των δύο συζύγων της Ισαβέλλας Βιλλαρδουίνου.
Το έργο σώζεται σε τέσσερις παραλλαγές, στα ελληνικά, τα ιταλικά, τα γαλλικά και τα αραγωνικά.[1] Το ελληνικό κείμενο είναι το μόνο έμμετρο. Το γαλλικό, το ιταλικό και το αραγωνικό είναι γραμμένα σε πεζό λόγο.
Σχετικά με την χρονολόγηση των κειμένων, είναι βέβαιο ότι προηγήθηκαν η ελληνική και η γαλλική παραλλαγή· η ιταλική είναι μετάφραση της ελληνικής και η αραγονική στηρίζεται στο ελληνικό και στο γαλλικό κείμενο. Σχετικά με το γαλλικό και το ελληνικό κείμενο δεν έχει εξακριβωθεί ακόμα ποιο προηγήθηκε: Ο Hopf [2] , πρώτος εκδότης του ιταλικού κειμένου, υποστήριξε την άποψη ότι το ελληνικό κείμενο προερχόταν από το γαλλικό, και μάλιστα όχι από το Livre de la Conqueste αλλά από το άγνωστο πρωτότυπο. Ο John Schmitt [3] θεωρούσε αντιθέτως ότι το γαλλικό κείμενο προερχόταν από το ελληνικό και ότι ίσως το ελληνικό να ήταν το πρωτότυπο. Με την άποψη του Schmitt συμφωνούσε και ο K. Krumbacher. Αργότερα υποστηρίχθηκε ξανά από τις έρευνες του Spadaro [4] η άποψη ότι πρωτότυπο ήταν το γαλλικό κείμενο, ενώ ο Γ. Κεχαγιόγλου [5] και ο M.Jeffreys [6] υποστηρίζουν την προτεραιότητα του ελληνικού κειμένου και προσπαθούν να ανατρέψουν τα αντίθετα επιχειρήματα.[7]
Υποστηρίζεται ότι όλα τα σωζόμενα κείμενα είναι μεταγενέστερα, ενώ το πρωτότυπο κείμενο του Χρονικού του Μορέως έχει χαθεί.[1]
Οι στίχοι του ελληνικού κειμένου είναι γραμμένοι σε δημώδη γλώσσα με αρκετές λέξεις προερχόμενες από το λεξιλόγιο των Φράγκων, σε δεκαπεντασύλλαβο ανομοιοκατάληκτο ιαμβικό μέτρο το οποίο αποκαλείται και "πολιτικός στίχος". Το κείμενο σώζεται σε δύο κύρια χειρόγραφα και τρία αντίγραφα:
και τα δύο αντίγραφα του χειρογράφου του Παρισιού
Αρχαιότερο των τριών κυρίων χειρογράφων είναι το χειρόγραφο της Κοπεγχάγης, η γλώσσα του οποίου είναι περισσότερο αρχαϊκή. Ο νεότερος κώδικας, Parisinus 2898, είναι απλούστερος ως προς την γλώσσα, περιέχει λιγότερες ξένες λέξεις και έχει λιγότερο ανθελληνικό πνεύμα, καθώς ο αντιγραφέας παρέλειψε αρκετά χωρία που εκφράζουν αντίθεση στις ελληνικές θέσεις.[8][9]
Το χειρόγραφο της Κοπεγχάγης περιγράφει γεγονότα μέχρι το 1292.
Ο συγγραφέας του ελληνικού κειμένου ήταν πιθανότατα Γασμούλος, δηλαδή γόνος μεικτού γάμου από Φράγκο πατέρα και Ελληνίδα μητέρα, ή εξελληνισμένος Φράγκος. Γνώριζε πολύ καλά την ελληνική γλώσσα, όχι μόνο την καθομιλουμένη, αλλά και την λόγια, όπως φαίνεται από κάποιους τύπους που χρησιμοποιεί. Επίσης πρέπει να γνώριζε καλά και την γαλλική γλώσσα, αν κρίνουμε από γαλλικές λέξεις που χρησιμοποιούνται. Σχετικά με την χρήση των γαλλικών λέξεων προκύπτει το ενδιαφέρον ερώτημα αν είναι απλά αποτέλεσμα της ανάγνωσης του γαλλικού κειμένου ή αν είναι μάρτυρας της επίδρασης της γαλλικής γλώσσας στην ομιλία των κατοίκων της περιοχής.[10]
Το κείμενο αυτό είναι γνωστό με τον τίτλο: "Το βιβλίο της κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης και της Αυτοκρατορίας της Ρω(ου)μανίας και της χώρας του Πριγκιπάτου του Μωρέως",[11] αφού επιγράφεται ως εξής: "C'est le livre de la conqueste de Constantinople et de l'empire de Romanie, et dou pays de la princée de la Morée". Από την επιγραφή του έργου προκύπτει το συμπέρασμα ότι το έργο αυτό είναι περίληψη άλλου παλαιότερου.[12]
Οι πληροφορίες στο κείμενο του χειρογράφου αυτού φτάνουν μέχρι το 1305.
Με τίτλο Libro de los fechos et conquistas del principado de la Morea, συντάχθηκε το 1393, όπως σημειώνεται στον κολοφώνα του. Είναι το μόνο χειρόγραφο του Χρονικού που χρονολογείται σαφέστατα από τον συντάκτη του, ενώ τα φερόμενα ως παλαιότερα αντίγραφα (η ελληνική παραλλαγή του χειρογράφου της Κοπεγχάγης και η γαλλική παραλλαγή του χειρογράφου των Βρυξελλών) δεν διασώζουν χρονολόγηση των συντακτών τους, αλλά χρονολογούνται από τους μελετητές τους. Από την μέχρι σήμερα έρευνα υποστηρίζεται ότι η αραγωνική παραλλαγή του Χρονικού βασίζεται στο ελληνικό κείμενο και μεταγενέστερες πηγές. Συντάχθηκε μετά από παραγγελία του μεγάλου Μαγίστρου Ιωάννη Φερδινάρδου ντε Ερεντία (Juan Fernández de Heredia) των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ.[14] Περιέχει πληροφορίες μέχρι το έτος 1377.
Το Χρονικό του Μορέως άργησε να γίνει γνωστό γιατί δεν εκδόθηκε σε έντυπη έκδοση πριν από τα μέσα του 19ου αιώνα[15].
Η πρώτη έντυπη έκδοση του ελληνικού Χρονικού έγινε το 1840 από τον J.A. Buchon και περιείχε το ελληνικό κείμενο από το Παρισινό χειρόγραφο: J.A. Buchon, Chroniques étrangères relatives aux expéditions françaises pendant le xiii siécle, Παρίσι 1840.
Στο βιβλίο αυτό, ο Buchon έδωσε, χωρίς να υπάρχει στο κείμενο, τον τίτλο "Βιβλίον της κουγκέστας του Μωραίως".[11] Ο τίτλος αυτός λοιπόν είναι καθαρή επινόηση του Buchon.
Η δεύτερη έντυπη έκδοση του Χρονικού ήταν αυτή του ελληνικού κειμένου της Κοπεγχάγης που έγινε επίσης από τον Buchon το 1845: J.A. Buchon, Recherches historiques sur la principauté française de Morée et ses hautes baronies ΙΙ, Παρίσι 1845.
Ο John Schmitt εξέδωσε και τα δυο κείμενα της Κοπεγχάγης και του Παρισιού κατ' αντιστοιχία το 1889. John Schmitt, Die Chronik von Morea, Munich, 1889 και John Schmitt, The Chronicle of Morea, [To Chronikon Tou Moreōs] A history in political verse, relating the establishment of feudalism in Greece by the Franks in the thirteenth century, Methuen & Co., London, 1904.
Το γαλλικό κείμενο (Livre de la Conqueste) εκδόθηκε το 1911: J. Longnon, Livre de la conqueste de la princée de l' Amorée, Παρίσι 1911.
Το ιταλικό κείμενο το 1873: C. Hopf, Chroniques gréco-romanés inédites ou peu connues, Βερολίνο 1873.
Το αραγωνικό κείμενο εκδόθηκε το 1885: A. Morel-Fatio, Libro de los fechos e conquistas del principado de la Morea, Γενεύη 1885
Η λογοτεχνική αξία της ελληνικής παραλλαγής είναι μικρή και η στιχουργία είναι αδέξια, όμως το κείμενο έχει μεγάλη σημασία ως πηγή πληροφοριών. Παρά τις ιστορικές ανακρίβειες, που επισημάνθηκαν ήδη από τους πρώτους εκδότες, Buchon και Hopf, είναι χρήσιμη πηγή για την διοικητική οργάνωση και για το δίκαιο της περιόδου της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα[16], καθώς αναφέρεται σ' αυτό σημαντικός αριθμός διοικητικών νόμων και πρακτικών του Πριγκιπάτου της Αχαΐας. Περιέχει επίσης πολλές ενδιαφέρουσες και ακριβείς πληροφορίες για την γεωγραφία της περιοχής, την οποία ο συγγραφέας γνώριζε πολύ καλά, και βέβαια είναι σπουδαία μαρτυρία για την ομιλουμένη τότε μεσαιωνική ελληνική γλώσσα, αφού η επίδραση των λόγιων στοιχείων στην γλώσσα του κειμένου είναι μικρότερη απ' ό,τι σε άλλα μεσαιωνικά δημώδη κείμενα, και συχνά λόγιοι τύποι χρησιμοποιούνται εσφαλμένα, όπως για παράδειγμα η χρήση της ονομαστικής «θυγάτηρ» αντί για την αιτιατική «θυγατέρα».[17]
Ο Polet [1] εξηγεί ότι επειδή ο συγγραφέας θαυμάζει τους Φράγκους και αντίθετα κατηγορεί τους Βυζαντινούς, το Χρονικό του Μορέα έχασε την ευκαιρία να γίνει μέρος της λαϊκής παράδοσης όταν οι Φράγκοι έφυγαν από την Πελοπόννησο. Αν οι Φράγκοι είχαν παραμείνει, το Χρονικό αυτό θα είχε πιθανότατα το ρόλο της διαμόρφωσης εθνικής ταυτότητας όπως και τα σύγχρονά του έργα Άσμα του Ρολάνδου στη Γαλλία και Το τραγούδι του Σιντ στην Ισπανία.
Το κείμενο του Χρονικού του Μορέως ήταν πηγή έμπνευσης για αρκετούς έλληνες λογοτέχνες που έγραψαν έργα σχετικά με αυτήν την ιστορική περίοδο. Ενδεικτικά αναφέρονται οι Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής (Ο Αυθέντης του Μορέως), Άγγελος Τερζάκης (Η πριγκηπέσσα Ιζαμπώ) Δημήτριος Βερναρδάκης (Μαρία Δοξαπατρή).
Σήμερα είναι σημείο αναφοράς για την ιστορία όλων των πόλεων και των χωριών της Πελοποννήσου που αναφέρονται σε αυτό.
Ακολουθεί δείγμα (στ. 1424-1443) από το ελληνικό κείμενο του Χρονικού του Μορέως (παρατίθεται σύμφωνα με την έκδοση Π.Καλονάρου, Το Χρονικόν του Μορέως, Αθήνα 1940, που βασίζεται στο χειρόγραφο της Κοπεγχάγης):
Βουλὴν ἀπῆραν μ' ἐκεινοὺς τοὺς τοπικοὺς Ρωμαίους,
ὅπου τοὺς τόπους ἔξευραν, τοῦ καθενὸς τὴν πρᾶξιν,
Κ' εἶπαν κ'ἐσυμβουλέψαν τους τὸ πῶς ἔνι ἡ Ἀνδραβίδα,
ἡ χώρα ἡ λαμπρότερη στὸν κάμπον τοῦ Μορέως·
ὡς χώρα γὰρ ἀπολυτή κοίτεται εἰς τὸν κάμπον,
οὔτε πύργους οὔτε τειχέα ἔχει κἀνόλως 'ς αὔτην.
Ἐν τούτῳ ὡρμήσασιν ἐκεῖ, ὁλόρθα ὑπαγαῖνουν,
ἐξαπλώσαν τὰ φλάμπουρα τοῦ καθενός φουσσάτου·
κι ἀφότου ἐπλησιάσασιν ἐκεῖ στὴν Ἀνδραβίδα,
Κ' ἐμάθασιν οἱ Ἀνδραβισαῖοι ὅτι ἔρχονται οἱ Φράγκοι,
ἐξέβησαν μὲ τοὺς σταυροὺς ὁμοίως μὲ τὰς εἰκόνας
οἱ ἄρχοντες καὶ τὸ κοινὸν τῆς χώρας Ἀνδραβίδου,
καὶ ἦλθαν κ' ἐπροσκύνησαν τὸν Καμπανέση[18] ἐκεῖνον.
Κ' ἐκεῖνος ὁ παμφρόνιμος, καλά τους ἀποδέχτη,
ὤμοσεν κ' ὑπισκήθη τους νὰ μὴ τοὺς ἀδικήσῃ,
οὔτε ζημία να λάβουσιν ἀπὸ τὰ ἰγονικά τους,
τιμήν, δωρεὰς να ἔχουσιν κ' εὐεργεσίας μεγάλας·
Ὅλοι τοῦ ὑπωμόσασιν δοῦλοι του ν' ἀποθάνουν.
Κι ὅσον ἀπεκατέστησεν τὴν χώραν Ἀνδραβίδας,
βουλὴν ἐπῆρεν μετ' αὐτοὺς τὸ ποῦ να φουσσατέψῃ.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.