Παπαφλέσσας (ταινία)

κινηματογραφική ταινία From Wikipedia, the free encyclopedia

Παπαφλέσσας (ταινία)
Remove ads

Ο Παπαφλέσσας είναι μια ελληνική πολεμική-ιστορική-βιογραφική-περιπετειώδης ταινία του 1971, σε συμπαραγωγή Τζέιμς Πάρις και Φίνος Φιλμ, σε σκηνοθεσία Ερρίκου Ανδρέου και σε σενάριο Πάνου Κοντέλη, με πρωταγωνιστή, τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ.

Γρήγορες Πληροφορίες Παπαφλέσσας Η μεγάλη στιγμή του 21': Παπαφλέσσας, Σκηνοθεσία ...
Remove ads

Πλοκή

Η ταινία αρχίζει στην Οδησσό, με τους τους Αθανάσιο Τσακάλωφ, Εμμανουήλ Ξάνθο και Νικόλαο Σκουφά να «ιδρύουν» τη Φιλική Εταιρεία. Έπειτα η δράση μεταφέρεται τρία χρόνια μετά, κάπου στην Πελοπόννησο του 1817, όπου ο αγάς της περιοχής, Χουσεΐν, σχεδιάζει να καταπατήσει ξανά παράνομα τα σύνορα της Μονής Ρεκίτσας και να αρπάξει τα κτήματα από τους μοναχούς. Ένας από τους καλόγερους της Μονής, ο οποίος ακούει στο όνομα «Παπαφλέσσας», προλαβαίνει να αλλάξει τα σύνορα του μοναστηριού, αλλάζοντας θέση στους πασσάλους, και έτσι καταφέρνει όχι μόνο να κερδίσει τα κτήματα πίσω αλλά παίρνει και μερικά τουρκικά. Ο Χουσεΐν εξοργίζεται και μαζί με στρατιώτες πηγαίνει στο μοναστήρι για να λογαριαστεί με τον Παπαφλέσσα. Ο τελευταίος, μαζί με δύο καπεταναίους, καταφέρνει να τον αποκρούσει αλλά τραυματίζεται. Πριν εγκαταλείψει τη θέση του λέει στον Χουσεΐν πως κάποτε θα γυρίσει πίσω, είτε ως δεσπότης είτε ως πασάς. Το βράδυ ο Παπαφλέσσας φιλοξενείται στο σπίτι μιας νεαρής ανύπαντρης κοπέλας, της Κατερίνας, η οποία κρυφά είναι ερωτευμένη μαζί του· εκείνος όμως δεν ανταποκρίνεται και εστιάζει περισσότερο στην πάταξη του Οθωμανικού ζυγού και την απελευθέρωση της πατρίδας. Η Κατερίνα, ξέροντας να «διαβάζει» τη μοίρα με τη σπάλα του αρνιού, προβλέπει ένδοξο μέλλον για τον Παπαφλέσσα.

Ένα χρόνο μετά ο Παπαφλέσσας, έχοντας φτάσει στον τίτλο του αρχιμανδρίτη, επισκέπτεται στην Κωνσταντινούπολη τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο. Ο Αναγνωστόπουλος, διακρίνοντας την φλογερή φύση του κληρικού, τον μυεί στη Φιλική Εταιρεία και του ζητά να μην ρωτήσει ποτέ ποιος κρύβεται πίσω από τη μυστική οργάνωση. Ο Παπαφλέσσας δέχεται και, με τον καιρό, μυεί όλο και περισσότερους σε αυτήν. Όμως η περιέργεια και η καχυποψία τον κατακλύζει, και ρωτά επίμονα τον Αναγνωστόπουλο να του αποκαλύψει την «αόρατη αρχή» της Εταιρείας. Ο Αναγνωστόπουλος διστάζει και ο Παπαφλέσσας τον απειλεί με ένα μαχαίρι στο λαιμό πως άμα δεν του το πει, θα αποκαλύψει τα πάντα στον Σουλτάνο. Μη έχοντας άλλη επιλογή, ο Αναγνωστόπουλος ομολογεί πως κανείς ισχυρός δεν κρύβεται πίσω από την Εταιρεία, παρά μόνο εκείνος, ο Τσακάλωφ, ο Σκουφάς και ο Ξάνθος. Ο Παπαφλέσσας δεν απογοητεύεται και μεταβαίνει στο Ισμαήλιο, όπου πραγματοποιείται συνάντηση μεταξύ του πρίγκιπα Αλέξανδρου Υψηλάντη και άλλων σημαντικών προσώπων. Εκεί έρχεται σε σύγκρουση με τους περισσότερους, κυρίως με τον Χριστόφορο Περραιβό, και για να παρουσιάσει την Πελοπόννησο ως έτοιμη για το ξέσπασμα της Επανάστασης, δείχνει στον Υψηλάντη έγγραφα με πλαστές υπογραφές των επιφανών οικογενειών της περιοχής. Ο Περραιβός, φέροντας μαζί έγγραφα με τις αληθινές υπογραφές των οικογενειών που ακυρώνουν την Επανάσταση, εκθέτει μπροστά στους παρευρισκόμενους τον Παπαφλέσσα. Ο τελευταίος εξοργίζεται και αρχίζει να τους επιπλήττει, αλλά με τον λόγο του καταφέρνει να πείσει τον Υψηλάντη πως είναι ο κατάλληλος για να ταξιδέψει στην Πελοπόννησο και να μεταφέρει το μήνυμα της Επανάστασης.

Ιανουάριος 1821. Οι προεστοί της Τριπολιτσάς οργανώνουν συνάντηση, χωρίς να το ανακοινώσουν στον καϊμακάμη της περιοχής, τον Χουρσίτ Πασά. Συζητούν για την άφιξη του εκπροσώπου του Υψηλάντη, ενός αρχιμανδρίτη με το όνομα «Παπαφλέσσας». Εν τω μεταξύ ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης φτάνει στη Μάνη και συναντιέται με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Ο Μαυρομιχάλης του ανακοινώνει πως ο καϊμακάμης έχει υποψίες για επικείμενη επανάσταση των Ελλήνων και πως μάλιστα τον διέταξε να σκοτώσει τον Κολοκοτρώνη. Εκείνος όμως δεν δέχτηκε και έτσι αγκαλιάζονται. Στην Βοστίτσα, οι προεστοί της Πελοποννήσου κάνουν μυστική συγκέντρωση στο σπίτι του Ανδρέα Λόντου. Εκεί παρευρίσκεται και ο Παπαφλέσσας που προσπαθεί να τους πείσει πως ήρθε η ώρα της Επανάστασης και πως όλα έχουν οριστεί να γίνουν στις 25 Μαρτίου. Εκείνοι, ιδιαίτερα ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο Ανδρέας Ζαΐμης και ο Λόντος, φοβούνται πως το μικρό χρονικό διάστημα που υπάρχει δεν επαρκεί για να οργανωθεί σωστά ο επαναστατημένος λαός και έρχονται σε σύγκρουση με τον ευέξαπτο χαρακτήρα του αρχιμανδρίτη, ο οποίος και αποχωρεί θυμωμένος και απογοητευμένος.

Ο Παπαφλέσσας επισκέπτεται τον Κανέλλο Δεληγιάννη για να τον πείσει να συμφωνήσει σχετικά με την έναρξη της Επανάστασης. Ο Δεληγιάννης, σκεπτόμενος την αμφίβολη επιτυχία της και τον πατέρα του τον οποίο σε γερασμένη ηλικία έσφαξαν οι Τούρκοι, διστάζει· όμως ο Παπαφλέσσας τον πείθει να βάλει την υπογραφή του στο έγγραφο που τεκμηριώνει τη συμφωνία του. Έτσι, οι Έλληνες αρχίζουν να μεταφέρουν μπαρούτι από τη θάλασσα στη στεριά, να φτιάχνουν καινούργια σπαθιά και γιαταγάνια, και να συγκεντρώνουν ντουφέκια από όλα τα σπίτια. Όλα αυτά οδηγούν τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, κατά τη διάρκεια της λειτουργίας, να σηκώσει μαζί με όλους τους οπλαρχηγούς το λάβαρο της Επανάστασης, σηματοδοτώντας έτσι την έναρξή της. Η Τριπολιτσά και η Καλαμάτα απελευθερώνονται, το ίδιο και η μισή Ρούμελη.

Ένα πλήθος γυναικών ζυμώνει και ψήνει ψωμί για τους αγωνιστές της Επανάστασης. Από τον δρόμο αυτό περνάει και ο Παπαφλέσσας που κατεβαίνει και ζητάει από αυτές νερό. Του προσφέρει η Κατερίνα και αυτός χαρούμενος την αναγνωρίζει. Η Κατερίνα δεν τον έχει ξεχάσει και ακόμη τον αγαπάει. Έπειτα η σκηνή αλλάζει και μεταφέρεται στο λημέρι του Παπαφλέσσα, ο οποίος και ανακοινώνει στα παλληκάρια του την άφιξη του Δημήτρη Υψηλάντη στη Πελοπόννησο. Όλοι οι οπλαρχηγοί έχουν συγκεντρωθεί για να αντιμετωπίσουν τον Δράμαλη Πασά, ο οποίος με πολύ στρατό έχει περάσει την Κόρινθο και προσωρινά εγκαθίστανται στην πεδιάδα του Άργους για να συνεχίσει αργότερα τη διαδρομή και να σταματήσει την Επανάσταση. Οι Έλληνες καίνε την πεδιάδα και έτσι καταφέρνουν να δημιουργήσουν αρρώστιες και πείνα στον στρατό του. Ο Δράμαλης για αντίποινά καταστρέφει τα περίχωρα, αναγκάζοντας τους πληθυσμούς να φύγουν κυνηγημένοι. Ο Παπαφλέσσας μάταια προσπαθεί να τους κάνει να γυρίσουν πίσω. Ο Κολοκοτρώνης τους εμψυχώνει και τους παρακινεί να συνεχίσουν να μάχονται. Όλοι τον επευφημούν και τον συνοδεύουν με κραυγές χαράς. Η Κατερίνα, που βρίσκεται ανάμεσα στο πλήθος, χαιρετά τον Παπαφλέσσα, ο οποίος όμως δε τη προσέχει. Οι Έλληνες πιάνουν αιχμάλωτο έναν Τούρκο, ο οποίος φέρει μαζί του ένα γράμμα που αναφέρει πως ο Δράμαλης γυρίζει στη Κόρινθο (στη πραγματικότητα ο Δράμαλης άφησε επίτηδες το γράμμα να πέσει στα χέρια των Ελλήνων για να πιστέψουν πως θα γυρίσει στη Κόρινθο, κάτι που δεν ισχύει). Εν τω μεταξύ οι στρατιώτες του Δράμαλη φέρνουν σε αυτόν έναν Έλληνα αιχμάλωτο, τον Δημητρό, τον οποίο ο Δράμαλης ανακρίνει και διατάζει το επόμενο πρωί να τον εκτελέσουν. Ο Δημητρός αναγνωρίζει στο πλευρό του Δράμαλη μια νεαρή χανούμισσα, τη Ζαϊρέ, η οποία είναι στην πραγματικότητα η παλιά του αγάπη, μια Ελληνίδα ονόματι Μαρία, που ο Δράμαλης πήρε στο χαρέμι του και σχεδιάζει να τη παντρευτεί. Το βράδυ, ενώ οι Τούρκοι γλεντούν, η Μαρία πηγαίνει στον μισοπεθαμένο Δημητρό και τον ελευθερώνει, οι Τούρκοι όμως τη προλαβαίνουν και τη σκοτώνουν. Στο στρατόπεδο του Κολοκοτρώνη, οι οπλαρχηγοί έχουν διχαστεί μεταξύ τους σχετικά το αν το γράμμα λέει αλήθεια ή ψέματα: ο Πετρόμπεης επιμένει πως το γράμμα είναι αληθινό και φεύγει με τα παλληκάρια του για να πιάσει τον Δράμαλη ενώ ο Κολοκοτρώνης δεν το πιστεύει και παραμένει εκεί. Φτάνει στο στρατόπεδο ο Δημητρός, ο οποίος έχει γλιτώσει από τους Τούρκους. Αποκαλύπτει το σχέδιο του Δράμαλη και όλοι αποφασίζουν να κρυφτούν το πρωί στο πέρασμα των Δερβενακίων, εκεί απ' όπου θα περάσει ο στρατός του Δράμαλη. Το άλλο πρωί ο Κολοκοτρώνης εμψυχώνει όλους τους Έλληνες πολεμιστές, και την ώρα που περνάει ο Τουρκικός στρατός, ορμούν κατά πάνω τους και ακολουθεί φονική μάχη: οι Έλληνες νικούν σκοτώνοντας μεγάλο μέρος του στρατού και στήνουν γλέντι. Ο Παπαφλέσσας σκεπτικός κοιτάει το σταυρουδάκι του και αναθυμάται τη Κατερίνα. Το επόμενο βράδυ διανυκτερεύει στο σπίτι της Κατερίνας λόγω της κακοκαιρίας. Η Κατερίνα, όντας ακόμη ερωτευμένη μαζί του, ομολογεί πως τον αγαπά και τον προσκαλεί να περάσουν το βράδυ μαζί και ο Παπαφλέσσας αρνούμενος φεύγει, αφήνοντας τη Κατερίνα να κλαίει.

Η δράση μεταφέρεται το 1825. Ο Παπαφλέσσας έχει πια οριστεί Υπουργός Εσωτερικών. Ο Κολοκοτρώνης και άλλοι αγωνιστές έχουν φυλακιστεί στο Ναύπλιο. Ο Αναγνωστόπουλος επισκέπτεται τον Παπαφλέσσα στο γραφείο του. Εν τω μεταξύ ο Ιμπραήμ Πασάς με μεγάλο στρατό Τουρκοαιγυπτίων αποβιβάζεται στη Πύλο για να καταστείλει την Επανάσταση, αφού πρώτα καίει ολοκληρωτικά τη Σφακτηρία. Ο Παπαφλέσσας, αφού δεν μπορεί να απελευθερώσει τον Κολοκοτρώνη και τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς από τη φυλακή, αποφασίζει να παρατήσει τη θέση του και να μεταβεί στη Μεσσηνία για να πολεμήσει τον Ιμπραήμ.

Στο στρατόπεδο του Παπαφλέσσα τα παλληκάρια του στήνουν γλέντι. Ο Παπαφλέσσας αναμένει την άφιξη του αδελφού του, Νικήτα, με στρατό έτσι ώστε να τον βοηθήσει να πολεμήσει τον Ιμπραήμ. Όμως ένας αγγελιοφόρος φέρνει ένα γράμμα του Νικήτα, το οποίο γράφει πως δεν μπορεί να έρθει. Ο Παπαφλέσσας λέει ψέματα στα παλληκάρια του πως θα έρθει χιλιάδες στρατός. Ένας ηλικιωμένος φέρνει τρόφιμα για τα παλληκάρια και λέει στον Παπαφλέσσα πως του τα έδωσε μια Κατερίνα. Ο Παπαφλέσσας επισκέπτεται τη Κατερίνα και της εκμυστηρεύεται τις απαισιόδοξες σκέψεις του για το μέλλον της Επανάστασης, και εκείνη για να τον καθησυχάσει του διαβάζει τη σπάλα του αρνιού. Προβλέπει θάνατο αλλά δεν του το λέει. Στο στρατόπεδο των Τούρκων, ο Ιμπραήμ ζητά να μάθει πληροφορίες για τον Παπαφλέσσα που θέλει να διακόψει τη πορεία του προς Τριπολιτσά, και ορκίζεται να τον σκοτώσει. Στο στρατόπεδο των Ελλήνων, ο Παπαφλέσσας ζητά από τον συμπολεμιστή του, παπα-Γιώργη, να τον βοηθήσει να γράψει ένα τελευταίο γράμμα προς τον αδελφό του. Αποφασίζει να αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ στο Μανιάκι με τους 300 άντρες του. Έτσι, μόλις ξημερώνει, δίνει εντολή στα παλληκάρια του να ταμπουρωθούν. Εν τω μεταξύ η Κατερίνα, κατασκοπεύοντας τον Τουρκικό στρατό, προκαλεί θόρυβο με αποτέλεσμα να την ανακαλύψουν και να την πυροβολήσουν. Αυτή, μισοπεθαμένη, έρχεται στο ταμπούρι του Παπαφλέσσα και του αποκαλύπτει το σχέδιο του Ιμπραήμ και έπειτα ξεψυχάει στην αγκαλιά του. Έρχεται το πρωί και ο Παπαφλέσσας οχυρωμένος με το στρατό του βλέπουν τον Ιμπραήμ να παρελαύνει με τους χιλιάδες στρατιώτες του προς το μέρος του. Ο Παπαφλέσσας πυροβολεί έναν Τούρκο και η μάχη αρχίζει. Στην αρχή οι Έλληνες, με τον Παπαφλέσσα να τους τονώνει το ηθικό, φαίνεται να νικούν όμως ο Ιμπραήμ δίνει διαταγή όποιος στρατιώτης του λιποτακτήσει να εκτελείται αμέσως, έτσι όλο και περισσότεροι Τούρκοι έρχονται καταπάνω τους. Τα κανόνια τελειώνουν και οι Έλληνες ορμάνε με γιαταγάνια εναντίων των Τούρκων. Ο Παπαφλέσσας εξαντλημένος και λαβωμένος κοιτάει την κατεστραμμένη ελληνική σημαία και πέφτει στο έδαφος. Η μάχη τελειώνει με πάρα πολλά θύματα. Ο Ιμπραήμ δίνει εντολή να βρεθεί το πτώμα του. Αφού το βρίσκουν, η ταινία τελειώνει με τον Ιμπραήμ να τοποθετεί τον νεκρό Παπαφλέσσα πάνω σε ένα δέντρο και να τον φιλάει στο μέτωπο.

Remove ads

Διανομή

Remove ads

Άλλες πληροφορίες

Η ταινία απέσπασε τις καλύτερες κριτικές το 1971 στο 12ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, και πήρε τα βραβεία Καλύτερης Σκηνοθεσίας, Αρτιότερης Παραγωγής και δόθηκε Τιμητική διάκριση στον σκηνογράφο και ενδυματολόγο Διονύση Φωτόπουλο, ενώ η ταινία χαρακτηρίστηκε ως «η καλύτερη στιγμή» στην καριέρα του Δημήτρη Παπαμιχαήλ.[2] Δεν έλειψαν, όμως, και τα παρατράγουδα, αφού ομάδα του περίφημου «εξώστη» από το κοινό του Φεστιβάλ υποδέχτηκε την ταινία με γιουχαΐσματα και κοροϊδίες. Σε συνέντευξή του στην Απογευματινή και στον Δημήτρη Λυμπερόπουλο, ο Παπαμιχαήλ είχε πει:

«Μίσησα την οργανωμένη οχλαγωγία του Φεστιβάλ. Εκείνων που μετέτρεψαν την αίθουσα σε εξέδρα γηπέδου. Ντροπή τους τέτοια ασέβεια. [...] Δεν σεβάστηκαν τίποτε. Εξεπλάγην. Επρόκειτο για ένα φαιδρό συρφετό αγέλης, φανατικών της εξέδρας. Καφενόβιους. Ήρθαν με σκοπό να μετατρέψουν το Φεστιβάλ σε εμποροπανήγυρη. Για αυτό είναι προτιμότερο να καταργηθεί». [3]

Η ταινία κόστισε 12.000.000 δραχμές και θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες υπερπαραγωγές του ελληνικού κινηματογράφου προσεγγίζοντας αντίστοιχες αμερικανικές. [4] Για τις ανάγκες των γυρισμάτων, όπως αναφέρει η Κάτια Δανδουλάκη, χρησιμοποιήθηκαν ως κομπάρσοι και πολλοί στρατεύσιμοι που υπηρετούσαν εκείνη την εποχή τη θητεία τους.[5]

Στη διάρκεια της σεζόν 1971-1972, ο Παπαφλέσσας έκοψε 297.817 εισιτήρια και κατατάχθηκε στη 10η θέση ανάμεσα σε 90 ταινίες της ίδιας σεζόν. [6]

Οι περισσότερες εξωτερικές σκηνές της ταινίας γυρίστηκαν στο χωριό Αμπελάκια Λάρισας[7], ενώ ορισμένες σκηνές γυρίστηκαν και σε χωριά του Πηλίου[8]

Παραπομπές

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Loading related searches...

Wikiwand - on

Seamless Wikipedia browsing. On steroids.

Remove ads