Μυκηναϊκή ελληνική
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η μυκηναϊκή διάλεκτος είναι η αρχαιότερη καταγεγραμμένη μορφή της Ελληνικής Γλώσσας, που μιλιόταν στην ηπειρωτική Ελλάδα, στην Κρήτη και στην Κύπρο τον 16ο με 13ο αιώνα π.χ., πριν από την εικαζομένη Δωρική εισβολή (βλ. Δωρική διάλεκτος), και αποτελεί την α' ιστορική περίοδο τής ελληνικής γλώσσας. Η διάλεκτος ονομάστηκε Μυκηναϊκή, επειδή δείγματά της ανακαλύφθηκαν πρώτα σε παλάτι στις Μυκήνες και συνδέθηκε με τον μυκηναϊκό πολιτισμό.
Μυκηναϊκή διάλεκτος | |
---|---|
Μυκηναϊκή ελληνική | |
Ταξινόμηση | Ινδοευρωπαϊκές Γλώσσες
|
Σύστημα γραφής | Γραμμική Β |
ISO 639-1 | — |
ISO 639-2 | — |
ISO 639-3 | gmy |
Linguist list | gmy |
(δείτε επίσης: Ελληνικό αλφάβητο) | |
Πρωτοελληνική (περ. 3000 π.Χ.) | |
Μυκηναϊκή (περ. 1600–1200 π.Χ.) | |
Ομηρική (περ. 1200–800 π.Χ.) | |
Αρχαία ελληνική (περ. 800–300 π.Χ.) Διάλεκτοι: Αιολική, Αρκαδοκυπριακή, Αττική–Ιωνική, Δωρική, Παμφυλιακή, Ομηρική Μακεδονική | |
Ελληνιστική Κοινή (περ. από 330 π.Χ. ως 700)
| |
Μεσαιωνική ελληνική (περ. 700–1700) | |
Νέα ελληνική γλώσσα (από το 1700) Ιδιώματα: Δημοτική, Καθαρεύουσα, Αττικισμός Διάλεκτοι: Καππαδοκική, Κατωιταλική , Κρητική, Κυπριακή, Ποντιακή, Ρωμανιώτικη, Τσακωνική | |
Άλλες μορφές (από 19ο/20ό αιώνα) Ελληνικός κώδικας Μπράιγ, Ελληνική νοηματική γλώσσα, Κώδικας Μορς | |
Η γραφή των πινακίδων παρέμενε επί μακρόν άγνωστη και για τη γλώσσα τους είχε διατυπωθεί κάθε πιθανή υπόθεση, η οποία την ταύτιζε με γλώσσες όπως η Ετρουσκική, η Δαλματική και πολλές άλλες. Τη λύση έδωσε ο Άγγλος Μάικλ Βέντρις (Michael Ventris), ο οποίος το 1952 αποκρυπτογράφησε τη γραφή και απέδειξε πέρα από κάθε αμφισβήτηση ότι η γλώσσα των πινακίδων ήταν πρώιμης μορφής Ελληνική.
Τα κείμενα των πινακίδων είναι ως επί το πλείστον κατάλογοι και αρχεία απογραφής. Δεν έχουν διατηρηθεί αφηγηματικά κείμενα ούτε, πολλώ μάλλον, ποιητικά ή μυθικά κείμενα. Εντούτοις, είναι δυνατόν να αποκτήσουμε κάποια γνώση για τον λαό που παρήγαγε αυτά τα κείμενα, καθώς και για τη Μυκηναϊκή περίοδο, λίγο πριν από την έναρξη των αποκαλούμενων Σκοτεινών Αιώνων τής ελληνικής ιστορίας.
Σε αντιδιαστολή προς μεταγενέστερες μορφές/ποικιλίες τής Ελληνικής, η Μυκηναϊκή διέθετε επτά διακριτές πτώσεις: ονομαστική, γενική, δοτική, αιτιατική, οργανική, τοπική και κλητική (παρ' ότι η οργανική και η τοπική εμφανίζονται μόνο υπολειμματικά, δηλ. χωρίς οργανική λειτουργία στα κείμενα, πράγμα που ερμηνεύει τη σταδιακή εξαφάνιση της μορφολογικής κατηγορίας τους)[1].